Υπάρχει πιο ρομαντική ιστορία αγάπης από εκείνη του Αλέν Ντελόν με τη Ρόμι Σνάιντερ;», διερωτάται o Πάολο Μπαλντίνι, κριτικός κινηματογράφου της Corriere della Sera. «Μάλλον όχι», απαντάει, επικαλούμενος, προς επίρρωση της άποψής του, το περιεχόμενο του γράμματος που αφιέρωσε ο Ντελόν στην αγαπημένη του «Puppelé», όπως την αποκαλούσε όταν εκείνη εγκατέλειψε τα εγκόσμια, είκοσι χρόνια μετά το τέλος της σχέσης τους.
Η Ρόζμαρι Μαγκνταλένα Αλμπαχ-Ρέτι, μετέπειτα Ρόμι Σνάιντερ, γεννήθηκε στη ναζιστική Βιέννη την 23η Σεπτεμβρίου του 1938 και πέθανε στο Παρίσι την 29η Μαΐου του 1982 σε ηλικία μόλις 43 ετών. Η γερμανογαλλίδα ηθοποιός δεν είχε καταφέρει να ξεπεράσει τον τραγικό θάνατο, λίγα χρόνια νωρίτερα, του γιου της Ντέιβιντ σε ηλικία μόλις 14 ετών: πέθανε από ακατάσχετη αιμορραγία, αφού τραυματίστηκε στη μηριαία αρτηρία, παίζοντας.
Συγκλονισμένος από τον πρόωρο θάνατό της ο Αλέν Ντελόν έγραψε «μία από τις πιο ωραίες ερωτικές επιστολές του 20ου αιώνα», γράφει ο ιταλός κριτικός, την οποία, όμως, δεν την έγραψε ένας ποιητής αλλά ένας ηθοποιός, χάρη σε εκείνον τον παράφορο έρωτα που συνέδεσε τα δύο αστέρια του κινηματογράφου για μια ζωή.
«Σε βλέπω να κοιμάσαι. Είμαι μαζί σου, δίπλα στο κρεβάτι σου. Φοράς ένα μακρύ μαύρο φόρεμα με ένα κόκκινο κέντημα στο μπούστο. Αυτά είναι λουλούδια, νομίζω, αλλά δεν τα κοιτάζω. Θα πω αντίο, το μεγαλύτερο αντίο, Puppelé μου. Ετσι σε φώναζα. Στα γερμανικά σημαίνει “μικρή κούκλα”. Δεν κοιτάζω τα λουλούδια, αλλά το πρόσωπό σου και νομίζω ότι είσαι όμορφη, και ενδέχεται να μην υπήρξες ποτέ τόσο όμορφη. Νομίζω επίσης ότι αυτή είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου –και στη δική σου– σε βλέπω ήρεμη και ανακουφισμένη. Είσαι τόσο ήσυχη, είσαι τόσο ωραία, πόσο όμορφη είσαι. Ωσάν ένα χέρι να διέγραψε απαλά από το πρόσωπό σου όλες τις εντάσεις, όλα τα άγχη της ατυχίας. Σε παρακολουθώ να κοιμάσαι. Μου λένε ότι είσαι νεκρή. Σκέφτομαι εσένα, εμένα, εμάς […] Ηρθες από τη Βιέννη και σε περίμενα, στο Παρίσι, με ένα μπουκέτο λουλούδια πού δεν ήξερα πώς να κρατήσω […] Και τότε σε ερωτεύτηκα παράφορα. Και με ερωτεύτηκες και εσύ. Θεέ μου ήμασταν νέοι, όπως ήμασταν και ευτυχισμένοι […] Μετά η ζωή… η ζωή μας, που δεν είναι δουλειά κανενός, μας χώρισε […] “Puppelé” μου, σε κοιτάζω ξανά και ξανά. Θέλω να σε καταβροχθίσω με τα μάτια μου και να σου λέω ξανά και ξανά ότι ποτέ δεν ήσουν τόσο όμορφη και ήρεμη. Ξεκουράσου. Είμαι εδώ. Εμαθα λίγα γερμανικά μαζί σου. Ich liebe dich. Σε αγαπώ. Σε αγαπώ “Puppelé” μου», έγραψε, μεταξύ άλλων ο Αλέν Ντελόν, απευθυνόμενος στη νεκρή μεγάλη του αγάπη.
Οπως συνοψίζει ο Πάολο Μπαλντίνι η Ρόμι και ο Αλέν έζησαν περί τη μία πενταετία μαζί, όντας απόλυτα, παράφορα, ερωτευμένοι, με τον έρωτά τους να καλύπτεται εκτενώς από ΜΜΕ όλου του κόσμου. Το τέλος της σχέσης τους ήταν απότομο. Εκείνος την άφησε, μετανιώνοντάς το, ωστόσο, πικρά στη συνέχεια. Τις έγραψε μερικές αράδες ενώ λίγο αργότερα παντρεύτηκε μια άλλη γυναίκα.
Οταν ήταν μικρή η Ρόμι ήθελε να γίνει ζωγράφος και το ταλέντο το είχε. Ηταν η μητέρα της εκείνη που την έστρεψε στον κινηματογράφο ενώ «τα μεγάλα και βαθιά πράσινα μάτια της έκαναν τα υπόλοιπα», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κριτικός της ιταλικής εφημερίδας. Το κινηματογραφικό της ντεμπούτο το έκανε στα 15 της στη γερμανική ταινία «Οταν Ανθίζουν Ξανά οι Λευκές Πασχαλιές». Την επόμενη χρονιά πρωταγωνίστησε ως πανέμορφη και ρομαντική βασίλισσα Βικτωρία στην αυστριακή ταινία «Τα Παιδικά Χρόνια μιας Βασίλισσας». Το 1955 υποδύθηκε για πρώτη φορά την αυτοκράτειρα της Αυστρίας Ελισάβετ στη «Σίσσυ, το πρώτο κεφάλαιο μιας τριλογίας που περιλαμβάνει επίσης τις ταινίες «Σίσσυ – Η Νεαρή Αυτοκράτειρα» (1956) και «Σίσσυ – Η Μοίρα μιας Αυτοκράτειρας» (1957) σε σενάριο και σκηνοθεσία του αυστριακού Ερνστ Μαρίσκα.
Ο συγκεκριμένος ρόλος υπήρξε καθοριστικός για την καριέρα της Σνάιντερ, ωστόσο, η ταμπέλα της «έφηβης πριγκίπισσας» την ενοχλούσε, «ο κινηματογράφος δεν ήταν ο υπέροχος κήπος στον οποίο πίστευε ότι θα έπαιζε με απόλυτη ελευθερία», γράφει ο Πάολο Μπαλντίνι, προσθέτοντας πως «το θυελλώδες παρελθόν του Ντελόν της άσκησε καθοριστική έλξη». Οπως συνοψίζει ο ιταλός ειδικός ο κατεξοχήν γόης του γαλλικού κινηματογράφου γεννήθηκε την 8η Οκτωβρίου του 1938 στην πόλη Σω, στην περιφέρεια του Παρισιού. Οταν ήταν τεσσάρων ετών οι γονείς του χώρισαν και εκείνος κατέληξε να μεγαλώνει αρχικά σε μια θετή οικογένεια και στη συνέχεια σε ένα οικοτροφείο καθολικών μοναχών.
Υπήρξε μαθητευόμενος αλλαντοποιός ενώ στα 17 του κατατάχθηκε στο γαλλικό Ναυτικό, καταλήγοντας, τελικά, λόγω κακής διαγωγής, να υπηρετεί στην Ινδοκίνα, όπου, όμως, κάποια στιγμή έκλεψε ένα τζιπ για να πάει ένα ταξίδι, με αποτέλεσμα να περάσει τα 20α γενέθλιά του στη φυλακή και να αποπεμφθεί από το Ναυτικό. Εργάστηκε επίσης ως αχθοφόρος, πωλητής και σερβιτόρος. Στον κινηματογράφο τον έσυρε ο γάλλος ηθοποιός και σκηνοθέτης Ζαν-Κλοντ Μπριαλί, έχοντας αντιληφθεί τον φυσικό, μαγνητικό αισθησιασμό που εξέπεμπε και έκανε τις γυναίκες να πέφτουν στα πόδια του.
Ο Αλέν Ντελόν και η Ρόμι Σνάιντερ γνωρίστηκαν το 1958 κατά τα γυρίσματα της ταινίας «Christine» του Πιερ Γκασπάρ-Ουί (που βασίζεται σε ένα θεατρικό του αυστριακού Αρθουρ Σνίτσλερ το οποίο το 1933 μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη με πρωταγωνίστρια την Μάγκντα Σνάιντερ, μητέρα της Ρόμι).
Ερωτεύτηκαν παράφορα και κεραυνοβόλα και όχι μόνον υπόσχονταν ο ένας στον άλλον αλλά αισθάνονταν πως θα αγαπιούνταν για πάντα. Ομως ο έρωτάς τους συνέπεσε με την περίοδο που ο Αλέν Ντελόν εξελισσόταν σε αστέρα παγκόσμιου βεληνεκούς. Το 1960 πρωταγωνίστησε στο «Γυμνοί στον Ηλιο» του Ρενέ Κλεμάν, την ίδια χρονιά ο Λουκίνο Βισκόντι τον επέλεξε για την ταινία «Ο Ρόκο και τα Αδέλφια του» ενώ το 1962 πρωταγωνίστησε, μαζί με τη Μόνικα Βίτι, στην «Εκλειψη» του Μικελάντζελο Αντονιόνι.
Εκείνη ήταν πιστή και αφοσιωμένη, απόλυτα παθιασμένη, εκείνος, παρ’ όλο που της δήλωνε πως την λάτρευε απίστευτα, γινόταν συχνά θέμα στις εφημερίδες για πιθανές απιστίες. Ο δημοσιογράφος της Corriere della Sera αναφέρει ενδεικτικά πως το 1962 η Nico, τραγουδίστρια των Velvet Underground και μούσα του Αντι Γουόρχολ, έφερε στον κόσμο ένα παιδάκι φτυστό ο γάλλος ηθοποιός το οποίο, όμως, εκείνος, δεν αναγνώρισε ποτέ.
Ο Αλέν και Ρόμι σχεδίαζαν να παντρευτούν, ο γάμος τους ήταν διαρκώς επικείμενος, αλλά πάντα κάτι προέκυπτε και αναβαλλόταν. Εως ότου ο Αλέν Ντελόν γνώρισε μια 22χρονη ηθοποιό και μοντέλο με μεγάλα, γαλάζια, αυτή τη φορά, μάτια ονόματι Ναταλί Μπαρτελεμί, η οποία τον τρέλανε τόσο πολύ που έφτασε στο σημείο να τερματίσει τη σχέση του με τη Ρόμι, στέλνοντάς της ένα πικρό ραβασάκι: «Λυπάμαι. Ξέρω πως θα σε έκανα δυστυχισμένη. Αναχωρώ για το Μεξικό με τη Ναταλί. Σου εύχομαι κάθε καλό», της έγραψε, ωστόσο, δεν επρόκειτο ποτέ να καταφέρει να συγχωρήσει ποτέ τον εαυτό του.
Ο Ντελόν παντρεύτηκε, τελικά, την Μπαρτελεμί το 1964 ενώ απέκτησαν μαζί και έναν γιο, το μετέπειτα ηθοποιό Αντονι Ντελόν. Η Σνάιντερ, προσπαθώντας να ξεπεράσει τον χωρισμό της, παντρεύτηκε επίσης, το 1966, τον γερμανό ηθοποιό και σκηνοθέτη Χέρι Μάιεν, τον οποίο δεν αγαπούσε αλλά απέκτησε μαζί του τον Ντέιβιντ, τον γιο που επρόκειτο να χάσει με τραγικό τρόπο στη συνέχεια. «Δεν μου μίλησε ποτέ για εκείνη. Αλλά μερικές φορές διέκρινα ένα ίχνος θλίψης στα μάτια του και ήξερα ότι ήταν για τη Ρόμι», είχε αναφέρει σχετικά η Ναταλί Ντελόν μετά από τον θάνατο της Ρόμι Σνάιντερ και το τέλος του γάμου της με τον Αλέν Ντελόν.
Οταν, το 1969, η Ρόμι και ο Αλέν ξαναβρέθηκαν στα γυρίσματα της ταινίας «Η Πισίνα» του Ζακ Ντερέ, όλος ο κόσμος σκέφτηκε πως το παλιό πάθος θα μπορούσε να ανάψει ξανά, ωστόσο ο έρωτας είχε μετατραπεί σε φιλία. «Ο πιο σημαντικός άντρας στη ζωή μου παραμένει ο Ντελόν. Είναι πάντα έτοιμος να μου κρατήσει το χέρι. Θα ερχόταν να με βοηθήσει ανά πάσα στιγμή. Ο Αλέν δεν με εγκατέλειψε ποτέ, ούτε σήμερα ούτε χθες», ανέφερε σχετικά η Ρόμι Σνάιντερ. Το 2018 ο Αλέν Ντελόν πήγε προσωπικά στα γραφεία της εφημερίδας Le Figaro για να δημοσιεύσει ένα μήνυμα: «Η Ρόζμαρι Αλμπαχ-Ρέτι, γνωστή ως Ρόμι Σνάιντερ, θα γινόταν 80 ετών σήμερα, Κυριακή 23η Σεπτεμβρίου. Οποιος την αγάπησε και εξακολουθεί να την αγαπά, ας εκφράσει μια σκέψη για αυτήν. Ευχαριστώ. Αλέν Ντελόν».