Ο χρόνος μετράει αντίστροφα, πλέον, για την πολυαναμενόμενη πρεμιέρα του «Ναπολέοντα», την επική παραγωγή του Ρίντλεϊ Σκοτ με τον Χοακίν Φίνιξ στον εμβληματικό ρόλο του γάλλου αυτοκράτορα Ναπολέοντα Βοναπάρτη και τη Βανέσα Κίρμπι στο πλευρό του ως αυτοκράτειρα Ιωσηφίνα. Βγαίνει στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 22 Νοεμβρίου και θα ακολουθήσει η προβολή του στο Apple TV+.
«Δεν είμαι σαν τους άλλους άντρες. Αυτοί που έχουν εξουσία με βλέπουν σαν κτήνος, ανίκανο για υψηλά αξιώματα. Μα εγώ ακολουθώ τα βήματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Καίσαρα», ακούγεται να λέει ο πρωταγωνιστής της ιστορικής ταινίας υπό τους ήχους του «War Pigs» των Black Sabbath, στο καθηλωτικό δεύτερο τρέιλερ που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα. Και η Ιωσηφίνα τον γειώνει λέγοντάς του: «Θέλεις να γίνεις σπουδαίος. Αλλά δεν είσαι τίποτα χωρίς εμένα». Και θα γίνει, τελικά αυτοκράτορας: «Βρήκα το στέμμα της Γαλλίας στον βούρκο και το τοποθετώ στο κεφάλι μου», λέει πάντα υπό τους ήχους του «War Pigs».
Αυτό το εντυπωσιακό ιστορικό έπος του Ρίντλεϊ Σκοτ είναι ένας ξεδιάντροπα φιλόδοξος καλπασμός 32 ετών μέσα από τη δεύτερη και την τρίτη πράξη της ζωής του Ναπολέοντα, που ξεκινά με ένα εκπληκτικό βλέμμα του μελλοντικού αυτοκράτορα, ενώ στέκεται κοντά στην γκιλοτίνα και παρακολουθεί με μια απειλητική έκφραση τον αποκεφαλισμό της Μαρίας Αντουανέτας το 1793, γράφει στους Times του Λονδίνου ο Κέβιν Μάερ.
Προσοχή, λέει ο Μάερ, επισημαίνοντας ότι δεν πρόκειται για ένα πολύ ακριβές μάθημα Iστορίας, αλλά για ένα ιμπρεσιονιστικό πορτρέτο από τον Ρίντλεϊ Σκοτ, βασισμένο σε εξέχουσες οπτικές αναφορές πηγών, όπως η ταινία-ορόσημο του Αμπέλ Γκανς «Napoléon» (1927), ο πίνακας του γάλλου ζωγράφου Ζαν-Λεόν Ζερόμ του 19ου αιώνα «Ο Βοναπάρτης μπροστά στη Σφίγγα» (1867-68), ακόμη και ο «Μονομάχος» (2000) του ίδιου του Σκοτ, μια ταινία βραβευμένη με πέντε Οσκαρ, στην οποία πρωταγωνιστούσε και ο Φίνιξ υποδυόμενος τον τοξικό αυτοκράτορα Κόμμοδο, τον φιλόδοξο, πλην όμως δειλό και ύπουλο γιο του Μάρκου Αυρήλιου.
Τώρα, ευτυχώς, ως γάλλος αυτοκράτορας, είναι λιγότερο απεχθής από τον ρωμαίο πρόγονό του στην οθόνη, αλλά η σαγηνευτική δύναμη της ερμηνείας του Φίνιξ –που εκφράζεται με την αμερικανική προφορά του– αιωρείται σε μια αγχωτική και δόλια γκρίζα ζώνη ανάμεσα σε επιβλητικά ξεσπάσματα, πληγωμένη ευαλωτότητα και άσεμνη γοητεία.
Μερικές φορές μάλιστα συνδυάζει και τα τρία, ταυτόχρονα, για παράδειγμα όταν ο κουρασμένος από τον πόλεμο αυτοκράτορας εκτοξεύει μια τρομακτική οργή αντιλαμβανόμενος την ανωτερότητα των βρετανών εχθρών του. «Νομίζουν ότι είναι πολύ σπουδαίοι!», λέει, με τα χέρια σφιγμένα σε γροθιές, σε στυλ νηπίου, «Επειδή έχουν βάρκες!».
Εξισορροπείται έξυπνα από την Κίρμπι στον ρόλο της Ιωσηφίνας, η οποία βγαίνει από τη μετά την εκτέλεση του Ροβεσπιέρου και την πτώση της Τρομοκρατίας και βλέπει σε αυτόν τον «χυδαίο κορσικανό τραμπούκο», έναν περιθωριακό σύντροφο και έναν εύκολο δρόμο για την επιστροφή της στα ανώτερα κλιμάκια της παριζιάνικης κοινωνίας.
Η σχέση του ζευγαριού αποτελεί τη συναισθηματική ραχοκοκαλιά μιας ταινίας που περιλαμβάνει επίσης έξι μάχες σώμα με σώμα που ξεκινούν με την πολιορκία της Τουλόν και τελειώνουν με το Βατερλώ. Είναι τόσο μαξιμαλιστικές (με κανόνια και άλογα που ανατινάζονται από τους κανονιοβολισμούς!), ώστε η επίδρασή τους μπορεί να είναι συντριπτική συναισθηματικά, αν όχι θανατηφόρα για τον ενθουσιασμό, κάτι που ωστόσο δεν ισχύει για την ερωτική ζωή του ζευγαριού.
Οι ασαφείς σαδομαζοχιστικές παράμετροι του δεσμού τους και του Ναπολέοντα σκιαγραφούνται νωρίς σε μια σκηνή ερωτοτροπίας με ένα αναιδές νεύμα στο «Βασικό Ενστικτο» και αμέσως μετά σε έναν καβγά που καταλήγει σε μια βάναυση σεξουαλική επαφή και στην απαίτηση της Ιωσηφίνας από τον Ναπολέοντα να δηλώσει την υποτέλειά του κραυγάζοντας «Δεν είμαι τίποτα χωρίς εσένα!». Η δημόσια πίεση για την απόκτηση κληρονόμου, που συνοδεύεται από την πανταχού παρούσα απειλή του διαζυγίου, απλώς εντείνει την καταστροφική δυναμική αυτής της ιδιαίτερα στρεβλής ιστορίας αγάπης.
Κατά τα άλλα, οι μάχες συνεχίζονται με γοργούς ρυθμούς καθώς ο μικρόσωμος ήρωας βαδίζει προς το αναπόφευκτο ραντεβού με το πεπρωμένο του στις 18 Ιουνίου 1815 σε ένα πεδίο μάχης στο Βέλγιο, κοντά στο Βατερλώ της Φλάνδρας. Και στο σημείο αυτό, γράφει ο Κέβιν Μάερ στους Times, εμφανίζεται ο Ρούπερτ Εβερετ ως ένας υπέροχα πικρός Δούκας του Ουέλινγκτον, δίνοντας στην ταινία ένα απίθανο, έντονα σαρκαστικό τράνταγμα, ακριβώς τη στιγμή που το χρειαζόταν περισσότερο.