Ο ζωολογικός κήπος του talk radio, του ιδιαίτερου αυτού είδους που άνθισε και ανθίζει στις ΗΠΑ, παράγει ομιλητές περί παντός, με ένα μείγμα συνωμοσιολογίας και ωμής οργής, ενίοτε δε θρησκοληψίας και συντηρητισμού, να καλύπτει τα πάντα.
Στα αυτιά μας φαίνεται ίσως περίεργο πώς όλοι αυτοί έχουν κοινό και ακούγονται από εκατομμύρια ανθρώπους. Η συνταγή τους είναι απλή. Κρατούν το κοινό τους πάντα ευέξαπτο, όσο και οι ίδιοι, ανακυκλώνοντας «θεωρίες» και παράγοντας νέες.
Ο Τζο Ρόγκαν, ο άνθρωπος που με τον τρόπο του κατάφερε να εκδιώξει από το Spotify τον Νιλ Γιανγκ και την Τζόνι Μίτσελ, αύριο ίσως και άλλους, είναι ένας από αυτούς τους βασιλιάδες της πρόκλησης.
Το «Joe Rogan Experience» (προφανώς όχι τυχαία το αποκαλεί «εμπειρία») είναι το πιο πολυακουσμένο από τα 3,2 εκατομμύρια podcast που φιλοξενεί το Spotify.
Εντεκα εκατ. άνθρωποι –μια Ελλάδα– τον ακούν καθημερινά. Οι ακροατές του είναι νεότεροι από τον μέσο ακροατή των podcast. Ηλικίας μόλις 24 ετών κατά μέσο όρο, στην πλειονότητά τους άνδρες και απόφοιτοι κολλεγίου. Είναι το κοινό που νιώθει ότι είναι σε άμυνα μετά το #metoo· ο Ρόγκαν φροντίζει να τους «ταΐζει» με τεστοστερόνη.
Στο Instagram έχει 14 εκατ. ακολούθους. Οπαδοί του έχουν κάνει το πρόσωπό του τατουάζ και κάνουν like στις φωτογραφίες με τις μπριζόλες που ποστάρει τακτικά (φυσικά αντιπαθεί τους βίγκαν). Αλλοι, γράφει ο Monde, επαναλαμβάνουν το αγαπημένο του ρητό: «Αν αρχίσετε να παίρνετε τα πράγματα πολύ σοβαρά, θυμηθείτε ότι είμαστε απλώς μαϊμούδες που μιλούν και ταξιδεύουν στο Σύμπαν με ένα βιολογικό διαστημόπλοιο».
Ο Τζο Ρόγκαν γεννήθηκε στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσεϊ. Οι γονείς του χώρισαν όταν μόλις ήταν 5 ετών, ο αστυνομικός πατέρας του ήταν βίαιος στο σπίτι. Στην εφηβεία του ο Ρόγκαν ασχολήθηκε με τις πολεμικές τέχνες. Ξεκίνησε με καράτε και αργότερα ταεκβοντό, έγινε τέσσερις φορές πρωταθλητής Μασαχουσέτης, μέχρι και πρωταθλητής ΗΠΑ, ενώ έχει και μαύρη ζώνη στο βραζιλιάνικο ζίου-ζίτσου. Από το 1997 είναι σχολιαστής αγώνων στο UFC, ένα είδος θεαματικά βίαιης πάλης που ρίχνει στο ρινγκ αθλητές διαφορετικών κατηγοριών και όποιος κερδίσει κέρδισε.
Αφού πέρασε από την κωμωδία, ο 54χρονος Ρόγκαν τα τελευταία χρόνια έχει καβαλήσει το κύμα των podcast, ξεδιπλώνοντας τις αντιφάσεις του.
Αντίθετα από άλλες περσόνες που εξυμνούσε το Tea Party στα χρόνια του Μπαράκ Ομπάμα, ο Ρόγκαν είναι «Λιμπερταριανός», κατά των θρησκειών, στην ίδια γραμμή με όσους αγανακτούν από τους «woke» της προοδευτικής Αριστεράς. Το 2016 ο Ρόγκαν τάχθηκε στο πλευρό του Μπέρνι Σάντερς, τον οποίο προσκάλεσε στου σόου του. Το 2020 ψήφισε την «Λιμπερταριανή» υποψήφια Τζο Γιόργκενσεν.
Στον Ρόγκαν αρέσει και να πειραματίζεται με τις ουσίες και δεν το κρύβει. Τον Σεπτέμβριο του 2018 έβαλε τον Ελον Μασκ να πιει πολλά ουίσκι, προτού τον προκαλέσει να καπνίσει ένα τσιγάρο με μαριχουάνα. «Είναι νόμιμο;», ρώτησε ο Μασκ. Στην Καλιφόρνια, όπου ήταν το στούντιο, ναι. Αλλά η Γουόλ Στριτ δεν φάνηκε να επιδοκιμάζει τους πειραματισμούς. Την επόμενη μέρα οι μετοχές της Tesla υποχώρησαν 9%.
Το 2020 το Spotify προσέφερε στον Ρόγκαν αποκλειστικό συμβόλαιο που εκτιμάται ότι έφτασε τα 100 εκατ. δολάρια, χωρίς να έχει «καθαρίσει» ο Ρόγκαν τις συνωμοσιολογικές, ομοφοβικές, ισλαμοφοβικές, ρατσιστικές και μισογυνικές αναφορές του.
Το καταφύγιο των «αντί»
Μέσα στην πανδημία, ο Ρόγκαν άνοιξε τα μικρόφωνά του -με χαρά, όπως γράφει ο Monde- στους αντι-woke, τους αντιεμβολιαστές, τους εξορισμένους από άλλες πλατφόρμες. Αλλά και ο ίδιος έχει τις θεωρίες του. Οι νέοι, έλεγε τον περασμένο Απρίλιο, δεν χρειάζεται να ανησυχούν για τα εμβόλια, αρκεί να έχουν «καλή υγεία, να αθλούνται τακτικά και να τρώνε υγιεινά». Η δικαιολογία του μετά την κατακραυγή, μάλλον ισχνή: δεν είναι αντίθετος με τον εμβολιασμό, αλλά δεν είναι ο ίδιος και καμία αξιόπιστη πηγή ιατρικής πληροφόρησης «ούτε για τον εαυτό μου».
Το Σεπτέμβριο προσβλήθηκε και αυτός από Covid-19 και αποκάλυψε ότι είχε πάρει ιβερμεκτίνη, το παρασιτοκτόνο για άλογα που πήραν πολλοί έστω και ο αμερικανικός οργανισμός φαρμάκων (FDA) αποθάρρυνε την χρήση από ανθρώπους.
Στο κλείσιμο της χρονιάς, στις 31 Δεκεμβρίου, φιλοξένησε τον Ρόμπερτ Μαλόουν, έναν από τους πρωτοπόρους της έρευνας για το αγγελιοφόρο RNA, που έκτοτε έχει «εξοριστεί» από την ιατρική κοινότητα για τις απόψεις του και έχει αποκλειστεί από το Twitter. Για τρεις ώρες ο Μαλόουν εξέθετε τις θεωρίες του για τα «δυνητικά επικίνδυνα εμβόλια» και το πώς οι υγειονομικές αρχές «υπνώτισαν την κοινή γνώμη».
Ηταν ίσως η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Επιστολή διαμαρτυρίας από 270 γιατρούς, νοσηλευτές, εκπαιδευτικούς και επιστήμονες, ζητούσε από το Spotify «να θεσπίσει αμέσως σαφείς και δημόσιους κανόνες για τον περιορισμό της παραπληροφόρησης».
Αλλά ο ακράτητος Ρόγκαν συνέχισε. Στις 12 Ιανουαρίου διαβεβαίωσε ότι στους νέους ο κίνδυνος να προσβληθούν από μυοκαρδίτιδα μετά το εμβόλιο ήταν υψηλότερος από εκείνον για όσους νόσησαν από Covid-19. Ο καλεσμένος του ζήτησε αποδείξεις και ο Ρόγκαν αναγκάστηκε να παραδεχτεί παρερμήνευσε άρθρο που είχε διαβάσει. Για να είναι και καλυμμένος, ζήτησε και μια ενδελεχή έρευνα – ποτέ δεν ξέρεις.
Στις 24 Ιανουαρίου ο Νιλ Γιανγκ έβαλε ξεκάθαρα το δίλημμα: «Ή με τον Ρόγκαν ή τον Γιανγκ». Το Spotify αρνήθηκε να αποσύρει το podcast και ο Γιανγκ απάντησε αποσύροντας τη μουσική του. Τον ακολούθησε η Τζόνι Μίτσελ.
Αντίθετα, εκατοντάδες, μεταξύ τους και ο Μασκ, ευχαρίστησαν τον Ρόγκαν για την υπεράσπιση της ελευθερίας του λόγου. Ακόμη και ο Εντουαρντ Σνόουντεν, πρώην καλεσμένος και αυτός στο podcast, εξεπλάγη με τη σημασία που δόθηκε στην υπόθεση.
Ο Ρόγκαν έδειξε ότι πήρε το μήνυμα και υποσχέθηκε να δείξει μια μάλλον προσχηματική αντικειμενικότητα. Οχι, δεν θα σταματήσει να φέρνει αντιεμβολιαστές, αλλά θα φέρνει και ειδικούς που θα τους αντικρούσουν «αμέσως μετά». Το βρήκε λοιπόν. Η λύση είναι να αφήσει να ακουστούν όλες οι απόψεις, αφού πρώτα ο ίδιος, στα εκατομμύρια αυτιά που τον ακούν, φρόντισε να δώσει στις «θεωρίες» ίσο βάρος με την επιστήμη.