Ο Χάρολντ Μπλουμ το 2011 μιλώντας στους New York Times | YouTube
Επικαιρότητα

Χάρολντ Μπλουμ, ο κριτικός λογοτεχνίας που αρκετοί εμίσησαν αλλά πολλοί περισσότεροι αγάπησαν

Δημοφιλής στο κοινό παρά το βαρύ περιεχόμενο των βιβλίων του, απήλθε από αυτόν τον κόσμο αφήνοντας ένα τεράστιο σε όγκο και σπουδαιότητα έργο με δεκάδες βιβλία και την επιμέλεια εκατοντάδων άλλων
Protagon Team

Χρειάζονται βαθύτατες γνώσεις και καλά θεμελιωμένη άποψη για να συντάξει κανένας ένα κατάλογο με τους σπουδαιότερους συγγραφείς που ορίζουν την λογοτεχνική παραγωγή της Δύσης.

Ο αμερικανός κριτικός λογοτεχνίας Χάρολντ Μπλουμ που πέθανε τη Δευτέρα σε ηλικία 89 ετών είχε και τις γνώσεις και την ισχυρή άποψη, την οποία κατέθεσε σε ένα μνημειώδες όσο και πολυσυζητημένο βιβλίο, τον «Δυτικό Κανόνα».

Ο Μπλουμ έφυγε από τη ζωή σε νοσοκομείο του Νιου Χέιβεν κοντά στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, με το οποίο σχεδόν ταυτίστηκε εδώ και έξι δεκαετίες. Παρά την εύθραυστη υγεία του δεν είχε εγκαταλείψει τη διδασκαλία. Μόλις την περασμένη Πέμπτη παρέδωσε το τελευταίο του μάθημα, όπως ανέφερε στους New York Times η σύζυγός του Ζαν, ανακοινώνοντας τον θάνατό του.

Συγγραφέας περισσότερων από 40 βιβλία και επιμελητής εκατοντάδων άλλων, ο Μπλουμ όχι μόνο ασκούσε μεγάλη επιρροή, αλλά και ήταν δημοφιλής στο ευρύ κοινό καθώς παρά το βαρύ περιεχόμενο των έργων του πολλά, μεταξύ τους ο «Κανόνας», έγιναν εκδοτικές επιτυχίες. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα και δημοφιλής στους ομοτέχνους. Δεν ήταν λίγοι αυτοί που του θεώρησαν την κατάταξη «εκλεκτικιστική και ελιτίστικη», γιατί άφησε εκτός του «Κανόνα» σημαντικά ονόματα της λογοτεχνίας.

Μια ζωή στα Γράμματα

Νεότερο από τα πέντε παιδιά της οικογένειάς του, ο Χάρολντ Μπλουμ γεννήθηκε το 1930 στο Ιστ Μπρονξ της Νέας Υόρκης. Οι γονείς του ήταν ορθόδοξοι Εβραίοι μετανάστες από τη Ρωσία και κανένας τους δεν κατάφερε να μάθει να διαβάζει αγγλικά. Ο ίδιος σε όλη του τη ζωή διάβαζε με ασύλληπτους ρυθμούς, ακόμη και 400 σελίδες την ώρα.

Αποφοίτησε το 1951 από το Πανεπιστήμιο Κορνέλ και ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στο Γέιλ το 1955. Το 1958 παντρεύτηκε την Ζαν και απέκτησε μαζί της δύο γιους.

Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στη δεκαετία του ’50 ορθώνοντας το ανάστημά του στο έργο τού (ακόμη εν ζωή τότε) Νομπελίστα ποιητή Τ. Σ. Ελιοτ. Αργότερα και κατά καιρούς επέκρινε σφοδρά τον αφροκεντρισμό, τον φεμινισμό ή τον μαρξισμό (του Καρόλου Μαρξ, γιατί δήλωνε μαρξιστής με τον τρόπο του κωμικού Γκράουτσο Μαρξ).

Στο κορυφαίο έργο του, τον «Δυτικό Κανόνα», που κυκλοφόρησε το 1994 (έχει μεταφραστεί και στα ελληνικά), επιχειρηματολόγησε για τα κορυφαία έργα της δυτικής λογοτεχνίας.

Στο κέντρο τοποθέτησε τα έργα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ και του Θερβάντες. Γύρω τους τοποθέτησε, μεταξύ άλλων, τον αμερικανό ποιητή Γουόλτ Γουίτμαν, τον Φραντς Κάφκα, τον Τζέιμς Τζόις, τον Μαρσέλ Προυστ και τη Βιρτζίνια Γουλφ.

Από την άλλη πλευρά, αντιπαθούσε τα βιβλία του Χάρι Πότερ και εξέφρασε την αγανάκτησή του για τη βράβευση του Στίβεν Κινγκ με το National Book Award. Χαρακτήρισε ακόμη «καθαρά πράξη πολιτικής ορθότητας» την βράβευση της Ντόρις Λέσινγκ με Νομπέλ Λογοτεχνίας. Και ο ίδιος έγραψε ένα μυθιστόρημα όμως αργότερα αποποιήθηκε το δημιούργημά του.

Στο άλλο μείζον έργο του, την «Αγωνία της Επίδρασης» υποστήριξε ότι το έργο των μεγάλων της λογοτεχνίας είναι μια φροϋδική πάλη με τους λογοτεχνικούς προγόνους τους. Τα «παιδιά» αρνούνται και διαστρεβλώνουν τους «γονείς» παρά το ότι το έργο των «παιδιών» έχει ξεκάθαρα τα ίχνη της οφειλής του στους «γονείς».