Διαδηλωτής με μάσκα του Πούτιν σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από τη ρωσική πρεσβεία στο Λονδίνο | REUTERS/Susannah Ireland
Επικαιρότητα

Υπερδιπλασιάστηκαν οι Ευρωπαίοι που βλέπουν τη Ρωσία ως αντίπαλο

Η εισβολή που διέταξε ο Πούτιν στην Ουκρανία κατάφερε να χαλάσει την εικόνα της χώρας του στα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ, σύμφωνα με μεγάλη έρευνα. Αντίθετα, η εικόνα των ΗΠΑ έχει βελτιωθεί πολύ από τότε που έφυγε ο Τραμπ από τον Λευκό Οίκο, ενώ η πλειοψηφία επιθυμεί καλές σχέσεις με την Κίνα
Protagon Team

Δεκαπέντε μήνες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, πολύ περισσότεροι Ευρωπαίοι από ό,τι το 2021 –σχεδόν τα δύο τρίτα– θεωρούν τη Μόσχα αντίπαλο ή ανταγωνιστή, αλλά οι απόψεις σχετικά με τις μακροπρόθεσμες σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τον ανατολικό γείτονά της εξακολουθούν να διαφέρουν σημαντικά από χώρα σε χώρα.

Σε έρευνα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR), η οποία διεξήχθη σε πολλές χώρες, διαπιστώθηκε επίσης ότι η μεγάλη πλειοψηφία τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης των αμυντικών δυνατοτήτων της ΕΕ, αντί να βασίζεται στις ΗΠΑ, και ότι πολλοί βλέπουν την Κίνα ως εταίρο και όχι ως ανταγωνιστή.

«Οι Ευρωπαίοι θέλουν να δουν την ΕΕ να γίνεται πιο αυτοδύναμη στην εξωτερική πολιτική και να αναπτύσσει τις δικές της αμυντικές ικανότητες» δήλωσε μια από τις συντάκτριες της έρευνας, η Γιάνα Πουλιέριν, προσθέτοντας ότι τα αιτήματα έχουν γίνει πιο επιτακτικά λόγω του πολέμου και των αυξανόμενων εντάσεων ΗΠΑ-Κίνας.

«Αυτή θα μπορούσε να είναι μια καθοριστική στιγμή για την ΕΕ» είπε η ίδια, αλλά θα εξαρτηθεί από το αν μπορεί «να συμβιβάσει τις διαφορές απόψεων εντός του μπλοκ και να μετατοπιστεί από την εξάρτησή της από τις ΗΠΑ σε μια θέση όπου θα μπορεί να διαμορφώνει τις δικές της πολιτικές θέσεις».

Οπως σημείωσε ο Guardian, περίπου το 64% των ερωτηθέντων στα 11 κράτη-μέλη της ΕΕ που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι βλέπουν τη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν ως ανταγωνιστή (9%) ή, χειρότερα, ως αντίπαλο (55%).

Ωστόσο, το ποσοστό των ατόμων που έχουν έντονα αρνητική άποψη για τη Ρωσία ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό και κυμαίνεται από 74% στη Δανία, 71% στην Πολωνία, 70% στη Σουηδία, 67% στην Ολλανδία και 62% στη Γερμανία, έως 37% στην Ιταλία και μόλις 17% στη Βουλγαρία.

Περίπου το 39% των Ούγγρων και το 65% των Βουλγάρων βλέπουν τη Ρωσία ως σύμμαχο ή απαραίτητο εταίρο. «Είναι ανησυχητικό ότι η Ιταλία βρίσκεται κάπου στο ενδιάμεσο» έγραψαν οι συντάκτες της έκθεσης. «Αλλες πρωτεύουσες ίσως φοβούνται ότι η Ρώμη μπορεί να επανεξετάσει τη [φιλοουκρανική] στάση της».

Σχεδόν οι μισοί Ευρωπαίοι (48%) πιστεύουν ότι η χώρα τους θα πρέπει να έχει μόνο μια «περιορισμένη» σχέση με τη Ρωσία, εάν ο πόλεμος τελειώσει με μια ειρηνευτική διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων, για παράδειγμα με εμπορικές συναλλαγές μόνο σε ορισμένες βιομηχανίες.

Και εδώ συναντάται ευρύ φάσμα απόψεων, με την Πολωνία (39%) να είναι η χώρα που τάσσεται περισσότερο υπέρ της διακοπής όλων των δεσμών με τη Ρωσία, ενώ η Γερμανία (26%), η Ουγγαρία (32%), η Αυστρία (36%) και η Βουλγαρία (51%) δείχνουν ισχυρή υποστήριξη στην πλήρη μεταπολεμική συνεργασία με τη Ρωσία.

«Η επικρατούσα άποψη είναι ότι η Ευρώπη θα πρέπει να επιδιώξει μια περιορισμένη σχέση με τη Ρωσία» ανέφεραν οι συντάκτες της έκθεσης. «Συνολικά, αυτό παρέχει τα θεμέλια για μια συμφωνία μεταξύ των Ευρωπαίων… Αλλά κάποια διάσταση απόψεων μοιάζει αναπόφευκτη».

Η ήττα του Τραμπ βελτίωσε την εικόνα των ΗΠΑ στην ΕΕ

Η έκθεση, με τίτλο «Κρατώντας την Αμερική κοντά, τη Ρωσία χαμηλά και την Κίνα μακριά», διαπίστωσε ακόμα ότι οι ΗΠΑ έχουν αποκαταστήσει σε μεγάλο βαθμό τη φήμη τους ως φίλου και εταίρου της ΕΕ σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα, λίγους μήνες μετά την ήττα του Ντόναλντ Τραμπ.

Το 2021, καμία από τις 11 χώρες δεν έβλεπε την Ουάσινγκτον ως σύμμαχο «που μοιράζεται τα ευρωπαϊκά συμφέροντα και αξίες». Φέτος όμως, το 32% πιστεύει ότι αυτό έχει αλλάξει, με ποσοστό που κυμαίνεται από 55% στη Δανία έως μόλις 13% στη Βουλγαρία, ενώ το 43% συνολικά βλέπει τις ΗΠΑ ως απαραίτητο εταίρο.

Υπάρχει, ωστόσο, σαφής ανησυχία για την πιθανή επανεκλογή του Τραμπ: Το 56% θεωρεί ότι θα αποδυνάμωνε τις σχέσεις της ΕΕ με τις ΗΠΑ. Αυτό οδήγησε στην ισχυρή υποστήριξη, από την πλειοψηφία (74%), της ιδέας ότι η ΕΕ πρέπει να φροντίζει για τη δική της άμυνα, αντί να βασίζεται στις ΗΠΑ για την ασφάλειά της.

Οι σχέσεις με την Κίνα

Η πλειοψηφία του 62% και στα 11 κράτη δήλωσε επίσης ότι η χώρα τους θα πρέπει να μείνει έξω από οποιαδήποτε σύγκρουση στην Ταϊβάν. Λιγότεροι από το ένα τέταρτο δήλωσαν ότι θα ήθελαν η κυβέρνησή τους να πάρει το μέρος των ΗΠΑ, με το ποσοστό αυτών να είναι μεγαλύτερο στη Σουηδία, στην Πολωνία και στην Ολλανδία.

Ωστόσο, η έκθεση έδειξε ότι λίγοι Ευρωπαίοι συμφωνούν με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία κάλεσε το μπλοκ να επανεκτιμήσει τις σχέσεις με το Πεκίνο και να αναπτύξει «μια ξεκάθαρη εικόνα για τους κινδύνους».

Μόνο ένας στους πέντε θεωρεί ότι η εμπορική και επενδυτική σχέση της Ευρώπης με την Κίνα εγκυμονεί περισσότερους κινδύνους από ό,τι οφέλη, ενώ η πλειοψηφία (43% κατά μέσο όρο) θεωρεί το Πεκίνο απαραίτητο εταίρο και θα δίσταζε στην ιδέα της επιβολής κυρώσεων.

Παρ’ όλο που το 70% των Ευρωπαίων αναγνωρίζει ότι η Κίνα και η Ρωσία είναι εταίροι στην παγκόσμια σκηνή –όπως αποδεικνύεται από την οικονομική εταιρική σχέση τους, η οποία ανακοινώθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο–, δεν επιθυμεί διακοπή των σχέσεων με το Πεκίνο.

Υπάρχουν όμως ανησυχίες σχετικά με την οικονομική ατζέντα της Κίνας και τις φιλοδοξίες ήπιας ισχύος, με πολλούς Ευρωπαίους να μην αισθάνονται άνετα με την κινεζική ιδιοκτησία βασικών υποδομών, όπως γέφυρες ή λιμάνια (65%) και εταιρείες τεχνολογίας (58%).

Για πολλούς, ενδεχόμενες κινεζικές παραδόσεις όπλων στη Ρωσία θα αποτελούσαν σαφή κόκκινη γραμμή, με το 41% κατά μέσο όρο να δηλώνει ότι αυτό θα τους ωθούσε να υποστηρίξουν οικονομικές κυρώσεις κατά του Πεκίνου, ακόμη και αν έβλαπτε τις Δυτικές οικονομίες.

Η Πουλιέριν και ο συνεργάτης της, Πάβελ Ζέρκα, επισήμαναν ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να εντοπίσουν τα ζητήματα για τα οποία οι πολίτες είναι ανοιχτοί σε μεγάλες αλλαγές –όπως η αναβάθμιση της άμυνας της ΕΕ–, χωρίς όμως να παραβλέπουν τυχόν ενδοιασμούς τους.