Ο Επταετής Πόλεμος (1756-1763) ήταν μια παγκόσμια σύγκρουση στην οποία συμμετείχαν οι περισσότερες από τις ευρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις και διεξήχθη κυρίως στην Ευρώπη, στην Αμερική και στην Ασία. Σήμερα, 250 χρόνια αργότερα, η Βρετανία, μια από τις δυνάμεις που μετείχαν στη σύγκρουση, προχωρά σε μια κίνηση ιδιαίτερης συναισθηματικής αξίας.
Γαλλικές ερωτικές επιστολές που κατασχέθηκαν και σφραγίστηκαν από το βρετανικό ναυαρχείο στη διάρκεια του πολέμου ανοίγουν για πρώτη φορά μετά από δυόμισι αιώνες, αποκαλύπτοντας τη λαχτάρα των συζύγων ανδρών του γαλλικού Ναυτικού να τους ξαναδούν και να τους αγγίξουν.
Τα γράμματα, που εστάλησαν προς γάλλους ναύτες ενώ ήταν αιχμάλωτοι του βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού κατά τη διάρκεια του Επταετούς Πολέμου, παρέμεναν σφραγισμένα από τον 18ο αιώνα. Τώρα βλέπουν το φως της δημοσιότητας, μετά από πρωτοβουλία ενός ερευνητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, αναφέρει ρεπορτάζ της βρετανικής Telegraph.
Οι περισσότερες από 100 επιστολές που άνοιξαν πρόσφατα αποκαλύπτουν γυναίκες που ζουσαν στη Γαλλία λαχταρώντας για ερωτικές συναντήσεις με τους συζύγους τους. Αποκαλύπτουν επίσης μητέρες που διαμαρτύρονταν ότι οι γιοι τους δεν επικοινωνούσαν συχνά μαζί τους ενώ βρίσκονταν στη θάλασσα.
Ενα συγκεκριμένο γράμμα που οι ειδικοί πιστεύουν ότι είναι μια σαφής αναφορά σε σαρκική επανασύνδεση αναφέρει: «Ανυπομονώ να σε κάνω δικό μου», και φέρει την υπογραφή «Η υπάκουη σύζυγός σου, Νανέτ». Το σημείωμα, που ανακαλύφθηκε στα βρετανικά Εθνικά Αρχεία, στάλθηκε από την Αν λε Κερφ στον σύζυγό της Ζαν Τοπσέντ, υπαξιωματικό στο σκάφος «Galatée», αλλά το μήνυμα δεν ελήφθη ποτέ, καθώς το πολεμικό πλοίο καταλήφθηκε από τους Βρετανούς το 1758.
Το σκάφος μεταφέρθηκε στο λιμάνι του Πόρτσμουθ και πουλήθηκε, ενώ το πλήρωμα φυλακίστηκε, πιθανότατα για όλη τη διάρκεια του πολέμου. Οι επιστολές που προορίζονταν για τα μέλη του πληρώματος στάλθηκαν στο Λονδίνο, όπου μελετήθηκαν για άντληση στρατιωτικών πληροφοριών από το βρετανικό ναυαρχείο.
Ο Ρενό Μοριό, ιστορικός του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ που μελέτησε τα γράμματα για πρώτη φορά από τον 18ο αιώνα, είπε ότι «είναι οδυνηρό πόσο κοντά έφτασαν» στην παράδοσή τους στους παραλήπτες τους. «Αυτές οι επιστολές αφορούν πανανθρώπινες εμπειρίες, δεν είναι μοναδικές στη Γαλλία ή στον 18ο αιώνα» εξηγεί.
«Αποκαλύπτουν τους τρόπους που όλοι μας αντιμετωπίζουμε τις μεγάλες προκλήσεις της ζωής. Σήμερα έχουμε εφαρμογές όπως το Zoom και το WhatsApp. Τον 18ο αιώνα οι άνθρωποι είχαν μόνο την αλληλογραφία, αλλά αυτά για τα οποία έγραφαν ακούγονται πολύ οικεία σήμερα» συμπληρώνει.
Ενα από τα γράμματα αναφέρει: «Θα μπορούσα να περάσω τη νύχτα γράφοντας σε σένα… Είμαι η πιστή γυναίκα σου, για πάντα. Καληνύχτα, καλέ μου φίλε. Είναι μεσάνυχτα. Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να ξεκουραστώ». Γράφτηκε από τηΜαρί Ντιμπόσκ προς τον σύζυγό της, υπολοχαγό Λουί Σαμπρελάν, αλλά το μήνυμα δεν ελήφθη ποτέ και το ζευγάρι δεν έμελλε να ξανασυναντηθεί, καθώς η Μαρί πέθανε το 1758, ενώ ο σύντροφός της βρισκόταν ακόμα στις βρετανικές φυλακές.
Ο ναύτης Νικολά Κεσνέλ επρόκειτο να λάβει γράμμα από τη μητέρα του, Μαργκερίτ, αλλά οι Βρετανοί το υπέκλεψαν. Στην επιστολή της, η Μαργκερίτ γράφει ότι σκεφτόταν «συχνότερα για σένα από ό,τι εσύ για μένα» και παραπονιόταν ότι «είναι μόνο η γυναίκα του [η σύζυγος ενός συναδέλφου του ναυτικού] που μου μεταφέρει νέα σου».
Η σύζυγος του Κεσνέλ τού είχε γράψει και για να του εκφράσει παράπονα για την πεθερά της. Η μητέρα του ναύτη παραπονιόταν σε μεταγενέστερη επιστολή της: «Στα γράμματά σου δεν αναφέρεις ποτέ τον πατέρα σου. Αυτό με πληγώνει πολύ. Την επόμενη φορά που θα μου γράψεις, σε παρακαλώ, μην ξεχάσεις τον πατέρα σου».
Περισσότερες από τις μισές επιστολές που επιμελήθηκε ο Ρενό Μοριό είναι γραμμένες από γυναίκες. Ο ίδιος λέει ότι οι σημειώσεις «ανατρέπουν την παλιομοδίτικη αντίληψη ότι ο πόλεμος έχει να κάνει μόνο με τους άνδρες», προσθέτοντας: «Ενώ οι άνδρες τους έλειπαν, οι γυναίκες είχαν αναλάβει την οικονομία του σπιτικού τους και λάμβαναν κρίσιμες οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις».