Η ιατρική βασίζεται στην έρευνα και στην τεκμηρίωση. Η επιστημονική αλήθεια, όμως, δεν είναι αδιαπραγμάτευτη και συνεπακόλουθα οι ανατροπές, αν και σχετικά σπάνιες, δεν απουσιάζουν. Στο πλαίσιο της αέναης αυτής ερευνητικής αναζήτησης με στόχο την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της ασθένειας (ως γενική έννοια), το τελευταίο διάστημα έχουν τεθεί υπό αμφισβήτηση τρεις πρακτικές που εφαρμόζονται με στόχο την καλύτερη φροντίδα των ηλικιωμένων αρρώστων. Μοιραία, τα νεότερα δεδομένα κάνουν τους ειδικούς να αναρωτιούνται εάν τελικά πρέπει να συνεχίσουν να τις εφαρμόζουν…
Δημοσίευμα των New York Times κάνει ένα flash back 10 χρόνια πίσω, όταν γηρίατροι της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, στο Σαν Φρανσίσκο, ακολούθησαν οι ίδιοι τη διατροφή που πρότειναν στους ασθενείς τους. Το πείραμα μιας ημέρας εστίασε στην κατανάλωση συμπυκνωμένων υγρών με τη χρήση πυκνωτικών τροφίμων.
Η διατροφική αυτή «συνταγή» συστήνεται κυρίως σε ασθενείς με άνοια και δυσφαγία, καθώς φέρεται να συμβάλλει στην αποφυγή πιθανής πνευμονίας από εισρόφηση υγρών – κάτι που, σημειωτέων, αποτελεί και την κύρια αιτία θανάτου στους ασθενείς με Aλτσχάιμερ.
Η εμπειρία, πάντως, εκείνων των γιατρών που πειραματίστηκαν προ δεκαετίας επιχειρώντας να μπουν έστω και λίγο στα… παπούτσια των ασθενών τους ήταν κάθε άλλο παρά ευχάριστη. «Είχαμε πονοκεφάλους. Αφυδατωθήκαμε. Δεν μπορούσαμε να τα καταναλώσουμε ούτε για 12 ώρες, και όμως ζητούσαμε από τους ασθενείς μας με άνοια να ακολουθήσουν αυτού του τύπου διατροφή για το υπόλοιπο της ζωής τους» θυμάται ο δρ Eric Widera, ο οποίος υπέγραψε πρόσφατα ένα σχετικό άρθρο γνώμης με έξτρα δόσεις… σκεπτικισμού στην ιατρική επιθεώρηση JAMA Internal Medicine.
Δεν είναι, εντούτοις, ο μοναδικός που εγείρει αμφιβολίες.
Οταν η γνώση… συμπυκνώνεται
Επιστήμονες του Ινστιτούτου Ιατρικής Ερευνας Feinstein ανέλυσαν τα ιατρικά αρχεία περίπου 9.000 ηλικιωμένων ασθενών (με μέση ηλικία τα 86 έτη) οι οποίοι κατά τα παρελθόν νοσηλεύθηκαν με άνοια και δυσκολίες κατάποσης.
Χωρίζοντάς τους σε δύο ομάδες ανάλογα με τη νοσοκομειακή τους δίαιτα, που όριζε κατανάλωση είτε κανονικών υγρών (π.χ. τσάι ή χυμό) είτε συμπυκνωμένων, προσπάθησαν να εντοπίσουν τις διαφορές και τα οφέλη ή μη κάθε δίαιτας. Στην πράξη, όμως, δεν διαπίστωσαν σημαντική διαφορά όταν αξιολογούνταν κρίσιμοι δείκτες, όπως η διάρκεια παραμονής στο νοσοκομείο, οι επανεισαγωγές και τα ποσοστά θανάτου.
Πιο αναλυτικά, και σύμφωνα με τα ίδια δεδομένα, εκείνοι οι ασθενείς που κατανάλωναν παχύρρευστα υγρά είχαν λιγότερες πιθανότητες να χρειαστούν αναπνευστήρα, αλλά ήταν πιο πιθανό να αναπτύξουν πνευμονία ή άλλα αναπνευστικά προβλήματα.
Εν τω μεταξύ, ο γηρίατρος Kiron Sinvani και κύριος συγγραφέας της ίδιας μελέτης προσθέτει μια πιο ανθρώπινη διάσταση στην εξελισσόμενη συζήτηση όταν δηλώνει πως η κατανάλωση τροφής που μοιάζει με… λάσπη «πραγματικά επιβαρύνει την ποιότητα ζωής των ασθενών».
Τα μυστήρια πριν το χειρουργείο
Ο κανόνας θέλει το 20% με 50% των ασθενών που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση να βρίσκονται σε αγωγή για την αρτηριακή πίεση. Το ίδιο, δε, ποσοστό είναι μεγαλύτερο στους ηλικιωμένους. Ενας ακόμη κανόνας θέλει οι ασθενείς να διακόπτουν την αγωγή τους πριν από μια προγραμματισμένη επέμβαση.
Η αιτία; Οπως αναφέρουν οι New York Times, οι γιατροί φοβούνται ότι η αρτηριακή πίεση θα πέσει πολύ χαμηλά κατά τη διάρκεια του χειρουργείου, προκαλώντας επιπλοκές όπως καρδιακή ανεπάρκεια, εγκεφαλικό επεισόδιο ή νεφρικά προβλήματα.
Μάλιστα, εάν οι ασθενείς ξεχάσουν ή μπερδέψουν τις οδηγίες και δεν σταματήσουν εγκαίρως τα φάρμακα, ορισμένοι γιατροί μπορεί να αναβάλουν ή ακόμη και να ακυρώσουν την επέμβαση. Χωρίς αυτά, όμως, εγκυμονεί ακόμη ένας κίνδυνος: η αρτηριακή πίεση των ασθενών θα μπορούσε να αυξηθεί επικίνδυνα.
Εν τέλει, τι είναι πιο πιθανό να συμβεί; Την απάντηση επιχείρησε να δώσει μια ακόμη μελέτη, που εξέτασε τυχαία 2.200 ασθενείς (με μέση ηλικία τα 68 έτη), οι οποίοι υποβλήθηκαν σε διάφορες μη καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις σε 40 νοσοκομεία της Γαλλίας. Οι μισοί από τους ασθενείς συνέχισαν να χρησιμοποιούν αναστολείς ΜΕΑ ή ARBs μέχρι την ημέρα της χειρουργικής επέμβασης. Οι άλλοι μισοί σταμάτησαν την αγωγή 48 ώρες πριν από την επέμβαση.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα που δημοσιεύθηκαν στην ιατρική επιθεώρηση JAMA; Κατά τη διάρκεια των επεμβάσεων, η αρτηριακή πίεση ήταν όντως πιο πιθανό να πέσει στην ομάδα που συνέχιζε τα φάρμακα. «Αλλά το ποσοστό των επιπλοκών ήταν ακριβώς το ίδιο», περίπου 22% σε κάθε ομάδα, δήλωσε ο δρ Matthieu Legrand, αναισθησιολόγος-εντατικολόγος στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας και κύριος συγγραφέας της μελέτης.
Πιο συγκεκριμένα, οι δυο ομάδες είχαν συγκρίσιμα ποσοστά μετεγχειρητικών καρδιακών προσβολών, εγκεφαλικών επεισοδίων, σηψαιμίας, αναπνευστικών και νεφρικών επιπλοκών, εισαγωγών στην εντατική και θανάτων. Είναι αξιοσημείωτο, δε, ότι αντίστοιχα ήταν τα ευρήματα δύο ακόμη ερευνών – μια μεγάλης διεθνούς μελέτης και μιας άλλης που διεξήχθη στη Βρετανία.
Ο ίδιος, πάντως, διευκρινίζει πως οι ασθενείς που υποβάλλονται σε καρδιοχειρουργική επέμβαση αντιμετωπίζουν άλλον βαθμό κινδύνου, εξ ου και ότι στα περισσότερα νοσοκομεία συστήνεται να μη διακόπτουν τη λήψη της αγωγής τους. Αλλά και για άλλες επεμβάσεις «οι ασθενείς δεν χρειάζεται απαραίτητα να σταματήσουν τα φάρμακά τους. Αυτή είναι μια συζήτηση που μπορούν να κάνουν με τον γιατρό τους».
Οι… έριδες που προκαλεί ο χρόνιος πόνος
Η διέγερση του νωτιαίου μυελού είναι μια ελάχιστα επεμβατική μέθοδος, η οποία χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του χρόνιου πόνου. Ομως μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό JAMA Neurology ήρθε επίσης να ταράξει τα νερά.
Στο μικροσκόπιο αυτή τη φορά εντάχθηκαν συνολικά 7.500 ασθενείς στις ΗΠΑ (με μέση ηλικία τα 64 έτη), οι οποίοι υποβλήθηκαν σε νευροδιέγερση. Εντούτοις, από αυτούς οι 1.260 δεν εμφάνισαν χαμηλότερη χρήση οπιοειδών εν συγκρίσει με εκείνους που ακολούθησαν τις κλασικές μεθόδους διαχείρισης του πόνου.
Επιπλέον, από τα ίδια δεδομένα προέκυψε ότι περίπου ένας στους πέντε ασθενείς αφαίρεσε τη συσκευή ή χρειάστηκε δεύτερη χειρουργική επέμβαση για την επισκευή ή τη μετατόπισή της. Ωστόσο ειδικοί στον πόνο και επαγγελματικές οργανώσεις έσπευσαν να επικρίνουν τη μεθοδολογία της νέας μελέτης.
«Οταν οι ασθενείς έχουν την προσδοκία ότι θα είναι απαλλαγμένοι από τον πόνο με τη διέγερση του νωτιαίου μυελού, αυτό απλώς δεν συμβαίνει» δηλώνει στους New York Times ο δρ Konstantin Slavin, νευροχειρουργός στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις στο Σικάγο και πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Νευροδιαμόρφωσης. Ο ίδιος, όμως, προσθέτει ότι βελτιώνεται «η ικανότητά τους να λειτουργούν και να απολαμβάνουν τη ζωή».
Σημειώνεται, πάντως, ότι ο Οργανισμός Φαρμάκων και Τροφίμων των ΗΠΑ (FDA) συνιστά μια δοκιμή διέγερσης για αρκετές ημέρες, με εξωτερική τοποθέτηση της γεννήτριας παλμών, πριν τη λήψη της τελικής απόφασης.