Είναι μόλις 23 ετών. Και συνθέτης κλασικής μουσικής. Αυτός ο συνδυασμός είναι από μόνος του ικανός για να προκαλέσει ενδιαφέρον γύρω από τον νεαρό που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Εδεσσα. Ο Ορέστης Παπαϊωάννου ασχολήθηκε από μικρός με την κλασική μουσική κι έχει κερδίσει την πρώτη θέση σε Διεθνή Διαγωνισμό Σύνθεσης.
Τελειόφοιτος φοιτητής της σύνθεσης στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, από την παιδική του ηλικία σημαδεύτηκε από το Δημοτικό Ωδείο, όπου και φοίτησε από τα επτά του χρόνια μέχρι και τα είκοσι δύο. Οι πρώτοι του καθηγητές ήταν ο Δημήτρης Παπαϊωακείμ στο κλαρινέτο και ο Γιάννης Γκουράνης στα ανώτερα θεωρητικά. Στα 18 του μπήκε στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου, με καθηγητή σύνθεσης τον Χρήστο Σαμαρά.
Αυτή τη στιγμή δουλεύει τη διπλωματική του εργασία στη σύνθεση (ένα ορχηστρικό έργο) και ταυτόχρονα βρίσκεται στο κυνήγι μεταπτυχιακών προγραμμάτων στη Γερμανία. Μας μίλησε για τα δικά του μουσικά ταξίδια, το μεγαλύτερό όνειρό του και τι θα άλλαζε στην Ελλάδα του σήμερα.
Ποια ήταν η πρώτη φορά που θυμάσαι τον εαυτό σου να ακούει μουσική;
Είχα την τύχη να ακούω μουσική από πολύ μικρός, γιατί ο πατέρας μου παίζει κιθάρα και τραγουδάει. Μία εμπειρία όμως που θυμάμαι πολύ έντονα είναι όταν είχαμε ακούσει τον Πέτρο και τον λύκο του Προκόφιεβ στη μουσική προπαιδεία, όταν ήμουν δηλαδή γύρω στα έξι. Μου είναι αξέχαστο, λόγω των ισχυρών συναισθημάτων που ένιωσα τότε σαν παιδί, κάτι το οποίο οφειλόταν στη μουσική που συνόδευε το παραμύθι: Ο φόβος όταν ο λύκος εμφανιζόταν και ακουγόντουσαν τα χάλκινα, η συμπάθεια για την αστεία πάπια (η οποία δυστυχώς κατέληξε βορά του λύκου), η ανακούφιση όταν ο Πέτρος τελικά σωζόταν. Οι εικόνες και η μουσική είναι καλά εντυπωμένες στο μυαλό μου. Συνειδητά όμως, θυμάμαι που στο δημοτικό έβαζα να ακούσω τον «Καθρέπτη» του Φοίβου Δεληβοριά, ειδικά το τραγούδι νούμερο έξι που «έβριζε» και το έβαζα στους φίλους μου όταν έρχονταν σπίτι για να γελάμε.
Tο πρώτο τραγούδι ή η πρώτη σύνθεση που αγάπησες;
Στο γυμνάσιο είχα δύο αρκετά ετερόκλητες μουσικές εμπειρίες που έπαιξαν όμως εξίσου σημαντικό ρόλο στα μουσικά μου γούστα και με ακολουθούν ως τώρα. Πρώτο θυμάμαι να ρωτάω τους γονείς μου τι ροκ συγκροτήματα είναι «καλά» με αυτούς να μου προτείνουν διάφορα, ανάμεσά τους και τους Doors. Αφού λοιπόν οι Doors ήταν οι πρώτοι που βρήκα από τους πρώτους στην αλφαβητικά οργανωμένη «σιντοθήκη» (A for Abba, B for Beatles κλπ) κατέληξα να ακούω άπειρες φορές το Light my Fire και να προσπαθώ να παίξω το μονοφωνικό keyboard σόλο στα πλήκτρα που είχαμε στο σπίτι. Το δεύτερο ήταν μετά από ένα μάθημα ιστορίας της μουσικής να δω τι ήταν αυτός ο συνθέτης με το αστείο όνομα (Στραβίνσκι), ακούγοντας έτσι την Ιεροτελεστία της Ανοιξης, βάζοντας φυσικά στο repeat το σημείο όπου τα έγχορδα παίζουν τυχαία τονισμένες νότες.
Πώς ένα νέο παιδί αποφασίζει να ασχοληθεί με την κλασική μουσική και την σύνθεση;
Νομίζω πως αν δεν είχα τους κατάλληλους καθηγητές για να με κάνουν να δω την ομορφιά της μουσικής, θα είχα ασχοληθεί με την κλασική μουσική αρκετά επιφανειακά. Παρατήρησα σε μένα πως όσο ωριμάζει ένα άτομο, αντιμετωπίζει διαφορετικά όλες τις όψεις της μουσικής, όπως τη μουσική ακρόαση, τη μουσική θεωρία και τη μουσική εκτέλεση. Το γεγονός ότι μου αποκαλύπτονταν χρόνο με το χρόνο όλο και περισσότερα σχετικά με τη μουσική, με αποτέλεσμα να την παρατηρώ όλο και πιο βαθιά και να την απολαμβάνω ακόμα πιο έντονα, είναι και αυτό το οποίο με γοητεύει και με κάνει να συνεχίσω. Γι’ αυτό άλλωστε και η μουσική είναι γνωστή και ως η τέχνη που δεν κατακτάται ποτέ ολοκληρωτικά, αλλά όσο χρόνο της προσφέρεις, στον ανταποδίδει. Aρα πιστεύω πως ευθύνονται οι άνθρωποι που με ενέπνευσαν και που με βοήθησαν να εξελιχθώ.
Τι σε εμπνέει;
Συνήθως το πρώτο μου υλικό δεν είναι κάποιο συγκεκριμένο συναίσθημα ή κάποια εικόνα, αλλά η ίδια η μουσική. Προσπαθώ να αφήσω την πρώτη μουσική ιδέα για την αρχή ενός έργου να έρθει αρκετά αυθόρμητα, απλά καθισμένος για παράδειγμα στο πιάνο και δοκιμάζοντας ίσως ήχους και ιδέες που μου έρχονται στο μυαλό. Η υπόλοιπη διαδικασία όμως, δηλαδή της επιλογής του τι, πώς και γιατί θα χρησιμοποιήσω το συγκεκριμένο μουσικό υλικό, βασίζεται κυρίως στη λογική. Τουλάχιστον σε μένα, η μουσική δεν προέρχεται από κάποια άλλη ιδέα, αλλά είναι ένα κράμα των πάντων γύρω μου, μέσα βέβαια από τη δικό μου φίλτρο και τη δική μου αντίληψη.
Τι θα ήθελες να επικοινωνήσεις μέσα από τις συνθέσεις σου;
Θα ήθελα σε αυτό το σημείο να σχολιάσω πως πολλοί έχουν συνδέσει την σύγχρονη μουσική με την κινηματογραφική μουσική, δηλαδή θεωρούν πως η μουσική είναι φτιαγμένη για να συνοδεύει μία εικόνα. Κατά την άποψή μου, η σύγχρονη μουσική είναι φτιαγμένη από τους δημιουργούς της για να στέκεται αυτόνομη. Ο δικός μου στόχος τώρα μέσα από τη μουσική μου είναι να μπορεί να δημιουργήσει στο ακροατήριό της εικόνες, συναισθήματα και σκέψεις. Ο ανθρώπινος παράγοντας είναι σημαντικός για μένα ως συνθέτη, κάτι που σημαίνει πως η μουσική που γράφω έχει ως στόχο να μπορεί να ακουστεί από έναν μέσο ακροατή. Κάποιος που δηλαδή θα ακούσει ένα έργο μου να έχει αποκομίσει μετά από αυτά τα λίγα λεπτά μία εμπειρία η οποία θα έχει προκαλέσει κάποια νοητικά και ψυχικά ερεθίσματα, να μην περάσει αδιάφορη και να μην την θυμούνται με αρνητική χροιά. Θέλω να μπορώ να επικοινωνήσω τον δικό μου τρόπο αντίληψης των πραγμάτων με τρόπο που να είναι ειλικρινής, τόσο απέναντι στον εαυτό μου όσο και απέναντι στο κοινό που απευθύνομαι.
Ξεκίνησες μαθήματα κλαρινέτου σε ηλικία 7 ετών. Εσύ ήσουν αυτός που το διάλεξε ή οι γονείς σου; Συνήθως τα αγόρια σε αυτήν την ηλικία ενδιαφέρονται μόνο να παίξουν ποδόσφαιρο..
Κατά τη γνώμη μου, το να γραφτεί ένα μικρό παιδί στο ωδείο είναι θέμα γονιών. Μπορεί βέβαια να έχει δείξει κάποια «τάση» προς τη μουσική, κάτι το οποίο πιθανόν να έχει παροτρύνει τους γονείς, με την ίδια ευκολία όμως θα μπορούσαν να είχαν επιλέξει κάτι άλλο. Όταν ήταν να γίνει η επιλογή των οργάνων στη μουσική προπαιδεία, είχα επιλέξει το «όμποε», επηρεασμένος από τον ήχο της πάπιας στον Πέτρο και τον λύκο του Προκόφιεβ, χωρίς να γνωρίζω όμως ότι το όμποε δεν διδασκόταν στο ωδείο του δήμου Έδεσσας. Eτσι, προσανατολίστηκα στο κοντινότερο πνευστό στο όμποε, το κλαρινέτο, κάτι για το οποίο και δεν μετάνιωσα. Oσον αφορά το ποδόσφαιρο που είπες, η αλήθεια είναι πως πέρασα από όλα τα «must» αθλήματα ως παιδί, συμπεριλαμβανομένων του ποδοσφαίρου και του μπάσκετ. Ήταν όμως όλα ένα μέρος της καθημερινότητάς μου, καθώς μπορούσα να τα χωράω όλα στο πρόγραμμά μου. Αφού η αυλή του δημοτικού ήταν ένα λεπτό από το σπίτι, δεν μου ήταν κάτι να πεταχτώ για να παίξω μπάλα με όποιους ήταν ήδη εκεί. Αυτά συνυπήρχαν μέχρι και το τέλος του γυμνασίου, όπου τα περισσότερα μαθήματα και οι σπουδές στο ωδείο επικράτησαν των σπορ.
Ποια ήταν η πιο σημαντική στιγμή στην πορεία σου μέχρι σήμερα και ποιο το μεγαλύτερό σου όνειρο;
Το πρώτο βραβείο στον πέμπτο Διεθνή Διαγωνισμό Σύνθεσης Ντβόρζακ στην Πράγα. Θυμάμαι πως όταν ήμουν στο πρώτο έτος είχα δει στη σχολή μου κάποια ενημερωτικά φυλλάδια για τον διαγωνισμό και τα ξεφύλλισα με δέος απέναντι σε αυτούς που είχαν προκριθεί στον τελικό. Το ένα όμως έφερε το άλλο και μπόρεσα μετά από τέσσερα χρόνια να προκριθώ κι εγώ στον τελικό και να αποσπάσω τελικά το βραβείο. Η εμπειρία που έζησα εκεί ήταν εντυπωσιακή με την έννοια ότι μόνο διαγωνισμό δεν θύμιζε. Ημασταν όλοι μία πολυπολιτισμική παρέα, χωρίς μικρότητες και με κοινό παρονομαστή την αγάπη για τη σύνθεση, άτομα με κάποια από τα οποία κρατάω επαφή και έχω πολύ καλές σχέσεις ακόμα και σήμερα. Από αυτόν τον διαγωνισμό και μετά ήρθαν και κάποιες ευκαιρίες που αλλιώς δεν θα τις είχα, όπως η παραγγελία έργου από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών (το έργο μου «Αποφώνηση») και η εκτέλεσή του στο Ηρώδειο.
Πολλά από τα όνειρά μου έχουν πάρει μορφή μπροστά στα μάτια μου, οπότε θα ήταν αχαριστία να ζητήσω πολλά παραπάνω. Πιστεύω πως το να μπορέσω κάποια στιγμή να παιχτώ σε έναν από τους μεγάλους συναυλιακούς χώρους του εξωτερικού θα ήταν πραγματικά πέρα από κάθε προσδοκία.
Είσαι από τους αυτούς που ακόμα και στο σπίτι τους θα ακούσουν κλασική μουσική για να ηρεμήσουν ή έχεις και άλλα ακούσματα;
Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να φανταστώ έναν μουσικό να μην ακούει κλασική μουσική. Νομίζω πως η ψυχαγωγική ακρόαση κλασικής μουσικής καταλήγει να γίνεται ανάγκη σε κάποιον που ασχολείται επαγγελματικά μαζί της. Ακούω κλασική μουσική όχι μόνο για να ηρεμήσω, αλλά και για οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα μπορεί να νιώθω εκείνη τη στιγμή. Εάν έπρεπε να μιλήσω και στατιστικά, νομίζω πως τα κομμάτια που με ηρεμούν είναι λιγότερα από αυτά που μου δημιουργούν συναισθήματα ψυχικής ανάτασης ή μελαγχολίας. Δυστυχώς οι περισσότεροι μεγάλοι συνθέτες είχαν τραγική ζωή, κάτι που διαφαίνεται στις συνθέσεις τους με τον συναισθηματικό πλούτο που τις διαχέει και που παρακινεί μαζί τους τον ενεργό ακροατή. Εκτός όμως από συναισθήματα, θα ήθελα να προσθέσω πως η κλασική μουσική εμπεριέχει και εγκεφαλικότητα, πληροφορίες δηλαδή που ο εγκέφαλος προσπαθεί να δομήσει και να τις κάνει κατανοητές, η οποία είναι εξίσου ενδιαφέρουσα διαδικασία ακρόασης. Όσον αφορά άλλα ακούσματα, ακούω διάφορους καλλιτέχνες της εναλλακτικής ροκ σκηνής οι οποίοι μπορούν να με εκφράσουν εξίσου, αναλόγως την χρονική στιγμή.
Πες μας δύο αγαπημένους σου συνθέτες και δύο καλλιτέχνες που αγαπάς από πιο «καθημερινά» ακούσματα
Πάντα, μία από τις πιο δύσκολες ερωτήσεις. Σε μένα οι συνθέτες που έχω σε μία ξεχωριστή θέση κάνουν πάντα τον κύκλο τους. Γι’ αυτό θα αναφέρω πρώτο τον Dmitri Shostakovich, ο οποίος ήταν και από τις πρώτες μου επαφές με την σύγχρονη λόγια μουσική. Οι λυρικές μελωδικές του γραμμές, που βαίνουν ανάμεσα σε τονικότητα και ατονικότητα, με υποβάλλουν κατά κάποιον τρόπο και πιστεύω πως συνθετικά με έχουν επηρεάσει έντονα, έστω υποσυνείδητα. Δεύτερο θα αναφέρω τον Μπραμς, με τον οποίο είχα επαφή και ως εκτελεστής, καθώς έχει γράψει δύο υπέροχες σονάτες για κλαρινέτο και πιάνο. Στον Μπραμς είναι φανερή και η συνθετική πρακτική την οποία προσπαθώ να στηρίξω, το πώς δηλαδή από μία πολύ μικρή μουσική ιδέα (μοτίβο) μπορεί να δομήσει ένα ολόκληρο έργο, με τον τρόπο βέβαια που το αντιλαμβάνεται ο ίδιος και είναι εντελώς πρωτότυπος.
Oσον αφορά την ποπ/ροκ κουλτούρα, θαυμάζω πολύ τον Μορισέι και την ειλικρίνεια με την οποία αντιμετωπίζει τόσο την μουσική του όσο και τους ανθρώπους γύρω του. Ο συνδυασμός ενός ανθρώπου ρομαντικού, με απόψεις και ουσία και της ιδιαίτερης χροιάς του είναι κάτι που με «στοιχειώνει» από τα εφηβικά μου χρόνια. Για εντελώς διαφορετικούς λόγους θαυμάζω τους Pixies, καθώς στηρίζουν τα περισσότερα κομμάτια τους στον αυθορμητισμό της στιγμής, βγάζοντας απίστευτη ενέργεια και ωμά, αφιλτράριστα συναισθήματα.
Σπούδασες στην Ελλάδα. Γιατί δεν προτίμησες το εξωτερικό; Το σκέφτεσαι για το μέλλον;
Νομίζω πως οι μουσικές σπουδές που είχα στην Ελλάδα δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα αυτές του εξωτερικού. Αυτό φαίνεται άλλωστε και από την πληθώρα διεθνών βραβείων που έχει αποσπάσει η τάξη σύνθεσης του κύριου Σαμαρά. Απλώς κατά την άποψή μου η μουσική παιδεία στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες είναι πιο συγκροτημένη, πιο δομημένη κι έχει μία μεγαλύτερη ομοιογένεια απ’ ό,τι εδώ. Ηταν θέμα συγκυριών που σπούδασα σε ένα πολύ καλό ωδείο με πολύ καλούς καθηγητές και κατέληξα μέσω αυτού να μου προταθεί να ακολουθήσω τη σύνθεση με τον κύριο Χρήστο Σαμαρά. Η έλλειψη ενός κρατικού πτυχίου ανώτερων θεωρητικών κρατάει κατά τη γνώμη μου τη μουσική παιδεία στην Ελλάδα «δεμένη» σε ένα σημείο και δεν την αφήνει να απογειωθεί. Πιστεύω πως δεν είναι ο θεσμός του «κονσερβατορίου» αυτός που έχει την ισχύ, όπως στο εξωτερικό, αλλά μεμονωμένοι καθηγητές που έχουν γίνει γνωστοί για την ποιοτική δουλειά τους και προτιμώνται από τους διδασκόμενους.
Είναι στα άμεσα σχέδιά μου να κάνω μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία, στο αντικείμενο της σύνθεσης. Εάν έχει κάτι να ζηλέψει η Ελλάδα είναι η έλλειψη προσφοράς πολλών εμπειριών στους νέους καλλιτέχνες, ειδικότερα στους συνθέτες. Η Γερμανία έχει μία μεγάλη μουσική παράδοση στην κλασική μουσική, πολλά μουσικά δρώμενα, θέσεις εργασίας και ευκαιρίες που θα μπορούσαν να με «εμπλουτίσουν» σαν άνθρωπο και να μου προσφέρουν σημαντικές εμπειρίες για την μετέπειτα εξέλιξή μου ως συνθέτη.
Πες μας ένα πράγμα που αγαπάς στην Ελλάδα και κάτι που θα ήθελες οπωσδήποτε να αλλάξει
Κάτι που μου αρέσει στην Ελλάδα είναι πως οι άνθρωποι μπορούν να απολαύσουν εύκολα και χωρίς πολύ προγραμματισμό μικρά καθημερινά πράγματα όπως μία βόλτα στην παραλία, έναν καφέ, μία βραδινή έξοδο… Παρά την κρίση τόσων χρόνων, βλέπω πως αυτό, τουλάχιστον στους ανθρώπους της ηλικίας μου δεν έχει χαθεί. Αντίθετα, δυστυχώς σε πολλούς άλλους τομείς, η Ελλάδα με απογοητεύει συνεχώς. Αν είναι κάτι που θα ήθελα να αλλάξει, αυτό είναι το πιο δύσκολο από όλα, η νοοτροπία. Πολλά σοβαρά θέματα αντιμετωπίζονται κατά τη γνώμη μου με μεγάλη απερισκεψία, είτε με αλαζονεία και εγωισμό. Επικρατεί σε πολλούς τομείς κοντόφθαλμη νοοτροπία και οι άνθρωποι προτιμούν να κατακτήσουν σε γρήγορο χρονικό διάστημα λίγα, παρά σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα πολλά. Γι’ αυτό και γενικότερα περιβαλλόμαστε όλοι από μία εικόνα προχειρότητας και έλλειψης καλαισθησίας. Αν αυτή η νοοτροπία κάπως, κάποτε αλλάξει, νομίζω πως όλα με τη σειρά τους θα αρχίσουν να μεταμορφώνονται.
Η Nissan έχει συμπεριλάβει τον Ορέστη Παπαϊωάννου ανάμεσα στους 20 εκπροσώπους της GENERATION N, της γενιάς που με τη δράση, τη στάση και τις σκέψεις της αλλάζει τον κόσμο.
Το κοινό καλείται να επισκεφθεί το nissangenerationn.gr και να ψηφίσει εκείνους που θέλει να κερδίσουν. Η Nissan θα επιβραβεύσει τους δέκα πρώτους, δίνοντάς τους από ένα αυτοκίνητο Nissan για έναν ολόκληρο χρόνο. Ανάλογα με τη φύση της δράσης του κάθε διαγωνιζόμενου θα δοθεί και το κατάλληλο όχημα. Οσοι από το κοινό ψηφίσουν, θα μπαίνουν στην κλήρωση για τρία μεγάλα ταξίδια στη Διεθνή Εκθεση Αυτοκινήτου της Φρανκφούρτης.