Θύελλα αντιδράσεων έχει ξεσπάσει στo Ηνωμένο Βασίλειο κατά της αστυνομίας, μετά τις βιαιότητες σε ειρηνική συγκέντρωση χιλιάδων ανθρώπων – στην πλειοψηφία τους γυναίκες- οι οποίοι διαμαρτύρονταν για την απαγωγή και δολοφονία της 33χρονης Σάρα Εβεραρντ, από εν ενεργεία αστυνομικό στο Βόρειο Λονδίνο
Η επικεφαλής της Μητροπολιτικής Αστυνομίας Κρεσίντα Ντικτ ανακοίνωσε ότι ξεκινά έρευνα για την καταστολή της συγκέντρωσης ενώ ο Μπόρις Τζόνσον δήλωσε «βαθύτατα ανήσυχος»
«Οπως όλοι που τα είδαν, ανησύχησα βαθύτατα από τα βίντεο από το Κλάπαμ Κόμον το Σάββατο το βράδυ», δήλωσε ο βρετανός πρωθυπουργός, αναφερόμενος στο άλσος του Λονδίνου όπου πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση, παρά την απαγόρευση της αστυνομίας λόγω των μέτρων κατά της πανδημίας του νέου κορονοϊού.
Ο Τζόνσον επιβεβαίωσε ότι η Κρεσίντα Ντικτ δεσμεύτηκε να ερευνήσει τις ενέργειες της αστυνομίας και ότι η υπουργός Εσωτερικών Πρίτι Πατέλ διέταξε έρευνα για να αντληθούν διδάγματα για το πώς θα βελτιωθεί στο μέλλον η αστυνόμευση παρόμοιων εκδηλώσεων.
Η δολοφονία της Εβεραρντ έχει προκαλέσει έντονη συναισθηματική φόρτιση στη Βρετανία και απογοήτευση για την αποτυχία της αστυνομίας και ευρύτερα της κοινωνίας να αντιμετωπίσει τη βία κατά των γυναικών.
Ο βρετανός πρωθυπουργός είπε ότι θα προεδρεύσει μιας συνάντησης αρμόδιων υπουργών και της αστυνομίας τη Δευτέρα για να εξετάσει τι χρειάζεται να γίνει για να προστατευθούν οι γυναίκες και να γίνουν πιο ασφαλείς οι δημόσιοι χώροι.
Στη συνάντηση θα εξεταστεί ο τρόπος λειτουργίας του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης για την προστασία θυμάτων βιασμού και σεξουαλικής επίθεσης, και οι χιλιάδες μαρτυρίες που πολλές γυναίκες μοιράστηκαν στα social media τις τελευταίες ημέρες, για τον φόβο που αισθάνονται περπατώντας στους δρόμους της Βρετανίας.
«Ο θάνατος της Σάρα Εβεραρντ πρέπει να μας ενώσει στην αποφασιστικότητα να εξαλείψουμε τη βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών και να κάνουμε κάθε μέρος του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης να λειτουργεί για την προστασία και την υπεράσπισή τους», δήλωσε ο Τζόνσον.
Δυσαρεστημένος από τις εξηγήσεις που έλαβε από την αστυνομία για την βίαιη καταστολή της ειρηνικής συγκέντρωσης, ο δήμαρχος του Λονδίνου Σαντίκ Καν ζήτησε επίσης την διεξαγωγή ανεξάρτητης έρευνας.
Η αρχηγός της αστυνομίας πάντως Κρεσίντα Ντικ δήλωσε ότι δεν προτίθεται να παραιτηθεί, παρά τις πιέσεις. «Κανείς από μας δεν θα ήθελε να δει τα γεγονότα που αντιμετωπίσαμε», είπε προσθέτοντας ότι, αν η συγκέντρωση στην μνήμη της Σάρα Εβεραρντ ήταν νόμιμη, «θα είχε πάει και η ίδια».
Πάντως, από την ίδια συγκέντρωση, που ξεκίνησε νωρίς το μεσημέρι και τελείωσε βίαια το βράδυ του Σαββάτου, πέρασε και η δούκισσα του Κέιμπριτζ, Κέιτ Μίντλετον, η οποία επισκέφθηκε το σημείο όπου υπήρχαν χιλιάδες ανθοδέσμες και σημειώματα για το θύμα, αφήνοντας και η ίδια λουλούδια.
Σύμφωνα με την υπαρχηγό της αστυνομίας, Ελεν Μπολ, οι αστυνομικοί κινήθηκαν εναντίον ατόμων που τους απωθούσαν και τους πετούσαν αντικείμενα.
Η κατάσταση ήταν τέτοια, που χρειάσθηκε η επέμβαση, διότι οι χιλιάδες των ατόμων που ήταν συγκεντρωμένα συνιστούσαν κίνδυνο μετάδοσης του ιού, πρόσθεσε η ίδια.
Εγιναν τέσσερις συλλήψεις για παραβιάσεις των περιοριστικών μέτρων κατά της επιδημίας και για διασάλευση της δημόσιας τάξης.
Την Κυριακή, η συγκέντρωση μεταφέρθηκε αρχικά μπροστά στο αρχηγείο της Σκότλαντ Γιαρντ και στη συνέχεια στην πλατεία του Κοινοβουλίου, όπου πολλές εκατοντάδες άνθρωποι παρέμειναν για ώρες.