Δεν πρόκειται για δικιά μου ανακάλυψη και πολύ στεναχωριέμαι γι΄ αυτό. Απ΄ την άλλη δεν σημαίνει και τίποτα. Σημασία έχει ότι κάποιος σκέφτηκε αυτό το φαγητό, το έφτιαξε και το πλάσαρε με αυτόν τον ευφάνταστο τίτλο που στο άκουσμά του και μόνο σε κάνει να το επιθυμείς.
Βλέπεις, όταν βάζεις τη λέξη «μπολονέζ» δίπλα στην μπάμια, αυτή αποκτά άλλη αίγλη και από σιχαμερή, «μυξιάρα» και παρακατιανή, γίνεται μια φινετσάτη τύπισσα, με αυτοπεποίθηση και αέρα Ιταλίας.
Δεν θα σας κρατήσω σε αγωνία. Είμαι σίγουρη πως εκτός από τη συνταγή, θέλετε να μάθετε και ποιος-α ανακάλυψε τις «μπολομπάμιες», γιατί έτσι τις αποκαλεί.
Πρόκειται για την Pelagie, ή Paleο.koritso (όπως θέλετε τη λέτε, ακούει και στα δύο), μεγάλη ινσταγκραμική μορφή που αν δεν την ξέρεις πρέπει να τη μάθεις και να την ακολουθείς. Όχι γιατί το λέω εγώ, αλλά γιατί όποιος τη γνωρίζει κολλάει, με τα φαγητά της, τις ατάκες της, τις λεζάντες της, την ευστροφία της, τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της, τα ένα σωρό ενδιαφέροντά της… Δίπλα στην Pelagie δεν θα βαρεθείς ποτέ!
Μην της πλέκω όμως το εγκώμιο γιατί είναι πολύ χαμηλών τόνων και γενικά δεν τρελαίνεται για τα λόγια. Είναι των πράξεων, βλέπε ραπτική, μαγειρική, καλλιγραφία, δαιμόνια της τεχνολογίας, συλλέκτης περίεργων συλλογών και αυτοδίδακτη στη φωτογραφία.
Είδα που λέτε μια μέρα τις μπάμιες στον λογαριασμό της στοInstagram και κόλλησα. Όπα, είπα, (λέω). Εδώ κάτι γίνεται. Ψήθηκα αμέσως. Δεν ήθελα και πολύ. Τα φαγητά της, άλλωστε, τα έχω δοκιμάσει κι άλλες φορές. Δεν χρειάστηκε να δώσει εξετάσεις, ούτε υπήρξε δισταγμός από μεριάς μου.
Μόνο ένα μήνυμα της έστειλα που έγραφε: «κάτσε και θα δεις», χωρίς να εξηγώ περαιτέρω. «Κάθομαι», μου απαντάει και την επόμενη μέρα αγόρασα τις μπάμιες πρωί πρωί. Φρέσκιες, μικρές, τρυφερές και το βασικότερο όλων, χωρίς σπόρια. Γιατί αν πετύχεις μπάμια με σπόρια… δεν περιγράφω άλλο!
Καθάρισα που λέτε τις μπάμιες με ιώβεια υπομονή (κάτι που σίγουρα δεν είναι χαρακτηριστικό μου) και έβαλα μπρος τη μπολονέζ. Όχι σε κατσαρόλα όπως το προτείνει η ίδια, αλλά σε ταψί. Αυτή ήταν η δική μου παρέμβαση και να με συμπαθάς γι΄αυτή την πρωτοβουλία μου Pel, αλλά να, έχω την πεποίθηση ότι το ταψί ψήνει διαφορετικά τις μπάμιες.
Απλωτές, ολόκληρες, ξεροψημένες από πάνω, μαλακές και μελωμένες από κάτω. Όπως και να το κάνουμε η μπάμια θέλει το χώρο της, την απλωσιά της. Δεν αισθάνεται άνετα αν τη στοιβάξεις μέσα σε μια κατσαρόλα, τη μια πάνω στην άλλη γιατί πνίγεται. Ασφυκτιά και το πιθανότερο είναι να λιώσει απ΄ το κακό της και να σαλιώσει τα πάντα γύρω της. Κι αυτό με φοβίζει!