Στον αφρό της επικαιρότητας βρίσκεται η ομάδα των τσετσένων μαχητών που μάχεται στα μετόπισθεν των ρωσικών στρατευμάτων που επιτίθενται στην Ουκρανία. Ελάχιστη δημοσιότητα, όμως, έχει δοθεί στους αυτονομιστές τσετσένους αντάρτες που μάχονται τους ρώσους κατακτητές στο μέτωπο των εχθροπραξιών, στο πλευρό των ουκρανικών δυνάμεων.
Τρία τάγματα τσετσένων ανταρτών πολεμούν στο πλευρό της Ουκρανίας από το 2014, όταν η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία στα εδάφη της. Για την ακρίβεια, τα τάγματα πολεμούν στην κορυφή του ουκρανικού μετώπου, λαμβάνοντας μέρος σε μερικές από τις πιο αιματηρές συγκρούσεις του τελευταίου δωδεκαμήνου – σε αντίθεση με τις φιλορωσικές δυνάμεις του γενειοφόρου Ραμσάν Καντίροφ, που προτιμούν τα μετόπισθεν, και τις αναρτήσεις στο TikΤok, οι οποίες προδίδουν τις θέσεις τους, με αποτέλεσμα να δέχονται καταστροφικούς βομβαρδισμούς από τα ουκρανικά στρατεύματα.
Ενα από τα τρία αυτά τάγματα ονομάζεται «Τζοχάρ Ντουντάιεφ» και πήρε το όνομά του από τον πρώτο πρόεδρο της ανεξαρτητοποιημένης Τσετσενίας μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, που έγινε γνωστή ως «Δημοκρατία της Ισκερίας». Πολλοί από τους μαχητές του τάγματος είναι πρώτης ή δεύτερης γενιάς μετανάστες στην Ουκρανία.
Βρέθηκαν εκεί φυγαδευμένοι από το τυραννικό καθεστώς του Καντίροφ, το οποίο επέβαλε στην Τσετσενία ο πρόεδρος Πούτιν με στόχο την κατάπνιξη των τάσεων ανεξαρτησίας στην περιοχή. Πολεμούν στο πλευρό των Ουκρανών γιατί η χώρα αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη ευκαιρία των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών να αποτινάξουν τον «ρωσικό ζυγό», όπως αποκαλύπτουν στον Guardian.
Οσοι από αυτούς έχουν ζήσει για καιρό στην Ουκρανία, συμπληρώνουν ότι η χώρα τούς προσφέρει την ελευθερία να εξασκούν τη μουσουλμανική πίστη τους. Η κοινή γνώμη στην Ουκρανία, όμως, αντιμετωπίζει τους τσετσένους αντάρτες με καχυποψία, επηρεασμένη ίσως από την προπαγάνδα του καθεστώτος Πούτιν, που τους παρουσιάζει ως επικίνδυνους «ακραίους ισλαμιστές».
Το τάγμα τελεί υπό τις οδηγίες του ουκρανικού στρατού, αλλά δεν γίνεται αποδέκτης των παροχών που προέρχονται από τις αμυντικές δαπάνες του Κοινοβουλίου. Η βάση του βρίσκεται σε ένα εγκαταλελειμμένο υπόγειο στο Κίεβο, που ζέχνει από τα αποφάγια τους και διαθέτει μόνο ένα δορυφορικό πιάτο της εταιρείας Starlink του Ελον Μασκ για τις ανάγκες της επικοινωνίας τους.
Τα κατορθώματα του τάγματος από την ημέρα της εισβολής είναι εντυπωσιακά: Οργάνωσαν επιχειρήσεις αναγνώρισης και σαμποτάζ τον περασμένο Μάρτιο, όταν οι Ρώσοι έστελναν σαμποτέρ καμουφλαρισμένους ως πολίτες στο Κίεβο, και ήταν μπροστάρηδες στη μάχη για την απελευθέρωση της πόλης Ιζίουμ, στα βορειοανατολικά της Ουκρανίας.
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες το τάγμα πολεμάει στην πόλη Μπαχμούτ, στο ανατολικό Ντονέτσκ. Οι μάχες είναι σώμα με σώμα και εντός δωματίων των σπιτιών της πόλης, αποκαλύπτουν στον Guardian. Οι Ρώσοι ανακοίνωσαν την κατάληψη του Μπαχμούτ την Κυριακή, αλλά οι Τσετσένοι εξακολουθούν να μάχονται.
Δηλώνουν αγανακτισμένοι με τη Δύση, που ακόμα δεν έχει «ξυπνήσει» ώστε να δώσει στους Ουκρανούς τα απαραίτητα πολεμοφόδια για να υπερασπιστούν τη χώρα τους. Ιδιαίτερη μνεία κάνουν στη γερμανική κυβέρνηση για την αργοπορία της στην απόφαση να στείλει άρματα Leopard 2 στη χώρα, μιλώντας για «έγκλημα».
Παρά τη δυσπιστία με την οποία τους αντιμετωπίζει η ουκρανική κοινή γνώμη, οι τσετσένοι μαχητές πιστεύουν ότι με τις θυσίες τους θα αναστρέψουν το κλίμα. «Είναι σαν τους συμπατριώτες μας που ακόμα πιστεύουν στον κομμουνισμό και στην ένωση με τη Ρωσία», λέει ένας από αυτούς στον Guardian. «Μαχόμαστε για έναν κόσμο όπου όλοι μας θα ζούμε ελεύθεροι και αυτό θα εκτιμηθεί σύντομα από τη νέα γενιά στην Ουκρανία».