Η ιστορία των σημερινών σουτζουκακίων (omg, τι έγραψα) έχει ως εξής: Πριν από μερικές ημέρες, την ώρα της μεγάλης πείνας στο γραφείο, «σκάει» στις οθόνες μας η συνταγή με τα σουτζουκάκια στον φούρνο της Χρυσαυγής Μπόμπολα. Αρχίζουν αμέσως κραυγές και ψίθυροι, του τύπου «μα καλά τέτοια ώρα βρήκες να τα ανεβάσεις που λιώνουμε στην πείνα», και άλλα τέτοια. Οπότε, τι να κάνω κι εγώ; Συμπάσχοντας, ενώ τρώγαμε κάτι ρημαδιασμένα τοστ, υποσχέθηκα ότι θα φέρω τη Δευτέρα τα δικά μου σουτζουκάκια, που τα φτιάχνω επίσης στον φούρνο αλλά δεν είναι «παιδικά» όπως της Χρυσαυγής…
Αυτό σημαίνει ότι μουλιάζω το ψωμί σε κόκκινο κρασί, μάλιστα ήταν ημίξηρο, γλυκούτσικο, αυτή τη φορά, τα «πάτησα» και στο κύμινο, που επειδή ήταν κάπως πολυκαιρισμένο, το πέρασα λίγο από το τηγάνι (το καβούρδισα ελαφρά) για να βγάλει τα αρώματά του. Είναι ωραίο κόλπο αυτό για τα μπαχαρικά, αλλά θέλει προσοχή για να μην καούν.
Επίσης στα σουτζουκάκια, σύμφωνα με τη μαμά της φίλης μου από τη Σμύρνη, που ήταν απόλυτη σε αυτό, βάζω μόνο σκόρδο, το κρεμμύδι το αφήνω για τη σάλτσα.
Ταιριάζουν και με ρύζι, αλλά το αγαπημένο μου ντουέτο είναι τα σουτζουκάκια με πουρέ πατάτας, χοντροκομμένο, να μην είναι απόλυτα λείος δηλαδή. Και εδώ υπάρχει ένα μυστικό, μάλλον δύο: Πρώτον, οι πατάτες να είναι από τα Ψαχνά ή ακόμα καλύτερα Τριπόλεως (νομίζω ποικιλία Σπούντα είναι κι αυτές αλλά τα χώματα κάνουν τη διαφορά!). Και ήμουν τυχερή γιατί βρήκα το Σάββατο φρέσκες από την Τρίπολη στη Μίνα, τη μανάβισσά μας στο Δερβένι. Και δεύτερον, μαζί με το γάλα και το βούτυρο βάζω και 2-3 κουταλιές κρέμα γάλακτος, ω ναι!
Οτι έγιναν ανάρπαστα δεν θα το σχολιάσω… Περίσσεψαν, όμως, λίγα και για σήμερα, που τα δοκιμάσαμε με γιαούρτι (αν είναι Κατσικίσιο Ροδόπη, ακόμα καλύτερα, έχω κάτι εμμονές κι εγώ, δε λέω).