Αντιδράσεις έχουν πυροδοτήσει στις ΗΠΑ δημοσιεύματα σχετικά με μια έρευνα του πανεπιστημίου Στάνφορντ η οποία φέρεται να είχε χρηματοδοτηθεί από ιδρυτή αερογραμμών ώστε ο κορονοϊος να «παρουσιαστεί, στατιστικά, λιγότερο θανατηφόρος».
Όπως αναφέρει η ιστοσελίδα ΒuzzFeed, μια πηγή του πανεπιστημίου αποκάλυψε πως η συγκεκριμένη έρευνα του καθηγητή Τζον Ιωαννίδη και συνεργατών του είχε χρηματοδοτηθεί εν μέρει από τον ιδρυτή των αερογραμμών JetBlue Airways, Ντέιβιντ Νίλμαν.
Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στις 17 Απριλίου και ανέφεραν ότι ο ιός πιθανώς να είχε μολύνει από 50 έως και 85 φορές περισσότερους ανθρώπους από τα καταγεγραμμένα κρούσματα στις ΗΠΑ και, ως εκ τούτου, ήταν πολύ λιγότερο επικίνδυνος για τους ανθρώπους από όσο πιστευόταν, ρίχνοντας το ποσοστό θνητότητας στο 0,12% με 0,2%.
Σύμφωνα με την εφημερίδα New York Times ορισμένα στοιχεία της έρευνας αναθεωρήθηκαν αφότου ελέγχθηκαν από ανεξάρτητους επιστήμονες.
Μετά την δημοσίευση της έρευνας ο ιδρυτής των αερογραμμών και υποστηρικτής της θεωρίας ότι ο κορονοϊος δεν αποτελεί απειλή για την δημόσια υγεία, έγραψε άρθρο στην συντηρητική ιστοσελίδα Daily Wire στο οποίο ανέφερε ότι η παραπάνω μελέτη «αλλάζει τους όρους του παιχνιδιού».
Την ίδια ώρα ο Ιωαννίδης υποστήριζε στο Fox News ότι «η πλειονότητα του πληθυσμού διατρέχει ελάχιστο κίνδυνο, όσο κινδυνεύετε να σκοτωθείτε ενώ οδηγείτε από το σπίτι στη δουλειά και ξανά πίσω».
Από τα επίμαχα emails που έχει στη διάθεσή της η ιστοσελίδα, προκύπτει πως οι συγγραφείς της έρευνας αγνόησαν τις ενστάσεις δύο καθηγητών του πανεπιστημίου, που επιχείρησαν να διασταυρώσουν την ακρίβεια των τεστ αντισωμάτων που χρησιμοποιήθηκαν.
Ο Τζον Ιωαννίδης κληθείς να απαντήσει σε σχετικό ερώτημα για την ύπαρξη δωρεάς είπε δεν ήταν «προσωπικά ενήμερος» για κάτι τέτοιο.
Σύμφωνα με την BuzzFeed, o Νίλμαν επιβεβαίωσε ότι είχε κάνει δωρεά 5.000 δολαρίων στο πανεπιστήμιο για να δοθούν στους επιστήμονες και επικοινωνούσε μαζί τους.
Ωστόσο αρνήθηκε τις κατηγορίες ότι άσκησε επιρροή στα αποτελέσματα με οποιονδήποτε τρόπο, προσθέτοντας πως οι επιστήμονες επέδειξαν «φοβερή ακεραιότητα» και δεν του αποκάλυψαν τα αποτελέσματα πριν αυτά δημοσιευτούν.
Με φόντο τα παραπάνω η Τζούλι Γκρέισιους, εκπρόσωπος του πανεπιστημίου Στάνφορντ, τόνισε στην ιστοσελίδα ότι έχει ενημερωθεί για τους «σοβαρούς προβληματισμούς» σχετικά με την έρευνα και ότι «η ακεραιότητα των ερευνών του Stanford Medicine είναι στον πυρήνα της αποστολής μας».