Το συνοριακό πέρασμα Checkpoint Charlie στη Φρίντριχστρασε, τη δεκαετία του 60 | EPA/KONRAD GIEHR
Επικαιρότητα

Βερολίνο: Ιστορική καταδίκη πρώην πράκτορα της Στάζι για τη δολοφονία Πολωνού στο Τείχος

Ο 31χρονος τότε Μάρτιν Νάουμαν πυροβόλησε πισώπλατα τον 38χρονο Τσέσλαβ Κούκουτσκα, που επιχειρούσε να διαφύγει στη Δύση, από το διαβόητο συνοριακό πέρασμα Checkpoint Charlie. Μετά την πτώση της Ανατολικής Γερμανίας, ένας ερευνητής, ειδικός στην μυστική υπηρεσία του σκληρού καθεστώτος, βρήκε ενοχοποιητικά στοιχεία στα αρχεία και ενημέρωσε την οικογένεια του θύματος στην Πολωνία
Protagon Team

Δικαστήριο του Βερολίνου καταδίκασε την Δευτέρα, σε 10 χρόνια κάθειρξης, πρώην πράκτορα της διαβόητης Στάζι για την δολοφονία ενός 38χρονου πολωνού πυροσβέστη, ο οποίος προσπαθούσε να διαφύγει από το Ανατολικό Βερολίνο στην Δύση πριν από 50 χρόνια.

Στο τέλος της ιστορικής αυτής δίκης, ο Μάρτιν Νάουμαν, 80 ετών, κρίθηκε ένοχος για δολοφονία, αφού πυροβόλησε από μικρή απόσταση στην πλάτη τον Τσέσλαβ Κούκουτσκα καθώς αυτός κατευθυνόταν προς το συνοριακό πέρασμα της Φρίντριχστρασε στο Βερολίνο, γνωστό ως «Checkpoint Charlie», στις 29 Μαρτίου του 1974.

Είναι η πρώτη καταδίκη πρώην πράκτορα της Στάζι για δολοφονία, 35 χρόνια μετά την πτώση του Τείχους.

Είναι επίσης το επιστέγασμα μίας έρευνας που διήρκεσε δεκαετίες, εγκαταλείφθηκε και άνοιξε και πάλι, με την συμμετοχή και της πολωνικής πλευράς.

Την υπόθεση αποκάλυψε ο Στέφαν Απέλιους, ιστορικός ειδικός στη Στάζι, που βρήκε ενοχοποιητικά στοιχεία για τον Νάουμαν και ειδοποίησε την οικογένεια του Κούκουτσκα στην Πολωνία, όπου εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης για τον πρώην πράκτορα το 2021 και στη συνέχεια κινητοποιήθηκαν οι γερμανικές αρχές.

Οι ανατολικογερμανικές αρχές δεν ενημέρωσαν την οικογένεια του νεκρού για την τύχη του, παρά μόνο έστειλαν τις στάχτες του στη σύζυγό του, μερικές εβδομάδες μετά τη δολοφονία του, σύμφωνα με τον Guardian.

Η γερμανική εισαγγελία είχε ζητήσει την επιβολή ποινής κάθειρξης 12 ετών κατά του πρώην υπολοχαγού. Κατηγορήθηκε ότι πυροβόλησε στην πλάτη από απόσταση δύο μέτρων τον 38χρονο Πολωνό στο συνοριακό φυλάκιο της Φρίντριχστρασε, κεντρικό και πολύ καλά φρουρούμενο πέρασμα, μέχρι τον Νοέμβριο του 1989, ανάμεσα στο Ανατολικό και το Δυτικό Βερολίνο.

Ο κατηγορούμενος, που μέχρι το 2016, οπότε και εμφανίσθηκαν τα ενοχοποιητικά εναντίον του στοιχεία, ζούσε μία αμέριμνη ζωή συνταξιούχου στην Λειψία, απέρριψε τις κατηγορίες μέσω των συνηγόρων του. Ο ίδιος δεν μίλησε ποτέ στο δικαστήριο.

Ακόμη και αν η γενική εισαγγελέας Χενρίκε Χίλμαν παραδέχθηκε ότι εκτελούσε διαταγές, ο κατηγορούμενος, 31 ετών τότε, ενήργησε κατά την γνώμη της με την πρόθεση να σκοτώσει, αν και μπορούσε απλώς να τραυματίσει τον φυγάδα.

Ακόμη περισσότερο, ο κατηγορούμενος εκμεταλλεύθηκε την αδύναμη θέση στην οποία βρισκόταν ο Κούκουτσκα εκείνη την στιγμή, καθώς κατευθυνόταν προς το τελευταίο συνοριακό φυλάκιο, έχοντας περάσει δύο διαδοχικούς ελέγχους και θεωρώντας ότι έχει λάβει την άδεια να περάσει στην Δύση.

Για τον λόγο αυτόν, ο πρώην πράκτορας της Στάζι κατηγορήθηκε για δολοφονία και όχι για ανθρωποκτονία.

Ο Τσέσλαβ Κούκουτσκα ονειρευόταν μία ζωή στον ελεύθερο κόσμο. Είναι ένας από τους τουλάχιστον 140 ανθρώπους που έχασαν την ζωή τους από το 1961 μέχρι το 1989 προσπαθώντας να διασχίσουν το Τείχος του Βερολίνου.

Στις 29 Μαρτίου 1974, ο Κούκουτσκα εισέβαλε στην πολωνική πρεσβεία του Ανατολικού Βερολίνου κρατώντας μία ψεύτικη βόμβα και απειλώντας ότι θα την πυροδοτήσει αν δεν λάβει άδεια για να διαφύγει στην Δύση.

Ειδοποιημένη από την Πολωνία, η μυστική αστυνομία του κομμουνιστικού καθεστώτος της Ανατολικής Γερμανίας υποκρίθηκε ότι αποδέχθηκε το αίτημά του, αλλά οι επικεφαλής έδωσαν κρυφά εντολή στους πράκτορες στο συνοριακό φυλάκιο να τον σκοτώσουν.

Ετσι, ενώ είχαν αφήσει τον Τσέσλαβ Κούκουτσκα να περάσει από δύο σημεία ελέγχου και ενώ κατευθυνόταν προς το τελευταίο συνοριακό πέρασμα της Φρίντριχστράσε, ο πράκτορας Νάουμαν τον πυροβόλησε πισώπλατα από τα δύο μέτρα. Για την πράξη του αυτή παρασημοφορήθηκε αργότερα από το καθεστώς.

Στη δίκη κατέθεσαν μάρτυρες της δολοφονίας, οι οποίοι τότε ήταν δυτικογερμανοί έφηβοι που είχαν πάει σχολική εκδρομή στο Ανατολικό Βερολίνο και εκείνη την ώρα επέστρεφαν μέσω της υπόγειας διάβασης στο Checkpoint Charlie.

H 61χρονη σήμερα Πέτρα Λ. κατέθεσε σχετικά: «Ενας άνδρας με γυαλιά ηλίου τράβηξε την προσοχή μου. Ηταν περίεργο, γιατί ήμασταν κάτω από το έδαφος». Η ίδια διηγήθηκε στο δικαστήριο πώς ο άνδρας αυτός έβγαλε πιστόλι και πυροβόλησε έναν άνδρα που τον προσπέρασε κρατώντας έναν χαρτοφύλακα και όλοι γύρω της σοκαρίστηκαν.

«Ξαφνικά, άνοιξαν πόρτες εκεί που δεν υπήρχαν μέχρι τότε, και εμφανίστηκαν άνθρωποι με στολή και σφράγισαν το πέρασμα», είπε.

Εργαζόμενος σε κατασκευαστική εταιρεία, ο Τσέσλαβ Κούκουτσκα είχε τρία παιδιά που άσκησαν πολιτική αγωγή, αλλά δεν ήταν παρόντα στην δίκη.

Ο συνήγορος της κόρης του, Χανς-Γιούργκεν Φέρστερ, που θεωρεί τον καταδικασθέντα «τελευταίο κρίκο μίας ιεραρχικής αλυσίδας», είχε καταθέσει αίτημα για την διεύρυνση της έρευνας σε όλα τα πρόσωπα που παρασημοφορήθηκαν από το κομμουνιστικό καθεστώς για τον θάνατο του Τσέσλαβ Κούκουτσκα.

Πριν από την ανακοίνωση της δικαστικής απόφασης, η Ντανιέλα Μίνκελ, ιστορικός, ειδική στα αρχεία της μυστικής αστυνομίας του καθεστώτος της Ανατολικής Γερμανίας, είχε δηλώσει ότι η καταδίκη του Μάρτιν Νάουμαν θα έχει «σημαντική συμβολική αξία» στις προσπάθειες της Γερμανίας για τον καταλογισμό και τιμωρία των πράξεων της κομμουνιστικής δικτατορίας.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, 251 άνθρωποι κατηγορήθηκαν για εγκλήματα που διαπράχθηκαν για λογαριασμό της Στάζι, σύμφωνα με τα αρχεία της γερμανικής κυβέρνησης.

Τα δύο τρίτα εξ αυτών, ανάμεσά τους εκτελεστικά όργανα όπως οι συνοριοφύλακες, απαλλάχθηκαν ή η δίωξή τους αναιρέθηκε. Μόνο 87 καταδικάσθηκαν. Στους περισσότερους επιβλήθηκαν ελαφρές ποινές.

Ακόμη και ο ίδιος ο Εριχ Μίλκε, ο διαβόητος αρχηγός της Στάζι, δεν καταδικάσθηκε για τις ενέργειές του κατά την περίοδο της θητείας του από το 1957 έως το 1989 λόγω ανεπαρκών στοιχείων. Η ποινή φυλάκισης έξι ετών που του επιβλήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1993 αφορούσε την δολοφονία δύο αστυνομικών το 1931, όταν ήταν νεαρός κομμουνιστής ακτιβιστής.