Δύο και πλέον χρόνια μετά το έγκλημα, ξεκίνησε ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου η δίκη των έξι κατηγορουμένων, δύο επιχειρηματιών (ένας κοσμηματοπώλης και ένας μεσίτης) και τεσσάρων αστυνομικών, για τις συνθήκες θανάτου του Ζακ Κωστόπουλου το μεσημέρι της 21ης Σεπτεμβρίου 2018 στην οδό Γλάδστωνος, στο κέντρο της Αθήνας.
Και οι έξι αντιμετωπίζουν την κατηγορία της θανατηφόρας σωματικής βλάβης.
Αφού κλήρωσε τους ενόρκους, το δικαστήριο διέκοψε τη συνεδρίασή του για τις 6 Νοεμβρίου, λόγω προβλημάτων υγείας που επικαλέστηκε ένας εκ των δικηγόρων του κατηγορούμενου μεσίτη (αναφέρθηκε ότι έχει συμπτώματα κορονοϊού).
Στις 11 Νοεμβρίου ορίστηκε και η αμέσως επόμενη συνεδρίαση του δικαστηρίου.
Οι εικόνες του άγριου ξυλοδαρμού του Ζακ Κωστόπουλου στην οδό Γλάδστωνος, με τον 33χρονο να δέχεται σφοδρά χτυπήματα από τους δύο πολίτες και να αφήνει την τελευταία του πνοή στο πεζοδρόμιο, ενώ οι αστυνομικοί προσπαθούσαν να του περάσουν χειροπέδες, χαρακτηρίστηκαν από την πολιτική αγωγή «θάνατος σε δημόσια θέα».
Ο θάνατος του Κωστόπουλου, μέρα μεσημέρι στην καρδιά της πρωτεύουσας, προκάλεσε όλα αυτά τα χρόνια το κοινό αίσθημα και διοργανώθηκαν πολλές διαδηλώσεις –καθώς οι περισσότεροι το περιέγραψαν ως έγκλημα και με ρατσιστικά χαρακτηριστικά.
Είναι δε ενδεικτικό ότι η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση θεώρησε σωστό την παραμονή έναρξης της δίκης των έξι κατηγορουμένων να φωταγωγήσει το εμβληματικό κτίριό της στη λεωφ. Συγγρού με την εικόνα του θύματος, συντασσόμενη μέσω των social media και με τη διαδικτυακή απαίτηση για δικαιοσύνη: #Justice4ZakZackie.
Εξω από το δικαστήριο εκατοντάδες άτομα διαδήλωσαν, ζητώντας επίσης δικαιοσύνη για τον Ζακ Κωστόπουλο.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, ο 33χρονος Κωστόπουλος, στις 21 Σεπτεμβρίου 2018 και ώρα 14.30, εισήλθε για άγνωστη αιτία στο κοσμηματοπωλείο του πρώτου κατηγορούμενου επί της οδού Γλάδστωνος, του οποίου η πόρτα ήταν ανασφάλιστη από τον ιδιοκτήτη, λόγω της ολιγόλεπτης απουσίας του.
Ο Κωστόπουλος, σύμφωνα με τη δικογραφία, ήταν σε υπερδιέγερση και όταν αντιλήφθηκε ότι δεν μπορεί να εξέλθει, άρχισε να χτυπά με πυροσβεστήρα αρχικά τη γυάλινη θύρα και στη συνέχεια το κατώτερο επίπεδο της βιτρίνας που θρυμματίστηκε.
Οταν το θύμα επιχείρησε να συρθεί για να βγει από εκεί, δέχθηκε αλλεπάλληλα σφοδρά χτυπήματα στο κεφάλι και το σώμα από τον κοσμηματοπώλη και τον μεσίτη.
Στη συνέχεια οι αστυνομικοί, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ενώ ήδη ήταν αιμόφυρτος και σε «αδυναμία συγκέντρωσης των δυνάμεών του και εμφάνιζε δυσχέρειες στην αναπνοή… έδρασαν με υπερβάλλοντα ζήλο» και με άσκηση έντονης βίας τον ακινητοποίησαν.
- Διαβάστε: Πόσα συγγνώμη για τον Ζακ
Το βούλευμα αναφέρει ότι οι δύο καταστηματάρχες, αν και λόγω της ηλικίας τους και της στοιχειώδους κοινωνικής εμπειρίας που είχαν, θα μπορούσαν να προβλέψουν το θανατηφόρο αποτέλεσμα των χτυπημάτων, εν τούτοις, «από έλλειψη της προσήκουσας προσοχής… έδρασαν απερίσκεπτα μη προβλέποντας το επελθόν αποτέλεσμα».