Η Τρουόνγκ Μάι Λαν μαζί με τον σύζυγό της, στο δικαστήριο του Χο Τσι Μινχ, την Τρίτη | EPA/STRINGER
Επικαιρότητα

Βιετνάμ: Δικαστήριο επιβεβαίωσε τη θανατική καταδίκη επιχειρηματία που έκλεψε $27 δισ.

Η Τρουόνγκ Μάι Λαν πρωταγωνίστησε στη μεγαλύτερη οικονομική απάτη στην Ιστορία της ασιατικής χώρας, εξαιτίας της οποίας δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τα χρήματά τους. Κανένα ελαφρυντικό δεν της αναγνώρισαν οι εισαγγελείς κατά την εκδίκαση της έφεσης
Protagon Team

Δικαστήριο της πόλης Χο Τσι Μινχ επιβεβαίωσε την Τρίτη, σε δεύτερο βαθμό, την καταδίκη σε θάνατο της Τρουόνγκ Μάι Λαν, της πρώην επικεφαλής μιας γιγαντιαίας εταιρείας ακινήτων, η οποία ενορχήστρωσε το μεγαλύτερο χρηματοοικονομικό σκάνδαλο που γνώρισε ποτέ το Βιετνάμ.

Οι δικαστές θεώρησαν ότι δεν έχουν «κανένα λόγο» για να μετατρέψουν την ποινή που επιβλήθηκε πρωτοδίκως στην πρώην επιχειρηματία, η οποία θεωρείται ο εγκέφαλος μιας απάτης ύψους 27 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ομως αν αυτή επιστρέψει τα τρία τέταρτα των ποσών που καταχράσθηκε, οι δικαστές διευκρίνισαν ότι η θανατική ποινή θα μπορούσε να μετατραπεί σε ισόβια.

Η Τρουόνγκ εμφανίσθηκε το πρωί στην πρώτη σειρά της αίθουσας ακροαματικών συνεδριάσεων του δικαστηρίου, καθισμένη δίπλα στον σύζυγό της, ο οποίος κατηγορείται επίσης για παραβίαση των τραπεζικών κανόνων.

Περισσότεροι από 100 δικηγόροι συμμετείχαν στην εκδίκαση της έφεσης, η οποία διήρκεσε ένα μήνα, σύμφωνα με τα κρατικά μέσα ενημέρωσης.

Η επιχειρηματίας υπεξαίρεσε σε διάστημα μιας δεκαετίας δισεκατομμύρια δολάρια, έχοντας στήσει ένα μηχανισμό ψεύτικων χρεογράφων που περνούσαν από την Saigon Commercial Bank (SCB). Η τράπεζα ανήκει σε ποσοστό άνω του 90% στον όμιλό της, τον Van Thinh Phat, που ειδικεύεται στην αγορά ακινήτων.

Το ιστορικών διαστάσεων σκάνδαλο προκάλεσε σοκ στην κοινή γνώμη του Βιετνάμ και συγκεντρώσεις, τις οποίες ανέχθηκε κατ’ εξαίρεσιν το κομμουνιστικό καθεστώς. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, που είχαν επενδύσει τις οικονομίες τους στην SCB, έχασαν τα χρήματά τους.

Η χωρίς προηγούμενο στο Βιετνάμ δίκη έφερε στο φως τόσο τις χαλαρές κανονιστικές ρυθμίσεις που ίσχυαν για τον τραπεζικό τομέα στη διάρκεια μιας περιόδου γρήγορου και πρωτοφανούς πλουτισμού της χώρας, όσο και την εκστρατεία κατά της διαφθοράς που διεξάγουν με τυμπανοκρουσίες οι Αρχές.

Στη χειρόγραφη έφεσή της, η Τρουόνγκ είχε εκφράσει τη λύπη της για την καταδίκη της σε θάνατο που της επιβλήθηκε σε πρώτο βαθμό, μια ετυμηγορία «υπερβολικά αυστηρή και σκληρή», και είχε καλέσει το δικαστήριο να υιοθετήσει μια «πιο ανθρώπινη και επιεική προσέγγιση».

«Το μόνο που σκέπτομαι είναι να ξεπληρώσω το χρέος μου έναντι της κεντρικής τράπεζας του Βιετνάμ (SBV) και του λαού», υποστήριξε την περασμένη Τρίτη ενώπιον των δικαστών.

«Αισθάνομαι μεγάλη ντροπή που κατηγορούμαι γι’ αυτό το έγκλημα», συνέχισε. «Σας παρακαλώ, επανεξετάστε και μειώστε την καταδίκη μου».

Για να αποπληρώσει το χρέος της, πρότεινε να ρευστοποιήσει την SCB και να πουλήσει το ενεργητικό της.

Η Τρουόνγκ και ο όμιλος Βαν Θινχ Φατ έχουν στην κατοχή τους μερίδια σε μεγάλα προγράμματα ακινήτων -ουρανοξύστης, εμπορικό κέντρο, λιμάνι, οικόπεδα για οικιστικά συγκροτήματα- στην πόλη Χο Τσι Μινχ, την οικονομική πρωτεύουσα του νότιου Βιετνάμ.

Η νομοθεσία της χώρας επιτρέπει στους καταδικασμένους σε θάνατο να μην εκτελεσθούν εφόσον επιστρέψουν τα τρία τέταρτα του ενεργητικού που έχουν υπεξαιρέσει ή σε περίπτωση που η συνεργασία τους θεωρηθεί «επαρκής» από τις Αρχές.

Οι εισαγγελείς ανέφεραν την περασμένη εβδομάδα ότι η δεν πληροί αυτές τις προϋποθέσεις και ότι οι συνέπειες του εγκλήματός της ήταν «τεράστιες και χωρίς προηγούμενο».

Οι δικηγόροι της Τρουόνγκ είχαν υποστηρίξει, σύμφωνα με κρατικά μέσα ενημέρωσης, πως έχει ελαφρυντικά, καθώς μεταξύ άλλων «παραδέχθηκε την ενοχή της, έδειξε μεταμέλεια και επέστρεψε μέρος του καταχρασθέντος χρηματικού ποσού», όμως οι εισαγγελείς δήλωσαν πως αυτά δεν είναι αρκετά.

Σε μια άλλη πτυχή του σκανδάλου, η επιχειρηματίας καταδικάσθηκε στα μέσα Οκτωβρίου σε ισόβια για ξέπλυμα χρήματος, απάτη και παράνομη διασυνοριακή μεταφορά χρημάτων.

Η κεντρική τράπεζα είχε αναφέρει τον Απρίλιο πως παρείχε κεφάλαια για να σταθεροποιηθεί η SCB, χωρίς να αποκαλύψει το ποσό.