Ο Χρήστος Ζερεφός σε πρόσφατη εκδήλωση | ΑΠΕ-ΜΠΕ
Επικαιρότητα

Ζερεφός: Η θερμοκρασία στην Ελλάδα θα ανέβει τρεις βαθμούς Κελσίου έως το 2100

Στο ίδιο διάστημα, το κόστος της κλιματικής αλλαγής για την χώρα, θα είναι περίπου διπλάσιο από το εξωτερικό χρέος της (πάνω από 700 δισεκατομμύρια ευρώ), είπε ο διακεκριμένος καθηγητής Φυσικής της Ατμόσφαιρας
Protagon Team

Τρεις βαθμούς Κελσίου θα ανέβει η μέση θερμοκρασία στην Ελλάδα έως το 2100, εκτιμά ο Χρήστος Ζερεφός, επίτιμος καθηγητής Φυσικής της Ατμόσφαιρας του ΑΠΘ και εδώ και λίγες ημέρες, εκπρόσωπος της χώρας διεθνώς για θέματα κλιματικής αλλαγής.

Μιλώντας σε ημερίδα που διοργάνωσαν την Παρασκευή στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ) πολλοί ερευνητικοί φορείς, όπως αναφέρει ρεπορτάζ του ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Ζερεφός αποκάλυψε ότι, σύμφωνα με νέες επικαιροποιημένες επιστημονικές εκτιμήσεις που ακόμη δεν έχουν δημοσιευθεί, πολύ δύσκολα η άνοδος της θερμοκρασίας στην Ελλάδα θα περιορισθεί έως το τέλος του αιώνα κάτω από τους τρεις βαθμούς Κελσίου, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.

Αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας –όπως και άλλες χώρες– δεν θα καταφέρει να τηρήσει τη συμφωνία του Παρισιού για τον περιορισμό της ανόδου της θερμοκρασίας στον 1,5-2 το πολύ βαθμούς Κελσίου μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα.

Οπως είπε ο κ. Ζερεφός, το κόστος της κλιματικής αλλαγής για την Ελλάδα, έως το 2100, θα είναι περίπου διπλάσιο από το εξωτερικό χρέος της (πάνω από 700 δισεκατομμύρια ευρώ).

«Είναι ακριβό το χόμπι του πετρελαίου και των ορυκτών καυσίμων», πρόσθεσε χαρακτηριστικά ο καθηγητής και επισήμανε ότι τα τελευταία 60 χρόνια έχει αυξηθεί κατά 100 φορές περίπου το κόστος των ζημιών από φυσικές καταστροφές παγκοσμίως.

Προέβλεψε επίσης, ότι η ένταση και συχνότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων θα αυξηθεί στο μέλλον.

Πρόσθεσε επίσης, ότι λόγω της ανθρώπινης απληστίας, της άναρχης ανάπτυξης και των διαφόρων παρανομιών, ιδίως στην Ελλάδα, «το ακραίο φυσικό φαινόμενο γίνεται ακόμη πιο ακραίο, με συνέπεια τις τραγωδίες».

«Το κράτος δεν αξιοποιεί τα επιστημονικά μας εργαλεία και υπηρεσίες»

Στην ημερίδα συμμετείχαν οι ακόλουθοι φορείς: Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (ΕΑΑ), Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, Ακαδημία Αθηνών, Εθνικό Κέντρο Ερευνών των Θετικών Επιστημών «Δημόκριτος», Ινστιτούτο Παστέρ, Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, Ερευνητικό Κέντρο «Αθηνά», Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών,  Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας.

Κεντρικό της θέμα ήταν πώς το κράτος θα αξιοποιήσει τα εργαλεία και τις υπηρεσίες για την πρόγνωση και αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών, που έχουν αναπτύξει οι επιστημονικοί φορείς της Ελλάδας.

Το ελληνικό κράτος και οι φορείς του δεν έχουν ακόμη βρει ένα συντονισμένο και συστηματικό τρόπο να αξιοποιούν αυτά τα χρήσιμα στοιχεία, είπε ο πρόεδρος του ΕΑΑ, Μανώλης Πλειώνης.

Σε δηλώσεις του στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο πρόεδρος του ΕΑΑ ανέφερε ότι «έχουμε διαπιστώσει την διαχρονική αδυναμία η κεντρική διοίκηση να αξιοποιήσει πλήρως την μετουσιωμένη σε υπηρεσίες και εργαλεία καινοτόμο έρευνα που διεξάγεται στα εθνικά ερευνητικά κέντρα.

»Παρ’όλη την δεδηλωμένη θέληση της πολιτείας και των εκπρόσωπων της και τις σημαντικές αλλά αποσπασματικές συνεργασίες που έχουν ήδη αναπτυχθεί, με ιδιαίτερα επιτυχημένες αυτή με τη Πυροσβεστική Υπηρεσία, την Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση.

»Η αναγκαιότητα διαμόρφωσης ενός αποτελεσματικού εθνικού σχεδίου πολιτικής προστασίας για τους φυσικούς και ανθρωπογενείς κινδύνους αλλά και για την κλιματική αλλαγή, είναι επιτακτική. Απαιτεί δράσεις συντονισμού και συνεργειών, και σε επίπεδο επιχειρησιακής συν-ευθύνης, μεταξύ των δημόσιων ερευνητικών φορέων και των φορέων Πολιτικής Προστασίας, αλλά και των φορέων εκπόνησης και διαμόρφωσης των πολιτικών. Το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, με τεχνογνωσία στην παρακολούθηση και καταγραφή των σεισμολογικών, κλιματικών, ατμοσφαιρικών, περιβαλλοντικών και ιονοσφαιρικών παραμέτρων στη χώρα μας, θα έπρεπε να είναι ο καθ’ ύλην επιστημονικός συνομιλητής της Πολιτείας σε θέματα που άπτονται μιας μεγάλης γκάμας έντονων φυσικών φαινομένων και φυσικών καταστροφών».