Για πρωινό ένα μεγάλο φλιτζάνι κακάο χωρίς γάλα. Καλύτερα έτσι, γιατί ήταν και πιο εύπεπτο. Μετά γύρω στις 10 το πρωί μια φέτα ψωμί με ταραμοσαλάτα, 2-3 ελιές και ένα μικρό κομματάκι χαλβά. Και το μεσημέρι κάτι νηστίσιμο. Αλλά δεν χρειαζόταν, μ’ αυτό το δεκατιανό μπορούσαμε να λυσσάμε στο παιχνίδι μέχρι αργά το απόγευμα χωρίς να πεινάσουμε.
Αυτά συμβαίνανε όταν τύχαινε να βρεθούμε στο σπίτι της γιαγιάς μου περίοδο νηστείας. Αναγκαστικά νηστεύαμε κι εμείς. Η γιαγιά μου ήταν μια πολύ αυστηρή και οριοθετημένη γυναίκα. Του προγράμματος και της θρησκείας. Μόνο όταν έβαφε το εσωτερικό του σπιτιού της έβγαινε μια παράξενη φλόγα από μέσα της. Πήγαινες τη μια χρονιά και στον ασβέστη για τους τοίχους είχε ρίξει πολύ λουλάκι, είχε κάνει το ξύλινο ταβάνι μελιτζανί και τις σανίδες στο πάτωμα καφέ.
Και μετά από μερικούς μήνες ήταν ροζ σκοτωμένο το ταβάνι, φιστικί τα ξύλινα πορτάκια στις εσοχές του τοίχου, μωβ το πάτωμα. Πολλά χρόνια αργότερα, όταν είδα τα έργα της Τζόρτζια Ο’Κιφ και μαγεύτηκα, θυμήθηκα τους χρωματικούς πειραματισμούς της γιαγιάς μου της Κωστάντως. Αυτή η υπέροχη ζωγράφος είχε αποδώσει με πολύ μεγαλύτερη ελευθερία τους συνδυασμούς των χρωμάτων που τολμούσε και η γιαγιά μου. Της ίδιας εποχής γυναίκες. Έμοιαζαν κιόλας στα γεράματά τους. Την ίδια αυστηρότητα είχε στο τέλος η μορφή τους. Κατά τα άλλα καμία σχέση.
Αυτά σκεφτόμουν πρωί-πρωί με δάκρυα στα μάτια λιώνοντας το κρεμμύδι για την ταραμοσαλάτα. Και όταν είδα το χρώμα της αποφάσισα να την ονομάσω ταραμοσαλάτα της Τζόρτζια Ο’Κιφ. Γιατί είναι υπέροχα χλωμό με μερικά λίγο πιο σκούρα στίγματα που και που, από το κριθάρι, σαν το χρώμα που σβήνει στις άκρες του Black Mesa στο Νέο Μεξικό, το οροπέδιο που ζωγράφισε η Ο’Κιφ το 1930.
Κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, δεν πίνω πια κακάο, μου πέφτει κάπως βαρύ. Πίνω μαύρο τσάι όπως και η Κωστάντω. Δεν είμαι θρησκευόμενη, αλλά νηστεύω τον καφέ, έτσι για μια αλλαγή στο άρωμα και τη γεύση του. Και τρώω ταραμοσαλάτα, ελιές και χαλβά για πρωινό που με κρατάνε χορτάτη μέχρι αργά το απόγευμα.
Η δικιά μου ταραμοσαλάτα, όμως, δεν είναι απαλή και φίνα. Αν επιθυμήσω μους ταραμά αέρινη θα πεταχτώ με το μπολάκι μου στο Aleria που είναι και κοντά και θα χιλιοπαρακαλέσω τον Γκίκα Ξενάκη να μου το γεμίσει. Γιατί για τα γούστα μου κάνει την καλύτερη, την πιο φίνα, την πιο νόστιμη και πολύ στενοχωρήθηκα όταν έβγαλε τη μους ταραμά από το καλωσόρισμα του εστιατορίου. Λογικό όμως δεν είναι; Τόσα υπέροχα πράγματα φτιάχνει αυτό το παιδί, δεν μπορεί να μένει κανείς στα ίδια και τα ίδια.
Εδώ και μερικά χρόνια, αντί για ψωμί, την φτιάχνω με κρητική κριθαροκουλούρα. Και γίνεται υπέροχη. Σήμερα είχα ένα σακούλι με κριθαροκουλουρίτσες του Τσατσαρωνάκη, αυτές χρησιμοποίησα. Ακολούθησα και δυο κόλπα του Πετρετζίκη (οι φίλες μου ορκίζονται στο όνομά του, λένε ότι όλες οι συνταγές του βγαίνουν. Τι να σας πω κάτι θα ξέρουν).
Πρώτον μούλιασα καλά τα παξιμάδια, μετά τα έβαλα σε μια πετσέτα της κουζίνας και τα έστυψα σε χρόνο dt, χωρίς να πεταχτεί ούτε ψίχουλο. Και μετά χτύπησα καλά στο μούλτι το κρεμμύδι με λίγο νερό (να το σκεπάζει) μέχρι να λιώσει και το σούρωσα. Η οδηγία λέει να το στύψουμε κι αυτό στην πετσέτα αλλά εντωμεταξύ την είχα βάλει για πλύσιμο και δεν ήθελα να λερώσω άλλη για μια σταλιά κρεμμύδι.
Το σούρωσα στο λεπτό σουρωτήρι και έγινε μια χαρά. Αυτό είναι ένα καλό κόλπο για να φύγει η κάψα του κρεμμυδιού και μια «άσχημη» μυρωδιά που τη δεύτερη μέρα χαλάει τη γεύση της ταραμοσαλάτας. Γιαυτό και παλιότερα δεν της έβαζα ποτέ κρεμμύδι. Αλλά το θέλει. Δοκιμάστε τη και δεν θα χάσετε.