Επικαιρότητα

Το νέο αρχιτεκτονικό «θαύμα» της Ζάχα Χαντίντ στη Μόσχα

Στον κόσμο της ιρακινοβρετανής αρχιτεκτόνισσας, δεν υπάρχουν κανόνες. Μόνο αίθρια, καμπύλες, πολλή φαντασία, αλλά και επικρίσεις.
Μαρίσσα Δημοπούλου

Στη φιλοσοφία η σχολή της αποδόμησης έχει μία μόνο αρχή: τίποτα δεν είναι δεδομένο, όλα μπορούν να διαψευστούν. Στην αρχιτεκτονική και το design αυτός ο κανόνας εξωτερικεύεται στις κατασκευές της πολυβραβευμένης, αλλά αντισυμβατικής, αρχιτεκτόνισσας Ζάχα Χαντίντ. Οι γωνίες δεν χρειάζεται να είναι γωνίες, μπορούν να μεταμορφωθούν σε καμπύλες, οι ευθείες δεν χρειάζεται να είναι τόσο ίσιες, μπορούν να στραβώσουν, να σπάσουν, ακόμα και να διασταυρωθούν μεταξύ τους, οι κλειστοί χώροι μπορούν να ανοίξουν διάπλατα κι ένα κτίριο δεν χρειάζεται να μοιάζει (καθόλου) με το περιβάλλον του για να ενσωματωθεί σ’ αυτό.

Κάπως έτσι «έσκασε» το πιο πρόσφατο κτίριο της Χαντίντ, το «Dominion Office Building», μοντέρνο κι επιβλητικό, σε μια βιομηχανική συνοικία στην νοτιοανατολική Μόσχα. Οσο κοφτερές είναι οι γωνίες του απ’ έξω, τόσο έχουν λειανθεί στο εσωτερικό του. Κι εκεί αντί για πόρτα-σκάλα-όροφο συναντάς έναν ορθάνοιχτο χώρο, ένα αίρθιο, με σκάλες που διακλαδώνονται μεταξύ τους σαν πλήκτρα πιάνου, ενώνουν τους διαφορετικούς ορόφους και διαδρόμους και δημιουργούν μια αίσθηση αέναης κίνησης, ή ακόμα και ίλλιγγου. «Δεν είμαστε εδώ για να κάνουμε ωραία μικρά κτίρια, ούτε μας αφορούν οι κανόνες. Και ο κόσμος μας δεν είναι ορθογώνιος», έχει δηλώσει η ίδια.

Καθένα από τα σχέδια της Χαντίντ επιδεικνύει ότι η δημιουργικότητα δεν είναι ανάγκη να ακολουθεί τους κανόνες της αρχιτεκτονικής, μπορεί να γίνει και το αντίστροφο: η μορφή να ακολουθεί την φαντασία. Στη φαντασία της, εκτός από άπλετους χώρους με πολύ φως, η ιρακινο-βρετανή αρχιτεκτόνισσα -και πρώτη γυναίκα που βραβεύτηκε με το αγγλικό Βραβείο Ντιζάιν, το 2014, για το Πολιτιστικό Κέντρο Χαϊντάρ Αλίγεφ στο Μπακού- μάλλον τα βλέπει όλα ασπρόμαυρα. Τουλάχιστον αυτό το μοτίβο διακρίνει κάποιος, με μια πρώτη ματιά, στον εσωτερικό σχεδιασμό πολλών κτιρίων που έχει αναλάβει η εταιρεία «Ζάχα Χαντίντ Αρχιτέκτονες», η οποία σήμερα αποτελείται από 400 μέλη και έχει αναλάβει συνολικά 950 πρότζεκτ σε 55 διαφορετικές χώρες. Με μια δεύτερη, πιο προσεκτική, ματιά ή θα διακρίνεις τη δημιουργική ευφυία της 65χρονης αρχιτεκτόνισσας ή θα ζαλιστείς και θα την κατατάξεις στους «πολύ προκλητικούς» ή «υπερβολικά αφηρημένους για σένα».

Ενα είναι βέβαιο για τον καλλιτεχνικό οίστρο της Χαντίντ –είναι πολύ ακριβός. Τόσο ακριβός που της κόστισε και τη συμμετοχή στο διαγωνισμό για το νέο Εθνικό Στάδιο της Ιαπωνίας στο Τόκιο, όπου θα διεξαχθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες το 2020. Η Χαντίντ και η ομάδα της κέρδισαν στον διαγωνισμό, το 2013, λίγο αφ’ ότου ανακοινώθηκε ότι το Τόκιο θα φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς, μετά το Ρίο Ντε Τζανέιρο. Μέσα σε σχεδόν τρία χρόνια ο προϋπολογισμός του σταδίου είχε παραφουσκώσει, ξεπερνώντας τα 1,8δισ. ευρώ, ποσό σχεδόν διπλάσιο από το προβλεπόμενο κόστος των 950εκατ. ευρώ. Με άλλα λόγια, η Χαντίντ ήθελε να κατασκευάσει το ακριβότερο και θηριωδέστερο στάδιο στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, και τελικά, το’ χασε μέσα από τα χέρια της. Ο ιάπωνας πρωθυπουργός, Σίνζο Αμπε, απέρριψε το σχέδιό της «λόγω υπερβολικού κόστους» και ανακοίνωσε τη διεξαγωγή δεύτερου διαγωνισμού, από τον οποίο η Χαντίντ έχει ήδη παραιτηθεί.

Η εξήγηση που έδωσε η ίδια ήταν οτι «δεν θέλουν ένας ξένος να κατασκευάσει το εθνικό τους στάδιο». Βέβαια με την ίδια ευκολία απέρριψε τις πολύ βαρύτερες κατηγορίες που δέχεται για ένα άλλο στάδιο που έχει αναλάβει η εταιρεία της, το ποδοσφαιρικό γήπεδο στο Κατάρ, όπου θα φιλοξενηθεί το Μουντιάλ το 2022. Στη δημοσιογράφο του BBC, Σάρα Μοντάγκ, που επέμενε να τη ρωτά εάν έχουν πράγματι πεθάνει 1.200 εργαζόμενοι στο εργοτάξιο του σταδίου, η Χαντίντ απάντησε οτι «είναι εντελώς ανακριβές αυτό που λέτε, δεν έχει πεθάνει κανένας στο εργοτάξιό μας … θα’ πρεπε να ελέγχετε τις πηγές σας, έκανα μήνυση σ’έναν δημοσιογράφο (του New York Review of Books) που ισχυρίστηκε κάτι τέτοιο, κι έπειτα το ανακάλεσαν και μου ζήτησαν συγγνώμη». Υστερα από τέσσερις ερωτήσεις, η Χαντίντ διέκοψε τη συνέντευξη κι έφευγε.

Μπορεί να είναι ευέξαπτη, για κάποιους, μάλιστα, είναι ένας «ένας τύραννος» που δεν υπολογίζει πώς αισθάνονται οι άνθρωποι στο εσωτερικό των κτιρίων της, αλλά για τον αρχιτέκτονα και μέντορά της, Ρεμ Κούλχαας, η Χαντίντ είναι «ένας πλανήτης που κινείται στην δική του τροχιά». Και δεν παύει να είναι μια γυναίκα από τον αραβικό κόσμο σε μια βιομηχανία που ανήκει, ακόμα, κατ’ εξοχήν στους λευκούς άνδρες.