Η κοινή λογική λέει πως, κανονικά, οι λέξεις «οδήγηση» και «αλκοόλ» καλό είναι να μην συνυπάρχουν στην ίδια πρόταση. Αμ έλα μου, όμως, που συχνά πάνε χέρι-χέρι. Επί δεκαετίες το motorspot ήταν μια από τις πιο εμπορικές πλατφόρμες προβολής του πιοτού (sic). Κλασικοί παραγωγοί, όπως οι Martini, Campari, Heineken, Peroni ή Chandon έχουν στολίσει μονοθέσια, προβληθεί σε πίστες και, όπως η τελευταία των προαναφερομένων, έχουν λούσει με σαμπάνια τη χαρά των νικητών στο βάθρο. Κάποιοι ίσως να θυμούνται την αγαστή συνεργασία της Johnnie Walker με τον πρωταθλητή της Φόρμουλα 1, Μίκα Χάκινεν – μάλιστα με την υποστήριξη του Κοινοβουλίου της Σκωτίας. Ή εκείνη τις υπέροχες αγωνιστικές Lancia με τα τρίχρωμα αυτοκόλλητα της Martini. Φήμες λένε πως πήγαιναν ακόμα πιο γρήγορα με αυτές.
Οι αγώνες αυτοκινήτων ανέκαθεν ήταν ένας αγωγός επικοινωνίας σε μαζικό κοινό. Το αλκοόλ πουλούσε στο σπορ. Ήταν η γοητεία του κοκτέιλ καθώς βλέπεις οδηγούς να περνούν στο όριο της πρόσφυσης, η μέθη της νίκης, το σασπένς της ταχύτητας, η παραζάλη του εξτρίμ. Οσο και αν ακούγεται αντιφατικό, το μήνυμα πλέον έχει μετακυλιστεί σε ένα τύπου «είμαστε σαν και εσάς, τους θεατές, μας αρέσουν τα αυτοκίνητα, οδηγείστε με ασφάλεια, πηγαίνετε σπίτι σας με νηφαλιότητα, περάστε ωραία με τους αγαπημένους σας και (γκαγκάν-γκαγκάν) ανοίξτε και ένα από τα μπουκάλια μας στην επιστροφή για να διασκεδάσετε». Τα νεότερα χρόνια, για παράδειγμα, η ομάδα της Force India στην F1 ήταν η πρώτη που είχε το λογότυπο του ουίσκι Whyte& Mackay ενώ η Lotus του Ραικόνεν ήταν ντυμένη στα χρώματα του Golden Label, της πρίμιουμ σειράς του Johnnie Walker. Deal ή αστοχία;
Για κάποιους, ωστόσο, η βασική ιδέα είναι πως, έστω και αν σε πρώτη ανάγνωση αλκοόλ και αγώνες αυτοκινήτου απέχουν δύο κόσμους μακριά, τα σπορ events παρακολουθούνται από κόσμο που γενικώς βρίσκεται σε χαλαρή διάθεση και, ως εκ τούτου, το μήνυμα της κατανάλωσης με μέτρο και υπό συνθήκες -κοινώς, smart drinking- περνά πιο εύκολα σε σχέση με τον αυστηρό διαχωρισμό.
Ισως για αυτό, όπως διαβάζω αυτές τις μέρες, η Aston Martin πήρε την απόφαση να συνεργαστεί με την σκωτσέζικη εταιρεία παραγωγής ουίσκι, Bowmore, που, πλάκα-πλάκα, ξεκίνησε τη λειτουργία της λίγο πριν τη γαλλική επανάσταση, κάποια μέρα του ούλτρα μακρινού 1779. Για πρώτη φορά, λοιπόν, η εν λόγω εταιρεία συνεργάστηκε με την Aston και τώρα, Νοέμβρη του 2021, συναντήθηκαν, λέει, τα δύο μεγάλα μυαλά των δύο εταιρειών και παρουσιάζουν το απόλυτο. Ενα τελειοθηρικό ουίσκι με παλαιότητα 21 ετών το οποίο, μάλιστα, «υπακούει» στη χρυσή μαθηματική αναλογία που εφαρμόζει η Aston στη σχεδίαση των αυτοκινήτων της. Τι εννοεί ο ποιητής; Οτι αν σου αρέσουν αισθητικά οι Aston, είναι επειδή, λέει, έχουν τις ιδανικές αναλογίες. Οτι, δηλαδή, κάθε τμήμα τους είναι υπολογισμένο να ανταποκρίνεται στην ενστικτώδη αισθητική αντίληψη του ωραίου. Λέτε; Οι connaisseurs του αλκοόλ έχουν την τελική κρίση αφού πρώτα καταθέσουν το ποσόν των 300 δολαρίων για ένα μπουκάλι του Bowmore Masters’ Selection. Σε κάθε περίπτωση, η αρχή παραμένει: Drink. But not drive.