Η Ομοσπονδιακή Αστυνομία της Βραζιλίας συνέστησε την άσκηση δίωξης στον ακροδεξιό πρώην πρόεδρο της χώρας Ζαΐρ Μπολσονάρο και σε πρώην μέλη της κυβέρνησής του για απόπειρα πραξικοπήματος με στόχο να εμποδίσουν την ανάληψη της εξουσίας από τον Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα μετά τις προεδρικές εκλογές του 2022.
Στο πλαίσιο της έρευνας, ζητείται να ασκηθούν διώξεις σε άλλα 36 πρόσωπα.
Η τελική έκθεση της αστυνομίας υποβλήθηκε την Πέμπτη στο Ανώτατο Δικαστήριο, όπως γράφει ο Guardian.
Σε ανακοίνωσή της, η αστυνομία ανέφερε ότι σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, τα οποία διαβιβάστηκαν στο ανώτατο δικαστήριο της χώρας, συνολικά 37 άτομα θεωρούνται ύποπτα για εγκληματικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένης της εμπλοκής σε απόπειρα πραξικοπήματος, της συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης και της προσπάθειας διάλυσης της δημοκρατίας στη Βραζιλία.
Μεταξύ των κατηγορουμένων είναι ο ίδιος ο Μπολσονάρο, πρώην αρχηγός του στρατού, που έγινε λαϊκιστής πολιτικός και πρόεδρος της Βραζιλίας από το 2018 έως το τέλος του 2022, καθώς και μερικά από τα κορυφαία μέλη της ακροδεξιάς κυβέρνησής του.
Ανάμεσά τους είναι ο πρώην αρχηγός κατασκοπείας του Μπολσονάρο, ο ακροδεξιός βουλευτής Αλεχάντρε Ραμάγκεμ, οι πρώην υπουργοί Αμυνας στρατηγοί Βάλτερ Μπράγκα Νέτο και Πάουλο Σέρχιο Νογκουέιρα ντε Ολιβέιρα, ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Ασφάλειας Αντερσον Τόρες, ο πρώην υπουργός Θεσμικής Ασφάλειας στρατηγός Αουγκούστο Χελένο, ο πρώην διοικητής του ναυτικού ναύαρχος Αλμίρ Γκαρνιέρ Σάντος, ο πρόεδρος του πολιτικού κόμματος του Μπολσονάρο, Βαλντεμάρ Κόστα Νέτο και ο Φιλίπε Μαρτίνς, ένας από τους κορυφαίους συμβούλους εξωτερικής πολιτικής του Μπολσονάρο.
Στις κατηγορίες εμπλέκεται επίσης το όνομα ενός δεξιού μπλόγκερ, που είναι εγγονός του στρατηγού Ζοάο Μπαπτίστα Φιγκεϊρέδο, ενός από τους στρατιωτικούς που κυβέρνησαν τη Βραζιλία κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, το 1964-85.
Ο κατάλογος, συνεχίζει ο Guardian, περιλαμβάνει και έναν ξένο πολίτη, τον Φερνάρντο Σεριμέδο, αργεντινό γκουρού ψηφιακού μάρκετινγκ που ήταν υπεύθυνος επικοινωνίας για τον πρόεδρο της Αργεντινής, Χαβιέ Μιλέι, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του, το 2023.
Τα πολυαναμενόμενα αποτελέσματα της αστυνομικής έρευνας ανακοινώθηκαν μόλις λίγες ημέρες αφότου οι ομοσπονδιακοί αστυνομικοί συνέλαβαν πέντε άτομα που φέρεται να σχεδίαζαν τη δολοφονία του αριστερού διαδόχου του Μπολσονάρο, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, και του κεντροδεξιού αντιπροέδρου του, Ζεράλντο Αλκμίν, καθώς και του δικαστή του ανωτάτου δικαστηρίου Αλεχάντρε ντε Μοράες.
Λίγο πριν ανακοινώσει η αστυνομία το τέλος της έρευνάς της, ο Λούλα εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του που η προσπάθεια να τον δολοφονήσουν απέτυχε. «Είμαι ζωντανός», είπε ο 79χρονος πρόεδρος κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας του.
Ο στρατηγός Μάριο Φερνάντες, ένας από τους πέντε ανθρώπους που συνελήφθησαν για το υποτιθέμενο σχέδιο δολοφονίας, είναι επίσης μεταξύ των 37 ατόμων που κατονομάστηκαν από την ομοσπονδιακή αστυνομία την Πέμπτη και –όπως και οι υπόλοιποι– κατηγορήθηκε επισήμως ότι συμμετείχε σε απόπειρα πραξικοπήματος. «Είμαστε σε πόλεμο», φέρεται να είχε γράψει ο Φερνάντες σε μήνυμα που ανακάλυψαν οι αστυνομικοί.
Ο Μπολσονάρο έχει αρνηθεί την ανάμειξή του σε προσπάθεια ανατροπής του αποτελέσματος των εκλογών του 2022, τις οποίες έχασε από τον Λούλα. Μιλώντας σε δημοσιογράφο από τον βραζιλιάνικο ειδησεογραφικό ιστότοπο Metrópoles, αφού κατονομάστηκε στην έκθεση της αστυνομίας, ο πρώην πρόεδρος είπε ότι πρέπει να δει τα στοιχεία. «Θα περιμένω τον δικηγόρο μου», πρόσθεσε ο Μπολσονάρο.
Η έκθεση της ομοσπονδιακής αστυνομίας, γράφει ο Guardian, βασίζεται σε πλήθος αποδεικτικών στοιχείων που συγκεντρώθηκαν από αναλύσεις οικονομικών στοιχείων των εμπλεκομένων, τηλεφωνικά αρχεία και τη δραστηριότητά τους στο Διαδίκτυο. Ωστόσο, εξέχοντες πολιτικοί που τάσσονται υπέρ του Μπολσονάρο επέκριναν την έρευνα. Ο Ροζέριο Μαρίνιο, ηγέτης της αντιπολίτευσης στη Γερουσία, την αποδίδει στην «αδιάκοπη δίωξη» που στοχεύει τη Δεξιά της Βραζιλίας. «Οσο περισσότερο διώκουν τον Μπολσονάρο τόσο πιο δυνατός γίνεται», έγραψε στο Twitter ο Σοστένες Καβαλκάντε, βουλευτής του κόμματος του Μπολσονάρο από το Ρίο.
Η απόπειρα πραξικοπήματος φέρεται να διαδραματίστηκε κατά τις ταραχώδεις τελευταίες ημέρες της τετραετούς διακυβέρνησής του Μπολσονάρο, η οποία έληξε όταν ηττήθηκε από τον Λούλα, στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2022.
Ενόψει εκείνων των κρίσιμων εκλογών, ένα μανιφέστο, υπογεγραμμένο από σχεδόν ένα εκατομμύριο πολίτες, προειδοποιούσε ότι η βραζιλιάνικη δημοκρατία αντιμετώπιζε «τεράστιο κίνδυνο» εν μέσω της ευρείας υποψίας ότι υπήρχαν σχέδια για να παραμείνει ο Μπολσονάρο στην εξουσία, ακόμη κι αν έχανε τις εκλογές.
Οταν έχασε, ο Μπολσονάρο έφυγε προσωρινά στις ΗΠΑ, ενώ χιλιάδες υποστηρικτές του συγκεντρώθηκαν έξω από στρατιωτικές βάσεις σε όλη τη Βραζιλία για να απαιτήσουν μια στρατιωτική επέμβαση, που δεν ήρθε ποτέ.
Η αποτυχημένη προσπάθεια να ανατραπεί η νίκη του Λούλα κορυφώθηκε με τις ταραχές της 8ης Ιανουαρίου 2023 στην πρωτεύουσα Μπραζίλια, όταν οι ακραίοι οπαδοί του Μπολσονάρο δημιούργησαν βίαια επεισόδια στο προεδρικό μέγαρο, τη Γερουσία και το ανώτατο δικαστήριο.
Δύο χρόνια αργότερα, ο Λούλα βρίσκεται στην εξουσία, αλλά η ακροδεξιά απειλή για την κυβέρνησή του παραμένει. Το βράδυ της περασμένης Τετάρτης, ένα μέλος του πολιτικού κόμματος του Μπολσονάρο σκοτώθηκε όταν ανατινάχθηκαν τα αυτοσχέδια εκρηκτικά που κουβαλούσε σε μια προσπάθεια να επιτεθεί στο ανώτατο δικαστήριο.
Ο Πάουλο Πιμέντα, υπουργός Επικοινωνιών του Λούλα, είπε ότι η κυβέρνηση είναι «εντελώς εξοργισμένη» από τις αποκαλύψεις ότι ο πρώην πρόεδρος και τα μέλη του στρατού φέρεται να σχεδίαζαν να ανατρέψουν το δημοκρατικό καθεστώς της Βραζιλίας «με απίστευτο θράσος».
«Πρόκειται για πολύ σοβαρά εγκλήματα και πολύ σοβαρές κατηγορίες», πρόσθεσε ο Πιμέντα, ο οποίος διευκρίνισε ότι η διοίκηση του Λούλα θα περιμένει τώρα την εισαγγελία να αποφασίσει ποιος από τους 37 θα διωχθεί και θα δικαστεί. Οσοι καταδικαστούν θα πρέπει να πληρώσουν για τα εγκλήματα που διέπραξαν κατά της δημοκρατίας, κατά του συντάγματος και κατά του βραζιλιάνικου λαού, είπε ο Πιμέντα.
«Ο Μπολσονάρο στη φυλακή», έγραψε ο υπουργός σε ανάρτησή του, απηχώντας το κάλεσμα πολλών προοδευτικών Βραζιλιάνων.