«Δεν ήμουν ποτέ οπαδός του Ομπάμα, αυτό είναι αλήθεια. Εκανα κριτική στον Μπαράκ, αλλά σήμερα τον αξιολογώ ξανά: μου φαίνεται ήρωας! Λοιπόν, σε σύγκριση με τον Τραμπ, ακόμη και ο Τζορτζ Μπους γίνεται ήρωας...» λέει ο Τζον Γκρίσαμ | CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Τζον Γκρίσαμ: «Ο Τραμπ ξύπνησε τα ρατσιστικά ένστικτα της Αμερικής»

Ο διάσημος αμερικανός συγγραφέας ιστοριών θρίλερ ερμηνεύει τα έντονα φαινόμενα κοινωνικής και πολιτικής αντιπαράθεσης που πυροδότησε στη χώρα του η τετραετία του απερχομένου προέδρου: «Μεγάλωσα στο Μισισίπι, θυμάμαι τους μαύρους ως παιδί, ξέρω για τι μιλάμε»
Protagon Team

Θα μπορούσε να είναι η συνοπτική περιγραφή ή και το επιμύθιο, το κατακάθι ή και το καϊμάκι της υπόθεσης κάποιου από τα μυθιστορήματά του που έχουν σαν φόντο τους τη ρατσιστική Αμερική, την Ντίξιλαντ, το Μισισίπι το ίδιο όπου και αυτός γεννήθηκε πριν από 65 χρόνια. Ας πούμε ότι θα μπορούσε να είχε ξεπηδήσει μέσα από τις σελίδες τους.

Ποιο πράγμα; Ο λόγος του Τζον Γκρίσαμ για το μίσος που γεννά το μίσος, τροφοδοτεί τη βία και τρέφεται από αυτή. Το μίσος που γυρίζει τις ΗΠΑ αρκετές δεκαετίες πίσω. Για αυτό ακριβώς μίλησε μέσω τηλεδιάσκεψης στoν ανταποκριτή της Corriere della Sera, Μάσιμο Γκάτζι, ο γνωστός και στην Ελλάδα συγγραφέας ιστοριών θρίλερ, δικηγόρος και πολιτικός επίσης, συνεργάτης άλλοτε της Χίλαρι Κλίντον.

Ο Γκρίσαμ ήταν σαφής: «Ο Τραμπ θα καταγραφεί στην Ιστορία ως μεγάλη αμερικανική τραγωδία. Γέμισε πάρα πολλά άτομα με μίσος. Ξύπνησε τα χειρότερα ένστικτά τους, σαν αυτά που είχα δει, μικρός, στο Μισισίπι. Εκεί στον Νότο, όπου μεγάλωσα, ο ρατσισμός και οι φυλετικές διακρίσεις ήταν ο κανόνας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘60. Συνέβησαν ακόμη και λιντσαρίσματα μαύρων τότε, αφού το τελευταίο έγινε το 1959».

Ποιος μπορεί να του αμφισβητήσει το βίωμα;

«Ημουν τεσσάρων χρόνων. Η έξοδος από αυτό το κλίμα, η είσοδος στην εποχή των πολιτικών δικαιωμάτων και της πολυεθνικής κοινωνίας ήταν ένα κουραστικό ταξίδι, αλλά η Αμερική είχε σημειώσει μεγάλη πρόοδο. Αυτός ο κόσμος, εκείνα τα φρικτά ένστικτα που πίστευα ότι ήταν θαμμένα πια, ο Τραμπ τα επανέφερε στη ζωή».

Υπερπαραγωγή και με μέθοδο

Ο Τζον Γκρίσαμ, με τα 36 μυθιστορήματά του, έχει γίνει συνώνυμο των θρίλερ στις ΗΠΑ. Στις κινηματογραφικές ή τηλεοπτικές μεταφορές τους πρωταγωνίστησαν μεγάλα ονόματα του Χόλιγουντ, όπως ο Τομ Κρουζ, η Τζούλια Ρόμπερτς, ο Ματ Ντέιμον, ο Τζορτζ Κλούνεϊ, η Σάντρα Μπούλοκ, ο Ντάστιν Χόφμαν, κ.ά. «Σήμερα», παρατηρεί ο Γκάτζι, «είναι ένας πατριώτης, ένας κομψός και πολύ πλούσιος κύριος από τον Νότο που ζει στη Βιρτζίνια και ταξιδεύει με ιδιωτικό τζετ, αλλά πάντα ασχολείται με την πολιτική, με το Δημοκρατικό Κόμμα, και ποτέ δεν ξεχνά την καταγωγή του».

Ο Γκρίσαμ γράφει σχεδόν δύο βιβλία ετησίως. Εξηγεί πώς τα καταφέρνει: «Κάνω τα πάντα μόνος μου, χωρίς βοηθούς και γραμματείς. Κάθε χρόνο αρχίζω ένα μυθιστόρημα την 1η Ιανουαρίου. Γράφω πέντε ώρες την ημέρα, πέντε ημέρες την εβδομάδα. Χίλιες λέξεις, δύο χιλιάδες στην καλή ημέρα μου. Τελειώνω πάντα μέσα σε έξι μήνες. Ακολουθούν έξι εβδομάδες επίπονης επεξεργασίας του. Τον Αύγουστο, όλα είναι έτοιμα: το μυθιστόρημα πηγαίνει στο βιβλιοπωλείο στα τέλη Οκτωβρίου, εγκαίρως για τη χριστουγεννιάτικη αγορά. Και στο μεταξύ έχω τον απαραίτητο χρόνο ώστε να γράψω μια μικρότερη ιστορία». 

Οπως βλέπετε στο παραπάνω «τιτίβισμα», ο Γκρίσαμ χρησιμοποιεί πολύ επιδέξια και τα σόσιαλ μίντια για να διαφημίσει και να προωθήσει τα προϊόντα της φαντασίας του.

Αναβίωση τεράτων στην Ντίξι

Η πρώτη και ουσιαστικότερη ερώτηση του Γκάτζι αφορά την επίδραση που άσκησαν οι πολιτικές του Τραμπ στο κοινό του αμερικανικού Νότου. Ο Γκρίσαμ δεν απέφυγε την απάντηση, αν και δεν είναι κολακευτική για τους συμπατριώτες του: «Είναι καταθλιπτικό να βλέπεις πώς ο Τραμπ ώθησε τον κόσμο πίσω, στο σκοτεινό παρελθόν του. Επεισε πάρα πολλούς ότι το να είσαι ρατσιστής δεν έρχεται σε αντίθεση με το να είσαι αξιοπρεπής άνθρωπος. Και είναι ενοχλητικό να μην μπορούμε πλέον να συζητάμε μεταξύ μας (σ.σ.: οι Αμερικανοί). Μέχρι χθες μπορούσαμε να συζητάμε οτιδήποτε με οποιονδήποτε, αλλά πλέον αυτό δεν είναι εφικτό. Δεν γίνεται να μιλάμε για πολιτική και για τον Τραμπ, ούτε καν μεταξύ μας οι φίλοι. Είναι πόλεμος».

Στη συνέχεια της συνέντευξης ο συγγραφέας-δικηγόρος έθιξε ένα μείζονος σημασίας θέμα για τις ΗΠΑ, το οποίο μπορεί να προκαλέσει «βραχυκύκλωμα της δημοκρατίας» όπως ο ίδιος είπε. Δεν είναι άλλο από τη Δικαιοσύνη, ως σύστημα, και από την απονομή της, ως αποτέλεσμα της λειτουργίας της.

Οι ιδιαιτερότητες του αμερικανικού μοντέλου μπορεί να εκπλήξουν τον Ευρωπαίο, αν δεν τον σοκάρουν κιόλας: «Σε πολλές Πολιτείες οι δικαστές και οι σερίφηδες εκλέγονται από τον λαό. Πρέπει λοιπόν να κάνουν και αυτοί προεκλογική εκστρατεία, όπως κάνουν οι πολιτικοί. Πρέπει να συγκεντρώσουν χρήματα, να δίνουν υποσχέσεις. Ετσι δεν κρίνεται σαν ασυνήθιστη για τον δικαστικό η δωροληψία, να δέχεται δηλαδή χρήματα από εταιρείες. Αυτές κατόπιν μπορεί να εμπλακούν σε δίκη και να εμφανιστούν ενώπιόν του στη δικαστική αίθουσα. Πρόκειται για φοβερή σύγκρουση συμφερόντων».

Μα, έτσι απονέμεται η Δικαιοσύνη στην Αμερική;

«Στη Νέα Υόρκη ή στη Βιρτζίνια, όπου ζω εγώ, οι δικαστές δεν εκλέγονται αλλά επιλέγονται βάσει επαγγελματικών κριτηρίων. Αυτό είναι πολύ καλύτερο. Η εκλογή ενός δικαστή κινδυνεύει να αποβεί βραχυκύκλωμα για τη δημοκρατία. Και έτσι προκύπτουν χιλιάδες κακοδικίες στο αμερικανικό ποινικό σύστημα. Εχουν φυλακιστεί χιλιάδες αθώοι για 15 ή 20 χρόνια και για εγκλήματα άλλων. Αυτές είναι ιστορίες που σου ματώνουν την καρδιά».

Πολίτες δεύτερης κατηγορίας
Στιγμιότυπο από πορεία διαμαρτυρίας στην Ουάσινγκτον τον περασμένο Ιούνιο. Διαδηλώσεις μετά τον φόνο του Τζορτζ Φλόιντ έγιναν παντού στις ΗΠΑ αλλά και σε όλον τον κόσμο. «Δεν μπορώ να αναπνεύσω» (το σύνθημα στη μάσκα του διαδηλωτή) ήταν τα τελευταία λόγια του δολοφονηθέντος (EPA/MICHAEL REYNOLDS)

Με αφορμή τον φόνο του Τζορτζ Λόιντ που υπήρξε η αφετηρία για την εκδήλωση του κινήματος Black Lives Matter, ο ιταλός δημοσιογράφος ρώτησε τον Γκρίσαμ για την αντιμετώπιση του εγκλήματος από την κατά τόπους αστυνομία. Από την απάντηση που έλαβε γίνεται αντιληπτό ότι στις ΗΠΑ και κατά κανόνα οι αστυνομικοί κάνουν σωστά τη δουλειά τους όταν στο περιστατικό που εξετάζουν εμπλέκονται αποκλειστικώς λευκοί. «Οι φυλετικές διακρίσεις και οι χρόνιες αδικίες εναντίον των μαύρων υπάρχουν, οι μαύροι αντιμετωπίζονται διαφορετικά από την αστυνομία και στον δρόμο και στα δικαστήρια και στις φυλακές, και εγώ το έχω πει σε πολλά μυθιστορήματα».

Το ζήτημα των πολιτικών δικαιωμάτων που επανεμφανίστηκε τους τελευταίους μήνες στις ΗΠΑ κρίνεται από τον Γκρίσαμ «σημαντικό» και «μη διαπραγματεύσιμο», ενώ συνδέεται και με «το ζήτημα της ποινικής μεταρρύθμισης». Για πολλούς Αμερικανούς δεν είναι το πρωτεύον σε καιρούς πανδημίας φυσικά, «ωστόσο παραμένει κομβικό για την κοινωνία». Ο συγγραφέας, με την ιδιότητα του πολιτικού περισσότερο εδώ, δεν διστάζει να μιλήσει για διάφορες αποφάσεις της κεντρικής διοίκησης πάνω σε αυτό το ζήτημα, οι οποίες χειροτέρευσαν τα πράγματα. Εγκαλεί τον Τραμπ βέβαια, αλλά δεν χαρίζεται και στον Μπάιντεν για την περίοδο που διετέλεσε υπεύθυνος της Επιτροπής Δικαιοσύνης της Γερουσίας. Επειδή τότε ελήφθησαν αποφάσεις «υπέρ της αυστηροποίησης των ποινών, κάτι που οδήγησε στη φυλακή εκατομμύρια Αμερικανούς, μαύρους κυρίως». Ηταν λάθος του Μπάιντεν; «Ηταν λάθος, και νομίζω ότι το παραδέχτηκε».

Ο Γκρίσαμ αισθάνθηκε την ανάγκη να διευκρινίσει, πάντως, ότι κρίνει μεν τον Μπάιντεν, όμως δεν τον καταδικάζει. Μικροπολιτική; Κάθε άλλο: «Εκανα και εγώ ένα παρόμοιο λάθος, πριν από τριάντα χρόνια όταν ήμουν μέλος του τοπικού κοινοβουλίου στο Μισισίπι. Ψήφισα μία διάταξη που οδήγησε πολλούς στα ισόβια. Εκανα λάθος. Και για εκείνα τα λάθη μας πριν από τριάντα χρόνια, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι στη φυλακή σήμερα».

O Γκρίσαμ εγκατέλειψε την πολιτική καριέρα όταν τον απορρόφησε η συγγραφική, ο θαυμαστός κόσμος της γραφής, όμως παρέμεινε πιστός φίλος των Κλίντον και βοήθησε τη Χίλαρι στις εκστρατείες της. Τώρα, έπειτα από την επέλαση του τραμπισμού, αναθεωρεί παλιές κρίσεις και στέκεται απέναντι στα πράγματα με στωικότητα: «Δεν ήμουν ποτέ οπαδός του Ομπάμα, αυτό είναι αλήθεια. Εκανα κριτική στον Μπαράκ, αλλά σήμερα τον αξιολογώ ξανά: μου φαίνεται ήρωας! Λοιπόν, σε σύγκριση με τον Τραμπ, ακόμη και ο Τζορτζ Μπους γίνεται ήρωας. Αυτό ισχύει και για τον Μπάιντεν. Σήμερα είμαι οπαδός του, ανυπομονώ να ξεκινήσει η προεδρία του».