Εντάξει, εκλογές θα γίνουν στη Βρετανία τον Δεκέμβριο – αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Αυτό που «παίζεται» είναι αν θα επαληθευτούν στη χειμερινή κάλπη οι φθινοπωρινές δημοσκοπήσεις οι οποίες θέλουν τους Τόρις με επικεφαλής τον Μπόρις Τζόνσον να επικρατούν με διαφορά περί τις 13 μονάδες, εξασφαλίζοντας το 37% των ψήφων.
Η γνώμη του Politico πάντως είναι ότι υπάρχουν λόγοι να αμφιβάλλουμε για το τελικό αποτέλεσμα, λόγοι για τους οποίους κανείς δεν πρέπει να ισχυρίζεται ότι είναι σε θέση να προβλέψει με βεβαιότητα τον νικητή και το ποσοστό του.
Πρώτος σημαντικός λόγος είναι η παρατηρημένη κινητικότητα των ψηφοφόρων, η εύκολη μεταπήδησή τους από κόμμα σε κόμμα. Αυτό εξάλλου συνέβη στις δύο τελευταίες γενικές εκλογικές αναμετρήσεις. Οι μετακινούμενοι ψηφοφόροι δεν γίνεται να προβλεφθούν ως μέγεθος, ιδίως όταν τα τωρινά γκάλοπ διαβεβαιώνουν ότι τα δύο μεγάλα κόμματα της Βρετανίας θα συγκεντρώσουν το 60%. Το υπόλοιπο 40% θα πάει στους Φιλελευθέρους και στο Κόμμα του Brexit που γεννήθηκε από τις στάχτες του Κόμματος Ανεξαρτησίας.
Οι ψηφοφόροι είναι ευμετάβλητες μάζες και κατά την περίοδο των προεκλογικών εκστρατειών, όπως έδειξαν οι εκλογές του 2017. Και ναι μεν ο Τζόνσον τώρα είναι δημοφιλέστερος της Μέι, ωστόσο είναι πολύ πιθανόν να υποστεί καθίζηση τις επόμενες εβδομάδες, καθώς η συμφωνία του με την ΕΕ θα μπει στο μικροσκόπιο των Εργατικών οι οποίοι ασφαλώς θα αντεπιτεθούν.
Αν είναι μία φορά δύσκολο να πούμε πόσες ψήφους θα πάρει κάθε κόμμα στις εκλογές, είναι δέκα φορές δυσκολότερο να προβλέψουμε πού θα λάβει τις περισσότερες ψήφους λέει το Politico.
Οι Βρετανοί εκλέγουν τους βουλευτές τους σε μονοεδρικές περιφέρειες με τον εξής τρόπο: την έδρα κερδίζει όποιος υποψήφιος συγκεντρώσει τις περισσότερες ψήφους. Ετσι μπορεί ένα κόμμα να πάρει μεγάλο μέρος των ψήφων αλλά να μην κερδίσει έδρες. Μάλιστα αυτό ακριβώς αναμένεται να συμβεί με το Κόμμα του Brexit – κατά τα γκάλοπ, θα συγκεντρώσει ένα 11%-13% αλλά δεν θα εκλέξει βουλευτή.
Στη Βρετανία επί μακρόν είχε λειτουργήσει αποδοτικά για τους πολιτικούς επιστήμονες ένα μέτρο ανάλυσης που ονομάστηκε «ενιαία εθνική ταλάντευση» και αφορούσε την αναλογική συμπεριφορά των εκλογικών περιφερειών ως προς το γενικό ποσοστό κάθε κόμματος. Ωστόσο ήταν μία «σταθερά» η οποία… αποσταθεροποιήθηκε στις εκλογές του 2017. Η μη αναλογικότητα λοιπόν κάλλιστα μπορεί να παρατηρηθεί και στις εφετινές εκλογές.
Ενας επιπλέον παράγων ασάφειας είναι η πλημμυρίδα των γκάλοπ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, η οποία παρασύρει τους ψηφοφόρους. Ο τακτικισμός των ψηφοφόρων είναι, επίσης, παράγων μεγάλης αβεβαιότητας: είναι πολλοί οι Βρετανοί οι οποίοι ψηφίζουν το κόμμα που έχει τις περισσότερες πιθανότητες να επικρατήσει στην περιφέρειά τους. Καθώς τα μικρότερα κόμματα θα επιδοθούν σε αγώνα «αφαίμαξης» των μεγάλων (το Brexit θα πολεμήσει τους Συντηρητικούς, οι Φιλελεύθεροι τους Εργατικούς), οι ψηφοφόροι θα ψηφίσουν σταθμίζοντας τις πιθανότητες των μικρών να εκλέξουν βουλευτή.
Στο Νησί αυτήν τη στιγμή η αβεβαιότητα για το τελικό αποτέλεσμα των εκλογών του Δεκεμβρίου «δένει» μια χαρά με τη γενικότερη αβεβαιότητα που έχει προκαλέσει το Brexit.