Την εκδοχή του για τα γεγονότα γύρω από την ψήφιση του πρώτου Μνημονίου το 2010 και την αναγγελία δημοψηφίσματος το 2011 έδωσε μιλώντας αργά την Τετάρτη στον ΣΚΑΪ ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Βαγγέλης Βενιζέλος.
Εξηγεί ότι κατέθεσε την πρόταση να περάσει το πρώτο μνημόνιο με 180 ψήφους, άρα και με τις ψήφους της ΝΔ, αλλά τελικά επικράτησε η σκέψη ότι θα έπρεπε να προχωρήσει μόνο το ΠΑΣΟΚ. Σχετικά με το δημοψήφισμα λέει ότι αν γινόταν το 2011 θα κατέστρεφε την οικονομία και το τραπεζικό σύστημα.
Αναφορικά με την ψήφιση του πρώτου μνημονίου τον Μάιο του 2010, ο κ. Βενιζέλος είπε ότι πρότεινε στον τότε πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου αυτό να ψηφιστεί με 180 ψήφους. Η αντίδραση του κ. Παπανδρέου «ήταν τέτοια που μου έδωσε τη δυνατότητα να μπω ξαφνικά στην ολομέλεια της Βουλής, να πάω στα κυβερνητικά έδρανα και να κάνω μια παρέμβαση η οποία άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο αυτό».
Ο κ. Βενιζέλος θεωρεί ότι αυτή η παρέμβαση έδωσε στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να κερδίσει ένα δίωρο «το οποίο ήταν πολύ κρίσιμο και προκλήθηκε μια νευρικότητα, ένας πανικός στη ΝΔ γιατί θα ετίθετο προ ενός πάρα πολύ συγκεκριμένου και σκληρού εθνικού διλήμματος».
Προσθέτει πάντως ότι ο Πρωθυπουργός «συγκάλεσε μια σύσκεψη των βασικών στελεχών και υπουργών της κυβέρνησης, των ανθρώπων που είχε άμεση επαφή και σχέση εμπιστοσύνης, και επικράτησε η αντίληψη που υιοθέτησε και ο ίδιος, πως πρέπει να προχωρήσουμε μόνοι μας, διότι η ΝΔ μπορεί να μην συμπράξει αλλά κυρίως διότι όλοι πίστεψαν ότι μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα, το πολύ εννέα μηνών – 1 χρόνου, θα ολοκληρωθεί το πρόγραμμα, η Ελλάδα θα βγει ξανά στις αγορές, θα ανασυγκροτηθεί, θα ξεπεράσει την κρίση και αυτό το πολιτικό κεφάλαιο πρέπει το ΠΑΣΟΚ να το κερδίσει μόνο του, να μην μοιραστεί αυτό το θετικό αποτέλεσμα με κάποιον άλλον… Αυτό δείχνει ότι δεν υπήρχε τότε στο πολιτικό σύστημα, θα έλεγα γενικότερα, αίσθηση του μεγέθους και του βάθους της κατάστασης», σημείωσε με νόημα ο κ. Βενιζέλος.
«Εάν εγώ δραματοποιούσα θεατρικά και επικοινωνιακά την δική μου διαπραγματευτική εμπειρία που οδήγησε στο δεύτερο πρόγραμμα και στο μεγάλο κούρεμα του ελληνικού χρέους θα γινόμασταν μια όπερα, μια ροκ όπερα τύπου Εβίτα»
Σε σχέση με το δημοψήφισμα το οποίο εξήγγειλε ο κ. Παπανδρέου τον Νοέμβριο του 2011, χωρίς τελικά να γίνει, ο κ. Βενιζέλος τόνισε ότι ο ίδιος δεν το απέτρεψε.
Σημείωσε ότι δε για τη σύνοδο των ηγετών στις Κάννες, στο περιθώριο της οποίας κλήθηκε τόσο ο ίδιος όσο και ο τότε Πρωθυπουργός: «Αυτό το οποίο μας είχαν πει στις Κάννες είναι ότι αν θέλετε να κάνετε δημοψήφισμα, να κάνετε δημοψήφισμα “ναι η όχι στο ευρώ”. Και ό, τι δημοψήφισμα και να κάνετε εμείς θα το εκλάβουμε ως δημοψήφισμα “ναι ή όχι στο ευρώ”. Τέτοιο δημοψήφισμα δεν μπορούσε να γίνει».
Συνέχισε λέγοντας ότι γεν μπορούσε να γίνει γιατί «θα καταστρεφόμασταν καθ’ οδόν προς το δημοψήφισμα. Δεν θα υπήρχαν τράπεζες, δεν θα υπήρχε οικονομία, δεν θα υπήρχε τίποτα όρθιο. Διότι πρέπει να σκεφτείτε την κατάσταση εκείνη τη στιγμή. Δεν μπορούσα εγώ ως υπουργός Οικονομικών να μην πω την αλήθεια ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να πάει σε δημοψήφισμα “ναι ή όχι στο ευρώ”. Και με αυτό συμφώνησε και ο κ. Παπανδρέου στο υπουργικό συμβούλιο της ίδια μέρας λέγοντας ότι όπως ορθά είπε ο υπουργός Οικονομικών δεν μπορούμε να πάμε σε ένα τέτοιο δημοψήφισμα ναι ή όχι στο ευρώ.»
Τέλος, σχετικά με την τρέχουσα διαπραγμάτευση λέει ότι «εάν εγώ δραματοποιούσα θεατρικά και επικοινωνιακά την δική μου διαπραγματευτική εμπειρία που οδήγησε στο δεύτερο πρόγραμμα και στο μεγάλο κούρεμα του ελληνικού χρέους θα γινόμασταν μια όπερα, μια ροκ όπερα τύπου Εβίτα. Αλλά δεν είναι ούτε ο χαρακτήρας μου ούτε η αντίληψη μου για τα πράγματα τέτοια», εξήγησε για να προσθέσει ότι «δεν μπορώ να κάνω αυτό που κάνει ο κ. Τσίπρας και ο κ. Βαρουφάκης ακόμη και ο κ. Τσακαλώτος».
Σε ό,τι αφορά το τι επιδιώκουν διαχρονικά κύκλοι της ΕΕ για την Ελλάδα, επισημαίνει ότι «δεν θέλανε να έχουνε μια Ελλάδα η οποία είναι θεσμικά ισότιμη και ταυτόχρονα ένα επίπεδο διαβίωσης το οποίο συγκρίνεται με το γερμανικό, γαλλικό, το ιταλικό, το βρετανικό. Θέλουν μια Ελλάδα μέσα στο ευρώ, αλλά μια Ελλάδα η οποία να έχει ως ομόλογό της ως συγκρίσιμες χώρες άλλες που είναι εντός ευρωζώνης. Την Λιθουανία, τη Λετονία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία».