Εχουν περάσει περισσότερα από 150 χρόνια από τότε που οι επιστήμονες απέδειξαν ότι τα λεγόμενα αδρανοποιημένα μικρόβια θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεταδοτικές λοιμώξεις όπως είναι η χολέρα, ο τύφος και η φυματίωση.
Ο ρόλος των μικροβίων στις συγκεκριμένες παθήσεις έγινε σύντομα ευρέως αποδεκτός, αλλά η θεωρία των μικροβίων συνέχισε έκτοτε να εκπλήσσει, σε πολλούς τομείς της υγείας φαινομενικά άσχετους.
Μόλις τη δεκαετία του 1980 δύο αυστραλοί επιστήμονες ανακάλυψαν ότι το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, είναι υπεύθυνο για την πρόκληση έλκους στο στομάχι. Πριν αναγνωριστεί το μικρόβιο, οι επιστήμονες εκτιμούσαν ότι το έλκος προκαλείται από το στρες, το κάπνισμα και το αλκοόλ. Και μπορεί τότε διάφοροι επιστήμονες ανά τον κόσμο να χαρακτήριζαν την ιδέα παράλογη, αυτοί που έκαναν την ανακάλυψη όμως, κέρδισαν το 2005 το Νομπέλ Ιατρικής.
Η ανακάλυψη ότι ο ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV) μπορεί να προκαλέσει καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, ήταν εξίσου αμφιλεγόμενη, αλλά τα εμβόλια κατά της λοίμωξης, σώζουν πλέον χιλιάδες ζωές από τον καρκίνο. Οι επιστήμονες σήμερα υπολογίζουν ότι περίπου το 12% όλων των τύπων καρκίνου, προκαλούνται από ιούς.
Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Ρόμπσον, επιστημονικό συντάκτη του BBC, ίσως τώρα γίνουμε μάρτυρες μιας παρόμοιας επανάστασης στην κατανόηση της νόσου Αλτσχάιμερ.
Μικρόβια και Αλτσχάιμερ
Ο τρόπος ζωής και οι γενετικοί παράγοντες σίγουρα επηρεάζουν την ανάπτυξη της ασθένειας. Ωστόσο, φαίνεται όλο και πιο πιθανό ότι κάποιοι κοινοί ιοί και βακτήρια και συγκεκριμένα τα είδη που προκαλούν έρπη και νόσο των ούλων, μπορεί μακροπρόθεσμα να προκαλέσουν νέκρωση του νευρικού ιστού και έκπτωση στις νοητικές λειτουργίες. Αν συμβαίνει αυτό τελικά, οι λοιμώξεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν άνοια, βασική μορφή της οποίας είναι η νόσος Αλτσχάιμερ.
Οπως και οι θεωρίες για τα μικρόβια στην πρόκληση έλκους του στομάχου και του καρκίνου του τραχήλου, που θεωρούνταν κάποτε ένα είδος αίρεσης, έτσι και αυτή για τη νόσο Αλτσχάιμερ έχει αρκετούς που την αμφισβητούν. Ωστόσο, μία σειρά από νεότερα ευρήματα που συνδέουν τις καταστάσεις, έχουν προκαλέσει εκ νέου το ενδιαφέρον των ειδικών για έρευνα σχετικά με της σχέση των μικροβίων και της νόσου Αλτσχάιμερ.
Η υπόθεση έχει εμπνεύσει ειδικούς, ώστε να στήσουν μία κλινική μελέτη ενός φαρμάκου το οποίο θα μπορούσε να στοχεύσει τη λοίμωξη, προτού η νόσος αποδεκατίσει τον εγκέφαλο, μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο τον κίνδυνο πρόωρης γήρανσης του. Και μπορεί σύντομα να ξεκινήσουν να δοκιμάζονται και άλλου τύπου νέες θεραπείες, εκτιμά ο Ρόμπσον.
Η κατανόηση του ακριβούς μηχανισμού πρόκλησης της νόσου Αλτσχάιμερ δεν είναι κάτι που αναμένουμε να αποκαλυφθεί σύντομα. Ενώ υπάρχουν πολλές μορφές άνοιας, η Αλτσχάιμερ αφορά περίπου το 70%-80% των περιστατικών. Σε αριθμούς και σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου 7 εκατομμύρια άνθρωποι διαγιγνώσκονται κάθε χρόνο με Αλτσχάιμερ και αναζητούν απεγνωσμένα νέες θεραπείες που θα επιβραδύνουν τη νοητική έκπτωση.
Γιατί όμως μέχρι σήμερα γνωρίζουμε ότι τη νόσο την προκαλούν οι πλάκες μιας πρωτεΐνης, που ονομάζεται β-αμυλοειδές; «Οι πλάκες αυτές που συγκεντρώνονται στον εγκέφαλο, αφορούν την εκδήλωση της νόσου και όχι την αιτία», εξηγεί στο BBC ο Τόμας Φούλοπ, καθηγητής Γηριατρικής στο Πανεπιστήμιο Sherbrooke του Καναδά.
Βέβαια, οι επιστήμονες δεν έχουν σταματήσει μέχρι σήμερα να προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί κάποιοι άνθρωποι που έχουν πλάκες β-αμυλοειδούς αναπτύσσουν τη νόσο, ενώ κάποιοι άλλοι όχι.
Γενετικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί, πάντως, έχουν δείξει ότι όσοι έχουν ένα μεταλλαγμένο γονίδιο που ονομάζεται APOE4 και συγχρόνως πλάκες β-αμυλοειδούς, έχουν πιο αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν νόσο Αλτσχάιμερ. Ωστόσο, η μετάλλαξη δεν σφραγίζει τη μοίρα κάποιου, καθώς αρκετοί είναι οι άνθρωποι που την έχουν, όμως δεν έχουν καμία σοβαρή νευροεκφυλιστική νόσο.
Πρώιμα δεδομένα
Θα μπορούσαν, τελικά, συγκεκριμένα μικρόβια να λειτουργήσουν ως εκλυτικοί παράγοντες της νόσου; Η Ρουθ Ιτζθακ, επίτιμη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, ως υπεύθυνη για τις έρευνες που έγιναν στον ιό του απλού έρπητα (HSV1) είχε ανακαλύψει ότι ο ιός παραμένει αδρανής, μέχρι να εκδηλωθεί στρες, στενοχώρια ή να εξασθενήσει το ανοσοποιητικό σύστημα. Οταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, ο ιός του έρπη επιτίθεται στο δέρμα και εκδηλώνεται είτε ως ζωστήρας είτε ως επιχείλιος, με τα χαρακτηριστικά φυσαλιδώδη εξανθήματα.
Ενώ ήταν χρόνια γνωστό ότι ο ιός θα μπορούσε να μολύνει και τον εγκέφαλο, προκαλώντας ένα επικίνδυνο οίδημα που ονομάζεται εγκεφαλίτιδα και απαιτεί άμεση θεραπεία, θεωρήθηκε σπάνιο συμβάν.
Στις αρχές της του 1990, όμως, σε εξετάσεις που έκανε σε νεκρούς η Ιτζθακ, ανακάλυψε ότι πάρα πολλοί άνθρωποι είχαν τον HSV1, χωρίς όμως ποτέ στη ζωή τους να έχουν εκδηλώσει εγκεφαλίτιδα.
Είναι σημαντικό ότι ο ιός δεν φαινόταν να αποτελεί κίνδυνο για τα άτομα που δεν έφεραν τη μετάλλαξη του γονιδίου APOE4, τα περισσότερα από τα οποία δεν είχαν εκδηλώσει άνοια. Ούτε η παρουσία της συγκεκριμένης μετάλλαξης φαινόταν να δημιουργεί μεγάλη στατιστική διαφορά. Αντίθετα, ο συνδυασμός των δύο παραγόντων, αποδείχθηκε πολύ σημαντικός για την εκδήλωση της νόσου Αλτσχάιμερ.
Σύμφωνα με την Ιτζθακ, αν συντρέχουν αυτοί οι δύο παράγοντες, είναι 12 φορές πιο πιθανό να εκδηλώσει κάποιος νόσο Αλτσχάιμερ, σε σύγκριση με τα άτομα που δεν φέρουν τη συγκεκριμένη μετάλλαξη ή τη λανθάνουσα μόλυνση στον εγκέφαλό τους.
Η Ιτζθακ υπέθεσε ότι αυτό οφειλόταν στην επαναλαμβανόμενη ενεργοποίηση του λανθάνοντος ιού, ο οποίος κατά περιόδους εισβάλει στον εγκέφαλο και πυροδοτεί την παραγωή β-αμυλοειδούς. Με τον καιρό η πρωτεΐνη συγκεντρώνεται στις δομές του εγκεφάλου και προκαλεί έκπτωση νοητικών λειτουργιών και άνοια.
Στη μελέτη της ήταν εξαιρετικά προσεκτική ώστε να αποφύγει την πιθανότητα άμεσης συσχέτισης της λοίμωξης με τον HSV1 και τη νόσο Αλτσχάιμερ. Ωστόσο, όπως φάνηκε, τον δρόμο της έρευνάς της ακολούθησαν και άλλοι συνάδελφοί της, οι οποίοι τείνουν να καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα.
Μέχρι σήμερα, τα νεότερα δεδομένα για την υπόθεση της πρόκλησης νόσου Αλτσχάιμερ από μόλυνση, προέρχονται από μία μεγάλη μελέτη που έγινε στην Ταϊβάν και συμμετείχαν 8.362 άτομα που είχαν τον ιό του απλού έρπη.
Σε κάποιους χορηγήθηκαν αντιικά φάρμακα για τη θεραπεία της λοίμωξης. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της υπόθεσης της μόλυνσης, αυτό μείωσε τα περιστατικά της άνοιας.
Συνολικά, όσοι έπαιρναν για μεγάλο χρονικό διάστημα φαρμακευτική αγωγή για τον ιό του έρπη, είχαν περίπου 90% λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν άνοια κατά τη διάρκεια της δεκαετούς περιόδου της μελέτης, σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες που δεν είχαν λάβει καμία φαρμακευτική θεραπεία για τη μόλυνσή τους.
Ωστόσο, οι επιστήμονες δεν κατάφεραν να βρουν ακριβώς τον τρόπο με τον οποίο η μετάλλαξη APOE4 συμμετέχει σε αυτήν τη διαδικασία. Κάποιοι υποθέτουν ότι ίσως να αλλάζει την ευαισθησία των κυττάρων μας απέναντι στις λοιμώξεις. Αλλοι, εκτιμούν ότι ίσως δρα ανασταλτικά στον καθαρισμό και την αποκατάσταση της νευρικής βλάβης μετά την απενεργοποίηση του παθογόνου. Σε κάθε περίπτωση, η συνέπεια ήταν αυξημένη νευρική εκφύλιση.