«Δίκοπο μαχαίρι» με πολλά ερωτηματικά για την αποτελεσματικότητα του μέτρου αλλά και την κοινωνική και ηθική διάσταση του εγχειρήματος, είναι η καραντίνα που επέβαλαν στα 11 εκατ. κατοίκους του Γουχάν, οι κινεζικές αρχές.
Η Κίνα αποφάσισε την… οργουελικής έκτασης εφαρμογή της καραντίνας λόγω της εμφάνισης του μυστηριώδους και θανατηφόρου κοροναϊού, πρώτα στη συγκεκριμένη πόλη και αργότερα σε άλλα μέρη του πλανήτη, ανάμεσά τους, τις ΗΠΑ, την Ταϊλάνδη και την Ιαπωνία. Σε όλες τις περιπτώσεις όμως, οι ασθενείς έφυγαν από την Γουχάν.
Μέχρι το μεσημέρι της Πέμπτης, είχαν καταγραφεί περισσότερα από 600 κρούσματα και 17 θάνατοι.
Η τακτική της καραντίνας εφαρμόζεται κατά καιρούς σε διάφορα μέρη του κόσμου, αλλά τα αποτελέσματα είναι αμφίβολα, λένε οι ειδικοί. Σε τέτοια έκταση όμως και σε τόσο μεγάλο πληθυσμό, δεν έχει επιβληθεί ποτέ στο παρελθόν.
«Είναι ένα απίστευτο εγχείρημα. Δεν έχω ακούσει ποτέ τόσοι άνθρωποι να αποκλείονται σε μία πόλη για να μην εξαπλωθεί μία ασθένεια. Ακόμα και έτσι όμως, κάποιοι θα καταφέρουν να φύγουν», είπε στους Νew York Times, ο Χάουαρντ Μάρκελ. καθηγητής Ιστορίας της Ιατρικής στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν.
Ο Τζέιμς Χοντζ Τζούνιορ, διευθυντής του Κέντρου Δημόσιας Υγείας και Πολιτικής στο πολιτειακό πανεπιστήμιο της Αριζόνα, προειδοποίησε ότι το μέτρο θα οδηγήσει, σίγουρα, σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ στις ΗΠΑ θα κρινόταν αντισυνταγματικό.
«Μπορεί εύκολα να φέρει το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα, καθώς θα εμποδίσει υγιείς ανθρώπους να φύγουν από την πόλη και ίσως τους εκθέσει σε μεγαλύτερο κίνδυνο μόλυνσης. Είναι μεγάλο το ρίσκο», είπε.
Η πρακτική του αποκλεισμού ανθρώπων και αγαθών για την πρόληψη της εξάπλωσης μίας ασθένειας, έγινε γνωστή ως καραντίνα, τον 14ο αιώνα, στη Βενετία, την εποχή της πανδημίας της μαύρης πανώλης. Τότε, τα πλοία που έφταναν στη Βενετία, στάθμευαν υποχρεωτικά στα ανοιχτά για 40 ημέρες (quaranta giorni στα ιταλικά).
Οπως επισημαίνει ο Χοτζ, η καραντίνα είναι αποτελεσματική μόνο όταν αποκλείει αυτούς που έχουν μολυνθεί από έναν ιό ή είναι πιθανό να έχουν μολυνθεί λόγω επαφής με ασθενή.
«Συνήθως σημαίνει ότι δεν μπορείς να φύγεις από το σπίτι σου, δεν μπορείς να πας στο σχολείο, τη δουλειά, την εκκλησία, το σουπερμάρκετ. Αλλά εδώ είναι ακραία η περίπτωση».
Παραδείγματα καραντίνας στο παρελθόν
Το 2014, οι αρχές της Σιέρα Λεόνε, μίας χώρας επτά εκατ. ανθρώπων, έδωσαν εντολή σε όλους να μείνουν σπίτια τους για τρεις ημέρες, ενώ 7.000 ομάδες εργαζομένων στην υγεία πήγαιναν πόρτα – πόρτα να βρουν κρυμμένους ασθενείς με Εμπολα.
Νωρίτερα φέτος, οι αρχές της Λιβερίας έβαλαν σε καραντίνα, λόγω Εμπολα, μία μεγάλη συνοικία όπου ζουν 60.000-120.000 άνθρωποι σε άθλιες συνθήκες. Το μέτρο προκάλεσε συγκρούσεις με δυνάμεις του στρατού και ίσως να βοήθησε τελικά στην εξάπλωση της ασθένειας, λένε οι ειδικοί, καθώς πολλοί άνθρωποι συγκεντρώνονταν σε ένα σημείο για να λάβουν τρόφιμα και άλλα είδη.
Το 2003, στο Οντάριο του Καναδά, την εποχή της εξάπλωσης του ιού SARS, οι αρχές ζήτησαν όσοι είχαν έστω και ένα σύμπτωμα της ασθένειας να μείνουν σπίτι τους λίγες ημέρες λόγω των διακοπών του Πάσχα.
Στο Πεκίνο, τουλάχιστον 4.000 κάτοικοι που είχαν εκτεθεί στον ιό, κρατήθηκαν στην απομόνωση και 300 φοιτητές που είχαν επαφή με ασθενείς, κλείστηκαν σε στρατόπεδο για δύο εβδομάδες.
Οι ιστορικοί πάντως, επισημαίνουν, ότι η καραντίνα συχνά είχε στόχο μειονότητες. Τον 14ο αιώνα, την εποχή της μαύρης πανώλης, είχαν στηθεί μπλόκα με οπλισμένους φρουρούς στους δρόμους και στα λιμάνια, κρατώντας μακριά τους λεπρούς, τους Εβραίους και άλλες μειονότητες, σύμφωνα με την Ευγενία Τονιότι, ερευνήτρια στην Ιταλία, ειδική στην ιστορία της καραντίνας.
Στη διάρκεια επιδημίας χολέρας, στην Ευρώπη το 1830, η Νάπολη περιόρισε τις μετακινήσεις εκδιδόμενων γυναικών και ζητιάνων, επειδή πίστευαν ότι μετέφεραν τον ιό.
Το 1892, στο Μανχάταν, Ρωσοεβραίοι εκδιώχθηκαν σε ένα νησάκι ανοικτά του Μπρονξ, λόγω της επιδημίας τυφοειδούς πυρετού. Εκτός από τους ασθενείς όμως, σε καραντίνα μπήκαν και οι γείτονές τους και όσοι είχαν έλθει σε επαφή μαζί τους.
«Αυτή είναι η σκοτεινή πλευρά της καραντίνας – η κακή χρήση της πρακτικής ως κοινωνικό εργαλείο αντί για την επιστημονική της χρήση ως ιατρικό εργαλείο», τονίζει ο Χάουαρντ Μάρκελ.