Το άρωμα και η γεύση του κουρκουμά και του κίμινου δίνει χάρη στις φακές | Χρυσαυγή Μπόμπολα
Κουζίνα

Βάλε κατσαρόλα: φακές με κύμινο και κουρκουμά

Τα όσπρια, και ιδίως όταν αυτά σερβίρονται σε μορφή σούπας, χρειάζονται και τα παρελκόμενά τους για να αποκτήσουν ενδιαφέρον, καλά δεν λέω; Eτσι οι φακές και τα φασόλια γίνονται ένα θεϊκό φαγητό και όχι... καταναγκαστικό έργο
Bostanistas

Είστε από αυτούς που τρώνε τις φακές ψαρεύοντάς τες με την απόχη μέσα στο αραιό τους ζουμάκι ή από τους άλλους, που τις θέλουν χυλωμένες όσο πάει, δηλαδή να έχει γύρω στα 150 σποράκια η κάθε κουταλιά; Τα δικά μου τα γούστα προφανώς τα βλέπετε. Πηχτές και ξιδάτες τις έτρωγα από παιδί. Πλέον τις προτιμώ με μπαχαρικά που δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα τους ταίριαζαν. Και, όμως, οι φακές που μαγειρεύω πλέον «μυρίζουν Ανατολή».

Τα όσπρια, ιδίως αυτά που σερβίρονται σε μορφή σούπας, όπως η φασολάδα και οι φακές (κλασικά ελληνικά φαγητά), χρειάζονται και τα παρελκόμενά τους για να αποκτήσουν ενδιαφέρον, καλά δεν λέω;

Στο δικό μου σπίτι, με τη φασολάδα πάντα τρώγαμε παστή ρέγκα, και με τις φακές αντζούγιες. Η ρέγκα, ζητούσε ο πατέρας μου απ’ τον μπακάλη να είναι αρσενική. Ω, ναι γινόταν επιτόπου ποιοτικός έλεγχος πριν την αγοράσει! Δεν ήθελε ο άνθρωπος, δηλαδή, να είναι αυγωμένη. Την καθάριζα από μικρή και μάλιστα ήταν μια διαδικασία που χαιρόμουν να την κάνω και δεν σιχαινόμουν καθόλου.

Όσο για τις αντζούγιες, μιλάμε για έρωτα μεγάλο, αφού τις έτρωγα από μικρή ολόκληρες με το κόκαλο και την ουρά μαζί. Τότε δεν υπήρχαν οι φιλεταρισμένες κι αν τώρα με ρωτήσεις, τις προτιμώ ακόμα με κόκαλο. Οι ελιές, το χωριάτικο ψωμί και καμιά ντοματούλα κομμένη γαρίφαλο, ήταν τα υπόλοιπα στάνταρ μαζί με τα παστά ψάρια που συνόδευαν τα όσπρια. Έτσι οι φακές και τα φασόλια γίνονταν ένα θεϊκό φαγητό και όχι καταναγκαστικό έργο.

Η παράδοση τις φακές τις θέλει λιτές και απέριττες. Με ένα – δυο δαφνόφυλλα, λίγη ρίγανη, χυμό ντομάτας, ξίδι και καλό ελαιόλαδο. Το κύμινο και ο κουρκουμάς είναι ανατολίτικες επιρροές και με βρήκαν δύσπιστη στην αρχή, μιας και δεν ήθελα να «μπασταρδέψω» τη γεύση που είχα στο μυαλό μου από παιδί. Μερικά πράγματα τα θες για πάντα έτσι όπως τα έχεις πρωτομάθει. Χωρίς φιοριτούρες και βαβούρα, αλλά λιτά και ξεκάθαρα στη γεύση τους.

Ωστόσο μια δοκιμή στάθηκε αρκετή για να με κάνει να προσθέσω στην μαμαδίστικη συνταγή μου τα δύο αυτά μπαχαρικά μια για πάντα. Άλλωστε η ποσότητά τους είναι μικρή και η παρουσία τους διακριτική μεν, αισθητή δε. Μερικές φορές, όπως και να το κάνουμε, ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο, και χαίρομαι πάντα όταν το διαπιστώνω για ακόμη μια φορά!

Δείτε τη συνταγή εδώ.