Ποιος το περίμενε. Ο Πόουλ Τόμσεν, ο «λύκος» του ΔΝΤ, να είναι ο πιο πιστός σύμμαχος της Ελλάδας και να ζητάει εδώ και τώρα ελάφρυνση του χρέους από τον Βόλφανγκ Σόιμπλε.
Ετσι όμως είναι η (πολιτική) ζωή. Τι και αν τον κατηγορούν όλοι ότι έπεσε έξω στις προβλέψεις του, βύθισε μια ολόκληρη χώρα στην ύφεση και μια κοινωνία στη μελαγχολία.
Σήμερα είναι στο πλευρό της Ελλάδας αφού βλέπει, δικαίως, ότι είναι αδύνατον μια οικονομία που αγωνίζεται να βγει από επταετή κρίση να αποκτήσει αναπτυξιακή δυναμική όταν της ζητούν να έχει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ για πέντε χρόνια και εσαεί (ως το 2060) πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 2% του ΑΕΠ.
Ελα όμως που κι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έχει το δίκιο του. Οπως λένε οι πληροφορίες αυτό που υποστήριξε στο Eurogroup είναι ότι η Ελλάδα πρέπει πρώτα απ’ όλα, κατ’ απόλυτη προτεραιότητα, να εξοφλήσει τα διακρατικά δάνεια ύψους 56 δισ. ευρώ, αυτά που πήρε από το πρώτο Μνημόνιο. Κι αυτά δεν επιδέχονται κούρεμα. Αρα πρέπει να βρίσκει μόνη της τα λεφτά -από τα πλεονάσματα, τις αποκρατικοποιήσεις κι από τις αγορές- για να εξοφλήσει τους εταίρους.
Και μετά βλέπουμε.
Το ευτύχημα είναι ότι η ήδη η Ελλάδα εδώ και δύο χρόνια πληρώνει τις δόσεις των δανείων προς τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης κι αυτό θα συνεχίσει να πράττει.
Το δεύτερο ανοιχτό ζήτημα είναι πώς θα πληρώσει τους τόκους του δανείου των 130 δισ. ευρώ από τον ESM που πήρε μετά το PSI το 2012 καθώς τότε μάς δόθηκε δεκαετής περίοδος χάριτος. Οι τόκοι ύψους 15 δισ. ευρώ σωρεύονται το 2022 και όπως αντιλαμβάνονται όλοι είναι αδύνατον να εξυπηρετηθούν.
Εδώ οι Γερμανοί μπορεί να κάνουν πίσω και να αποδεχθούν τη λύση της κεφαλαιοποίησης των τόκων για την κατανομή του βάρους τους σε βάθος της επόμενης δεκαετίας (από το 2022 έως το 2032).
Ομως και πάλι δεν λύνεται το συνολικό πρόβλημα του ελληνικού χρέους των 320 δισ. ευρώ.
Εδώ ο κ. Τόμσεν έχει δίκιο να ζητά από την Ευρωζώνη «μεγαλύτερο ρεαλισμό για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και περισσότερες λεπτομέρειες για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους».
Οπως είπε «κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων της Δευτέρας κάναμε πρόοδο, η οποία όμως δεν κρίνεται ως επαρκής καθώς χρειάζεται περισσότερος ρεαλισμός και μεγαλύτερη εξειδίκευση των μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους».
Ο ίδιος για να ηρεμήσει τον κ. Σόιμπλε ξεκαθάρισε ότι δεν χρειάζεται να υπάρξει τελική έγκριση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους πριν από το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.
Αλλά αυτό που απαιτείται είναι μεγαλύτερη εξειδίκευση σ’ αυτά που θα έρθουν στο τέλος του προγράμματος.
Στο Eurogroup της Δευτέρας υπήρξε συμφωνία μόνο σ’ ένα σημείο. Ευρωζώνη και ΔΝΤ συμφώνησαν ότι η Ελλάδα θα πρέπει να εμφανίσει πρωτογενή πλεονάσματα, ύψους 3,5% του ΑΕΠ, για τα επόμενα πέντε χρόνια, μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος (2018). Το «αγκάθι» εξακολουθεί να είναι το τι θα γίνει την επόμενη δεκαετία από το 2022 ως το 2032.
Τι θα γίνει αν δεν υπάρξει λύση
Ενα μικρό δείγμα του τι μπορεί να συμβεί αν δεν υπάρξει λύση για το ελληνικό ζήτημα στο επόμενο Eurogroup της 15 Ιουνίου, όπως όλοι τώρα ελπίζουν, φάνηκε ήδη στις αγορές.
Το αδιέξοδο στο χθεσινό Eurogroup, επηρεάζει δυσμενώς το κόστος δανεισμού της χώρας, καθώς οι αποδόσεις των 5ετών κρατικών ομολόγων αυξάνονται κατά 37 μονάδες βάσης στο 5,90%.
Την ίδια ώρα, οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων σημειώνουν άνοδο κατά 12 μονάδες βάσης στο 5,802% και οι αποδόσεις των 2ετών ομολόγων καταγράφουν αύξηση κατά 27 μονάδες βάσης στο 5,762%.
Το προηγούμενο διάστημα, χάρη στις προοπτικές επίτευξης συμφωνίας, οι αποδόσεις των ομολόγων είχαν υποχωρήσει κάτω του 5% -το χαμηλότερο επίπεδο από το 2012.
Μάλιστα, η ελληνική κυβέρνηση είχε ήδη ξεκινήσει τις επαφές με κορυφαίες τράπεζες, προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα επιστροφής στις αγορές ομολόγων, ακόμη και εντός του Ιουλίου.
Και φυσικά κανείς δεν θέλει να σκέφτεται τι θα γίνει αν η Ελλάδα δεν πάρει την επόμενη δόση των 7 δισ. ευρώ (αν και είναι μάλλον απίθανο να συμβεί κάτι τέτοιο) καθώς στα μέσα Ιουλίου χρειάζεται επιπλέον ρευστότητα προκειμένου να αποπληρώσει ομόλογα, ύψους 7,3 δισ. ευρώ.