Η φιλελεύθερη δημοκρατία βρίσκεται σε κρίση επειδή «τα φιλελεύθερα καθεστώτα αποδεικνύονται ανίκανα να επιλύσουν προβλήματα προερχόμενα από την άσκηση των πολιτικών τους, όπως είναι οι περικοπές φόρων, η δημοσιονομική εξυγίανση και η απορρύθμιση» διαπιστώνει ο αρθρογράφος των Financial Times Βόλφγκανγκ Μίνχαου.
Ετσι οι πιθανότητες των δυτικοευρωπαίων φιλελεύθερων (τύπου Μακρόν, Ρέντσι, κ.ά.) δεν διαγράφονται ευοίωνες σε ένα περιβάλλον «επίμονης οικονομικής αστάθειας και αυξανόμενης ανασφάλειας των πολιτών με γλίσχρο εισόδημα», περιβάλλον σκληρό, «το οποίο επιδεινώνεται από τις ταχύτατες τεχνολογικές εξελίξεις αλλά και τις πολιτικές υπέρ της μετανάστευσης».
Ο αρθρογράφος προσθέτει στα αρνητικά της φιλελεύθερης διακυβέρνησης την αποτυχία εντοπισμού και πάταξης της παγκόσμιας φοροαποφυγής/φοροδιαφυγής.
Το εργασιακό θολό τοπίο δεν καταγράφεται από τις στατιστικές έρευνες όπως πρέπει, λέει: «Πώς, δηλαδή, άλλαξε η ζωή των ατόμων με χαμηλά εισοδήματα τις τελευταίες δύο δεκαετίες – με μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων, με άνοδο της εργασιακής ανασφάλειας, με αδυναμία πρόσβασης σε τραπεζικές πιστώσεις».
Ο Μίνχαου δίνει ως παραδείγματα ελλειμματικής ή ανύπαρκτης πολιτικής προετοιμασίας προς αντιμετώπιση των κρίσεων α) την ήττα της Μέρκελ στο Μεταναστευτικό (αν και σημειώνει ότι η μετανάστευση θα αποδώσει οικονομικά κέρδη μακροπρόθεμα) και β) τον στοιχειώδη χειρισμό της οικονομικής κρίσης στην Ευρωζώνη («χωρίς πραγματική τραπεζική ένωση, η Ευρωζώνη θα παραμείνει επιρρεπής σε χρηματοπιστωτικές κρίσεις»).
Αφού πρώτα απονέμει τα εύσημα στα κατ’ αυτόν θετικά της φιλελεύθερης διακυβέρνησης (άρση εμπορικών φραγμών, προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων, «ανοιχτή κοινωνία», κ.λπ.), διακηρύσσει την πίστη του ότι το μέλλον δεν ανήκει στην αντιφιλελεύθερη Δεξιά αλλά στη ριζοσπαστική Αριστερά δίνοντας το παράδειγμα των πολιτικών που εισηγείται στις ΗΠΑ, από πλευράς Δημοκρατικών, η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κόρτεζ.
Κρίνει έτσι, διότι το περιβάλλον ευνοεί την Αριστερά – καθώς οι δεξιοί λαϊκιστές δεν μπορούν να μιλήσουν στη γλώσσα της εργατικής τάξης («δεν νοιάζονται για τη φτώχεια»), ούτε όμως και να παρακολουθήσουν τις τεχνολογικές εξελίξεις που θα διευρύνουν τις ανισότητες («ορισμένοι δεν κατανοούν καν το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής»).
Και επικεντρώνοντας στο ζήτημα που τον ενδιαφέρει περισσότερο, «η νέα εποχή δεν θα είναι η εποχή του Ντόναλντ Τραμπ» καταλήγει ο αρθρογράφος.