Η άνοιξη των τεχνών είναι εδώ: μετά την Documenta της Αθήνας, μόλις άνοιξε η μεγαλύτερη και παλαιότερη (από το 1895) εικαστική φιέστα του κόσμου στη Βενετία, η οποία θα διαρκέσει έως τον ερχόμενο Νοέμβριο και στην οποία περιλαμβάνονται 120 καλλιτέχνες.
Από αυτούς, οι 103 εκθέτουν εκεί για πρώτη φορά και, πιο σημαντικό, περίπου οι μισοί είναι γένους θηλυκού – όχι τυχαία, εφόσον φέτος και για τέταρτη μόνο φορά στην ιστορία, επικεφαλής της Μπιενάλε είναι γυναίκα.
H επιμελήτρια Κριστίν Μασέλ, του Κέντρου Πομπιντού (Centre Pompidou) του Παρισιού, έβαλε στοίχημα με την πιο ουσιώδη αιτία ύπαρξης της τέχνης και σε μεγάλο βαθμό, το κέρδισε.
Επιλέγει έργα με πρωταρχικό κριτήριο την ζωογόνα δύναμή τους, το πάθος που εκφράζουν, τον ουμανιστικό διάλογο που ανοίγουν με την κρίσιμη ιστορική συγκυρία των καιρών, με τη δημιουργικότητα να παρουσιάζεται ως το τελευταίο οχυρό ενάντια στον ατομικισμό και την απάθεια. Παρά την απαισιοδοξία αυτών που ζούμε, η Μπιενάλε της Μασέλ καταφέρνει να συνθέσει ένα ψηφιδωτό αισιοδοξίας που δεν φοβάται τα δύσκολα, αλλά απεναντίας, τα προκαλεί με πρωτοπορία, χρώμα, πλουραλισμό και ενίοτε χιούμορ (ψάξτε τον αγαπημένο στη χώρα μας καλτ κινηματογραφιστή και εικαστικό Τζον Γουότερς στο Pavillion of Artists and Books).
Arsenale
Τα στρατιωτικά ναυπηγεία και οπλοστάσια στα οποία βασίστηκε η ενετική υπερδύναμη κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση, έχουν μεταμορφωθεί σε ένα λαβυρινθώδες σύμπλεγμα από κτίρια, δωμάτια, διαδρόμους και έσω/έξω χώρους, στους οποία στεγάζεται η ναυαρχίδα της Μπιενάλε, η επιμελημένη έκθεση με έργα εκατοντάδων εικαστικών που φέτος έχει τίτλο Viva Arte Viva, ή σε ελεύθερη μετάφραση, Ζήτω η Τέχνη.
Η έκθεση που βιώνουμε είναι μεταδοτική, σαν πρόσκληση για παιχνίδι, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν εμπεριέχει και σκοτεινές, σκληρές στιγμές. Απλώς, τα βαριά συναισθήματα αμβλύνονται από την «αβάσταχτη ελαφρότητα» του κρυφτού ανάμεσα στον επισκέπτη και στον χώρο, ανάμεσα στον λόγο και τον αντίλογο μεταξύ των καλλιτεχνών, ανάμεσα στο Viva που πρεσβεύει η Μασέλ και στη θλίψη που προκαλούν συγκινησιακά φορτισμένα έργα.
Ενα από αυτά, ίσως το πιο δυνατό, είναι το σπίτι των δακρύων του Vajiko Chachkhiani. Το νερό της βροχής, που στάζει σπαραχτικά από το ξύλινο ταβάνι και πλημμυρίζει το πάτωμα, λες και προέρχεται από τα έγκατα της Γεωργιανής ιστορίας. Ακριβώς στη διπλανή αίθουσα, στεγάζεται ένα άλλο συγκινητικό έργο της Αρσενάλε, πιό διακριτικό αυτό, το Horse Power from Argentina της Κλόντια Φοντές: ένα τεράστιο κάτασπρο άλογο υψώνεται στα δύο πόδια μπροστά από ένα κορίτσι που το αγγίζει τρυφερά και χωρίς φόβο στη μουσούδα, ενώ από πάνω αιωρούνται πέτρινα σύννεφα. Τέλος, ο Αιγύπτιος Χασάν Καν κερδίζει τον Αργυρό Λέοντα της Αρσενάλε συνθέτοντας μια βαθιά οπτικοακουστική εμπειρία σε τρία μέρη με το Composition for a Public Park, λέγοντάς μας: «Θα δείτε πως ο θυμός μόνο καταστρέφει και τίποτα άλλο»…
Οι Ευρωπαίοι έχουν την τιμητική τους και ίσως θα μπορούσαν να υπάρχουν περισσότεροι καλλιτέχνες από την Αφρική ή την Ασία (διαφέρει εδώ η Μασέλ από τον προκάτοχό της Οκγουι Ενβέζορ). Η ζωγραφική ως επί το πλείστον απουσιάζει, ενώ από την άλλη, υπάρχει υπερπληθώρα κατασκευών και εγκαταστάσεων. Παρ᾽όλα αυτά ο «κοινός τόπος» φαίνεται να υπερισχύει του μέσου ή της οποιασδήποτε εθνικής ταυτότητας.
Πολλοί είναι αυτοί που εξερευνούν την ομορφιά των ευτελών υλικών και την επιστροφή στις ρίζες, με θεαματικά αποτελέσματα.
Αξίζουν προσοχής η Ιταλίδα Μαρία Λάι, (Telai) που εμπνέεται από την παράδοση της Σαρδηνίας, τους μύθους και τούς αργαλειούς του νησιού για να υφάνει τα λεπτεπίλεπτα έργα της. Ο Κινέζος Λι Μινγκγουέι, (The Mending Project), που επιστρέφει στη χειρωνακτική παράδοση, καλώντας τον επισκέπτη να του δώσει παλιά του ρούχα και υφάσματα τα οποία ο ίδιος μαντάρει επι τόπου.
Ο γερμανός βετεράνος Φραντς Ερχαρντ Βάλτερ (Wallformation) που στήνει μια διαδραστική εγκατάσταση τοίχου, την οποία καλούμαστε να αγγίξουμε και να μεταμορφώσουμε, κερδίζοντας τον Χρυσό Λέοντα της Αρσενάλε. O Πετρίτ Χαλιλάτζ (Do you realize?…), που συνδημιουργεί με την μητέρα του τεράστια Κοσοβάρικα μεταμοντέρνα κιλίμια που ξετυλίγονται από το ταβάνι ως το πάτωμα. Η Σύνθια Γκουτιέρες (Cantico del Descenso), που τοποθετεί μεξικάνικες ταπισερί πάνω σε πέτρινες βάσεις και η Αμερικανίδα Σίλα Χικς (Baoli), που φτιάχνει έναν παιδότοπο για ενήλικες από τεράστιες, πολύχρωμες υφασμάτινες μπάλες.
Άλλον κοινό τόπο αποτελεί το σώμα- ειδικά το γυναικείο- και η ευθραυστότητά μας: Η εξαιρετική Αμερικανίδα Κίκι Σμιθ (Quickening) παρουσιάζει τους προβληματισμούς της σχετικά με την ιδέα της θηλυκότητας, ζωγραφίζοντας σε σημαδιακά ντελικάτο χαρτί αυτοβιογραφικές φιγούρες εγκύων. Η αφροαμερικανή Σένγκα Νεγκούντι (RSVP) γεμίζει ελαστικά καλσόν με άμμο ώστε αποκτούν την όψη μυικού ιστού ή γεννητικών οργάνων. Ο Γιώργος Σαπουντζής (Sculptures Cannot Eat) εξερευνά το σώμα ως έκφραση της ιστορίας, μέσα από μια πολύπλοκη εγκατάσταση-διάδρομο, αποτελούμενη από μονοτυπίες, βίντεο και γλυπτά.
Και τέλος, ξεχωρίζουν έργα που πραγματεύονται την παράδοση που χάνεται, τόσο στην τέχνη όσο και στη ζωή.
Ίσως οι πιό συναισθηματικά άμεσες- και όμορφες – προτάσεις της Arsenale αποτελούν μέρος της θεματικής ενότητας που η Μaσέλ ονομάζει Pavilion of Traditions: ο Χάο Λιάνγκ (Eight Views of Xiaoxiang) ζωγραφίζει ονειρικά τοπία που εμπνέονται από την καλλιγραφική και μυθολογική παράδοση της Κίνας. Η Πορτογαλίδα Λεονόρ Αντούνες (I Stand Like a Mirror…)- από τους απογοητευτικά λίγους καλλιτέχνες που συνδιαλέγονται με την πόλη της Βενετίας- φτιάχνει γλυπτά που υπερίπτανται του χώρου, φτιαγμένα από τυπικά βενετσιάνικα υλικά όπως γυαλί Μουράνο, δέρμα και ξύλο. Ο μεγάλος Γκαμπριέλ Ορόζκο (Visible Labor) παρουσιάζει ξύλινα oριγκάμι με εμφανείς αναφορές στην Ιαπωνία και στο παιχνίδι Go.
Η Γι Σουκγιάνγκ (Nine Dragons in Wonderland) δημιουργεί ένα πανέμορφο γλυπτό – μείγμα κορεατικής και ιταλικής κεραμικής τέχνης. Ο Κινέζος Λίου Ζιανγκούα (Square), γεμίζει μια τεράστια αίθουσα με χρυσαφιές κεραμικές επιφάνειες που καθρεπτίζουν τον επισκέπτη και παραπέμπουν στη Ζεν παραδόση του κενού και του μινιμαλισμού. Ο Χιλιανός Χουάν Ντόνι (The Circle of Fires) κινηματογραφεί φυλές του Αμαζονίου που χάνονται και ο Ινουίτης Καναντζινάκ Πουτουγκούκ (Untitled) ζωγραφίζει με εξαιρετική ευαισθησία τις παραδόσεις των Εσκιμώων και τον κόσμο τους που αλλάζει. Ο Βραζιλιάνος Ερνέστο Νέτο (Paxpa- There is a Forest), στήνει μια μεγάλη, οργανική σχεδόν, διάτρητη τέντα πολυαιθουραίνης μέσα στην οποία μπορούμε να κάτσουμε, να διαλογιστούμε, να συζητήσουμε με αυτόχθονες ινδιάνους της φυλής υπό εξαφάνιση των Huni Kuin.
Αν έχετε την τύχη να επισκεφθείτε την έκθεση, επιτρέψτε στον εαυτό σας να χαθεί ελεύθερα μέσα στον χώρο και τον κόσμο της σύγχρονης ανθρωπολογίας που αυτή προσφέρει.
Giardini
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της ιδέας των εθνικών εκπροσωπήσεων- 86 φέτος- είναι ότι ζούμε σε έναν κόσμο όπου ο λαϊκισμός, η εθνοκαπηλία, η ανάδειξη του κράτους-έθνους σε υπέρτατο αγαθό βρίσκεται σε συνεχή διαμάχη με την υπέρβαση, την μετάλλαξη, την αλλοίωση της σημασίας των συνόρων. Η Μασέλ προσπαθεί να το ξεπεράσει με την δημιουργία εννέα «μετα-Περιπτέρων» που κινούνται σε θεματικές ενότητες όπως Το Βιβλίο, Ο Σαμανισμός, Η Γη, O Xρόνος και η Αιωνιότητα, Η Παράδοση, Το Χρώμα.
Είναι όμως αδύνατο να ξεπεραστεί το Ναπολεόντειο (εκείνος, ως κατακτητής της πόλης, θέσπισε την ιδέα του κήπου της τέχνης) όραμα των Giardini και η ειρωνεία είναι ότι αυτά τα Περίπτερα, όπως το ελληνικό, το αμερικανικό, το ρωσικό, που δεν φοβούνται να αντιμετωπίσουν ευθέως την εθνική, πολιτική ή φυλετική τους ταυτότητα- έστω για να την αποδομήσουν- είναι και τα πιο πετυχημένα.
Ο αμερικανός εικαστικός Μαρκ Μπράντφορντ πραγματεύεται ζητήματα κοινωνικά, πολιτικά, ανθρωπιστικά στις ΗΠΑ του σήμερα και γίνεται επίκεντρο συζητήσεων- και συνωστισμού. Ο Ορέστης Ανδρεαδάκης επιμελείται μια λαβυρινθώδη βίντεο-εγκατάσταση με θέμα τις Ικέτιδες του Αισχύλου που παραπέμπει ευφυώς στο μεταναστευτικό ζήτημα της Ελλάδας. Τρεις διαφορετικοί ρώσοι καλλιτέχνες δημιουργούν ένα κατανυκτικό θέατρο σκιών που αντανακλά την μετακομμουνιστική πραγματικότητα και εμπνέεται από τη Θεία Κωμωδία του Δάντη.
Η Γερμανία, δικαίως, παίρνει τον Χρυσό Λέοντα με το πολύ δυνατό, διαδραστικό έργο της Αν Ιμχοφ: περπατάμε σε γυάλινες πλατφόρμες που απλώνονται πάνω από μυστηριώδη αντικείμενα, ενώ σκοτεινές ανθρώπινες μορφές μάς προκαλούν λάιβ να αντιμετωπίσουμε τη βία και την κυριαρχία του ‘πολιτισμένου’ κόσμου μας. Η εμπειρία μπορεί να γίνει απωθητική, μα είναι ταυτοχρόνως γοητευτική, σχεδόν ρομαντική.
Αλλο Περίπτερο που ξεχωρίζει, για εντελώς αντίθετους λόγους, είναι αυτό της Ιαπωνίας με τα υπέροχα ξυλόγλυπτα έργα και τις αιωρούμενες παγόδες του Τακαχίρο Ιβασάκι να μας ταξιδεύουν σε μια μυθική, ζεν διάσταση. Παρόμοια ηρεμιστική, αρχιτεκτονική ματιά παρουσιάζουν οι Σκανδιναβικές χώρες με έναν φωτεινό χώρο όπου κυριαρχεί το γλυπτό από ξύλο και οι μεταλλικές επιφάνειες: πάντρεμα φουτουρισμού και φύσης.
H βρετανική συμμετοχή της εβδομηντάχρονης και σχετικά άγνωστης στο ευρύ κοινό Φυλλίδα Μπάρλοου, ενώ εμπεριέχει ειρωνεία (συνωστισμός τεράστιων μεταμοντέρνων γλυπτών από papier-mache, χρωματισμένων λες από παιδί), δεν προκαλεί συναισθηματικές αντιδράσεις πέρα από την έκπληξη. Το ίδιο και η έξυπνη γαλλική ακουστική εγκατάσταση του Ξαβιέ Βεϊλάν που δεν καταφέρνει όμως να συνεπάρει. Το βραβείο χιούμορ σίγουρα πάει στον Καναδό Τζέφρι Φάρμερ με συντριβάνια που ξαφνιάζουν τους ανυποψίαστους επισκέπτες οι οποίοι βρέχονται αναπάντεχα και γίνονται, άθελά τους, μέρος του θεάματος.
Παραδόξως, δεν είναι πολλά τα έργα που αντιμετωπίζουν άμεσα τα σημεία των καιρών. Ξεχωρίζουν διακριτικές ματιές όπως το όμορφα κινηματογραφημένο βίντεο του Αιγύπτιου Μοατάζ Νασρ πάνω στον φόβο για τη ζωή, με αναφορές στην ισλαμική καταπίεση των γυναικών. Η ειρωνική Αrte Povera του Χασάν Σαρίφ από τα Εμιράτα που μέσα από την ματιά του ρακοσυλλέκτη ευτελών αντικειμένων καταδικάζει τον καταναλωτισμό της πατρίδας του Ντουμπάι. Η διαδραστική πρόσκληση του Δανο-Ισλανδού Ολαφουρ Ελίασον σε συλλογικό εργαστήρι κατασκευής φωτιστικών μαζί με μετανάστες. Και το μετααποικιοκρατικό βίντεο της Νεοζηλανδής Λίζα Ρέινα για την εξερεύνηση των νησιών του Ειρηνικού από τον Τζέιμς Κουκ.
Εδώ λοιπόν, εν αντιθέσει με την Αrsenale, αξίζει κανείς να περιπλανηθεί βάσει σχεδίου, γιατί αλλιώς κινδυνεύει να χαθεί μέσα στην πληθώρα των προτάσεων και, λόγω υπερκορεσμού, να αμβλυνθεί το βλέμμα.
Παράπλευρες Εκθέσεις
H Bενετία ολόκληρη είναι έργο τέχνης και τα έργα της Μπιενάλε συχνά δεν ξεχωρίζουν από την αρχιτεκτονική που τα περιβάλλει. Παράδειγμα τα υπερφυσικά χέρια του Lorenzo Quinn που απλώνονται μέσα απ᾽το νερό του Canale Grande και τραβούν την προσοχή στις κλιματικές αλλαγές και στην πόλη που αργοβυθίζεται.
Τέσσερις εκθέσεις όμως αξίζουν μια επίσκεψη, κι αυτές είναι:
1. Γιαν Φαμπρ, Glass and Bone Sculptures 1977-2017 (εκ των επιμελητών
η Κατερίνα Κοσκινά του ΕΜΣΤ), στο Abbazia di San Gregorio.
2. Σιρίν Νεσχάτ, The Home of My Eyes, στο Museo Correr.
3. Ντάμιεν Χιρστ, Treasures from the Wreck of the Unbelievable, στο Palazzo Grassi και στο Punta della Dogana.
4. Φιλίπ Γκουστόν (Philip Guston and the Poets), στο Ruzzini Palace Hotel.
Τι μας αρέσει
- Ότι η Μπιενάλε προσπερνά το γεγονός πως η σύγχρονη τέχνη σε μεγάλο βαθμό ανήκει στις ελίτ, στήνοντας ένα ζωντανό πανηγύρι για τουρίστες και ντόπιους, παιδιά και ηλικιωμένους.
- Η ίδια η Βενετία: η αποθέωση της ομορφιάς.
- Οι παράπλευρες εκθέσεις.
Τι δεν μας αρέσει
- Τα πλήθη: για να αποφύγετε το συνωστισμό, πάτε νωρίς ή λίγο πριν το κλείσιμο και πάρτε νερό και φαγητό μαζί σας, διότι οι ουρές είναι απαγορευτικές.
- Η κενή αυτοαναφορικότητα, η ασχήμια χωρίς νόημα, η διαιώνιση της σύγχρονης τέχνης ως ακατανόητης.
- Η ζέστη- οι καλύτεροι μήνες να επισκεφτεί κανείς τη Μπιενάλε είναι ο Οκτώβριος και ο Νοέμβριος.