Η πόλη Τερουέλ, στην επαρχία της Αραγονίας, είναι γνωστή για το «μύθο των εραστών της» (Les amants de Teruel). Ανάλογο με το σαιξπηρικό μύθο των εραστών της Βερόνας. Όμως, ο ανέλπιδος έρωτας του Τερουέλ, που κατέληξε στο θάνατο των δύο εραστών, Ντιέγκο Μαρθίλα και Ισαμπέλ Σεγούρα, διαδιδόταν, από στόμα σε στόμα κι από τροβαδούρο σε τροβαδούρο από τον 13ο αιώνα. Καταγραμμένος αιώνες πριν από εκείνον του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας, κατά Σαίξπηρ.
Ο Μίκης Θεοδωράκης είχε ενημερωθεί για αυτή, την αιώνια ιστορία, προτού κληθεί να μπει σε ένα παρισινό στούντιο για να διευθύνει την ορχήστρα ηχογράφησης τεσσάρων μουσικών του θεμάτων, το 1962. Τα είχε επιλέξει από μουσικά θέματα, τα οποία είχε πρωτοτραγουδήσει ο ίδιος, κοντά δύο χρόνια πριν. Και κάποια είχε ήδη κυκλοφορήσει σε δισκάκι 45 στροφών, με τον – αγνώριστο φωνητικά – Κώστα Χατζή. Όπως το τραγούδι «Θα γίνεις δικιά μου». Με τα «Δακρυσμένα μάτια» στην άλλη όψη του δίσκου.
Αυτά είχε καταρχάς δώσει για την ταινία του Γάλλου Ρειμόν Ρουλό, που είχε γυρίσει την κινηματογραφική εκδοχή του μύθου του Τερουέλ. Μύθο, που είχε χορογραφήσει ήδη, σε μπαλέτο, και η πρωταγωνίστρια (στο ρόλο της Ισαμπέλ Σεγούρα), χορεύτρια και χορογράφος, γλύπτρια και ζωγράφος Λουντμίλα Τσερίνα. Γνωστή από το ρόλο της στην ταινία του Μάικλ Πάουελ, «Honeymoon», το 1959. Όπου ακουγόταν επίσης το διεθνώς αγαπημένο «Honeymoon song», σε μουσική του Μίκη (αλλιώς το «Αν θυμηθείς το όνειρό μου»).
Κάποια από τα θέματα ο Μίκης τα είχε πρωτοδουλέψει, συμφωνικά, επίσης στο Παρίσι μέχρι το 1957 σε μουσική μπαλέτου. Στα χρόνια της μουσικής υποτροφίας του, που συνέθεσε τουλάχιστον άλλα δύο μπαλέτα. Με γνωστότερο (τότε) και πιο χειροκροτημένο, σε Παρίσι και Λονδίνο, το «Le Feu aux Poudres».
Στο παρισινό στούντιο, στις αρχές του 1961, ο Μίκης ηχογράφησε για μονοφωνικό 45αράκι των γαλλικών Éditions Tutti τέσσερα συμφωνικά κομμάτια «μπαλέτου»: Το «Θέμα του Έρωτα» (Thème De L’amour), δηλαδή τη μουσική από την «Όμορφη πόλη» του, που είχε ήδη τραγουδήσει σε στίχους του αδελφού του, Γιάννη Θεοδωράκη, ο Κώστας Χατζής. Το Thème Des Forains, γραμμένο για την ταινία του Ρουλό, όπως και το συγκινητικό χορωδιακό Choeurs D’ enfants, με αγγελικές παιδικές φωνές σε φθόγγους. Και το Valse Du 14 Juillet. Όλα με στόχο το κινηματογραφικό εγχείρημα του Ρουλό.
Ο σκηνοθέτης, όμως, ήθελε για την ταινία του, «Οι εραστές του Τερουέλ» και ένα εμβληματικό τραγούδι. Συγκινημένος από το «Θέμα του έρωτα», που ο Μίκης το είχε «πατήσει» πάνω σε μία αλλόκοτη ηλεκτρική κιθάρα και μια σπαρακτική τρομπέτα, ζήτησε από τον Ζακ Πλαντ να τού γράψει γαλλικούς στίχους. Δίχως τη «βοήθεια» του αρχικού τραγουδιού του Μίκη. Με τίτλο, τον τίτλο της ταινίας.
Ο Πλαντ, γνωστός και από το σχεδόν παράδοξο δισκογραφικό τόλμημα του σταρ Σαρλ Αζναβούρ, «Un Mexicain», με μεξικάνικα τραγούδια σε γαλλικούς στίχους, έγραψε μερικούς από τους πλέον αξιομνημόνευτους στίχους του (εδώ, σε ελληνική απόδοση):
«Ο ένας πλάι στον άλλο
πορεύονται οι εραστές
Που ξαναβρέθηκαν για να πορευθούν πλάι πλάι
που συναντήθηκαν ξανά στο θάνατο
Γιατί η ζωή δεν μπόρεσε να τους καταλάβει
Που ξαναβρέθηκαν στον έρωτα
Το μίσος δε μπόρεσε να τους αγγίξει
Τα φύλλα πέφτουν στο νυφικό κρεβάτι τους
Το χώμα να είναι ελαφρύ
ελαφρύ για τους εραστές του Τερουέλ
που ενώθηκαν πια στο σκοτάδι…
Ο ένας πλάι στον άλλο,
κοιμούνται τώρα.
Κοιμούνται, λυτρωμένοι από το φόβο του σκοταδιού
Χέρι με χέρι, στην ακινησία της προσευχής,
ανανεώνοντας τους όρκους τους
στην αιώνια γαλήνη των βράχων
Η νύχτα τούς ανοίγει την πόρτα
Όλα μπαίνουν σε τάξη
Η αγκαλιά τους συνεχίζεται
χωρίς σταματημό
σα μια νότα από εκκλησιαστικό όργανο».
Ο Ζακ Πλαντ πρότεινε στον Ρουλό και ζήτησε από το «σπουργιτάκι του Παρισιού», την Εντίτ Πιάφ, που μεσουρανούσε ήδη στο στερέωμα της υφηλίου, πληγωμένο βάναυσα από την ζωή, να δώσει άλλη ζωή στους στίχους του. Οι γάλλοι παραγωγοί της ταινίας πρότειναν, επέμειναν, σχεδόν παρακάλεσαν – λένε οι γνωρίζοντες – και η (κατά κόσμον) Εντίτ Ζοβανά Γκασιόν δέχτηκε.
Πριν από την ηχογράφηση, έμαθε κι εκείνη για το μύθο των τραγικών εραστών του Τερουέλ. Και κάποιοι, παρόντες, επιμένουν ότι δάκρυσε ακούγοντας την ιστορία.
Τον Οκτώβριο του 1962, τής γνώρισαν το Μίκη. Μέσα στο στούντιο. Λέγεται ότι η ατάκα της, όταν τον αντίκρυσε, θεόρατο μπροστά στο σχεδόν 1,40 του ύψους της, ήταν ένα «Oh! Vous êtes énorme!» (…είστε τεράστιος). Κι έπειτα, τού έδειξε την μπαγκέτα στο πόντιουμ του μαέστρου. «Με τα χέρια μόνον», φέρεται να απάντησε ο Μίκης.
Δεν έχουν μείνει πολλοί μάρτυρες από εκείνη τη σύμπραξη στο παρισινό στούντιο, όμως ένας θρύλος λέει ότι μίλησαν λίγο για την συγκινητική ιστορία των εραστών κι εκείνη τού επισήμανε ότι σε αυτό το «υπέροχο τραγούδι» θα είναι οι δυο τους «σαν δυο αταίριαστοι, μόνον στην όψη, εραστές».
Μία εκδοχή λέει ότι η σπαρακτική εκδοχή των «Εραστών» της Πιάφ που κρατήθηκε τελικά ήταν και η πρώτη που ηχογραφήθηκε μια κι έξω. Αδιόρθωτη. Μία άλλη εκδοχή υποστηρίζει ότι οι δυο τους βρήκαν τον κοινό τόπο τους ύστερα από λίγες επαναλήψεις στο στούντιο.
Το τραγούδι κυκλοφόρησε σε 45αράκι. Με το «Quatorze Juillet», σε γαλλικούς στίχους επίσης του Ζακ Πλαντ, στην άλλη όψη. Ηχογραφημένο, κατά μία εκδοχή, σε μια δεύτερη συνάντηση του Μίκη με την Πιάφ στο ίδιο παρισινό στούντιο. Και βασισμένο στο τελευταίο από τα συμφωνικά θέματα για την ταινία, το χορωδιακό βαλς: Valse Du 14 Juillet. Δουλεμένο για το «φλιπ-σάιντ» του δίσκου 45 στροφών από το Μίκη, που επίσης διηύθυνε και εδώ την ορχήστρα.
Ένα χρόνο μετά, έσβησε η φωνή της Πιάφ (11 Οκτωβρίου 1963). Κάποιοι ισχυρίζονται ότι ήταν από τις τελευταίες της ηχογραφήσεις, καθώς σακατεμένη από τη ζωή είχε σταματήσει ακόμη και τις ζωντανές εμφανίσεις.
Μέχρι το 1980, το τραγούδι «Les amants de Teruel» πέρασε σε αρκετά LP και ΕP της Πιάφ και γνώρισε επτά τουλάχιστον επανεκτελέσεις – «διασκευές». Και μέχρι σήμερα έχουν μετρηθεί τουλάχιστον άλλες 23.
Με πιο εντυπωσιακή, κατά τη γνώμη του γράφοντα, εκείνη του 1966, από τη Μαρινέλλα, στο Θέατρο Λυκαβηττού και στο «Μουσικό Αύγουστο» του Μίκη.
EΠΟΜΕΝΟ: Οταν ο Μίκης συνάντησε τη Μελίνα