Εν μέσω θυέλλης από την παραίτηση Κοτζιά, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος επέλεξε να ανεβάσει στα ύψη τον τόνο της πολιτικής αντιπαράθεσης εξαπολύοντας δριμύτατη επίθεση από το βήμα της Βουλής τόσο κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όσο και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.
Επιμένετε να ποντάρετε πάνω στην καταστροφή, τόνισε απευθυνόμενος στους βουλευτές της αντιπολίτευσης.
«Επί ένα μήνα σπεκουλάρετε για τις τράπεζες. Λέτε μόνο τα γεγονότα που είναι κατά, λέτε μόνο για τις επενδύσεις που δεν γίνονται και όχι για αυτές που γίνονται.
Συνεχώς σπεκουλάρετε κατά της χώρας, σπεκουλάρετε για τις τράπεζες και πρέπει να αισθάνεται ντροπή γι’ αυτό που κάνετε.
Είστε το ακραίο λαϊκό δεξιό κόμμα και δεν μπορείτε να ακούσετε καμιά αντίθετη φωνή. Έτσι ήταν πάντα η Δεξιά, να πάει στο διάβολο η χώρα για να γίνετε εσείς εξουσία. Αυτό αποδεικνύετε από το 1920 μέχρι τώρα, δεν έχετε αλλάξει καθόλου, δεν σας νοιάζει τι είναι σημαντικό για τη χώρα. Ο κόσμος των αστών περιμένει κάτι πολύ περισσότερο από σας», ήταν η χαρακτηριστική αναφορά του που προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση των βουλευτών της ΝΔ και της ΔΗΣΥ.
«Και θα βγούμε στις αγορές και δεν θα μειωθούν οι συντάξεις»
«Δεν σας βγήκε πως δεν θα κλείσουμε την αξιολόγηση, δεν σας βγήκε ότι θα έρθει ο κόφτης, δεν σας βγήκε ότι θα μειωθούν οι συντάξεις. Μην συνεχίσετε ότι δεν θα βγούμε στις αγορές.
Γιατί θα βγούμε… Και σας λέω να μην επενδύσετε στο ότι δεν θα βγούμε», ήταν μία ακόμη χαρακτηριστική αναφορά του υπουργού κατά τη διάρκεια της αντιπαράθεσής του με τους βουλευτές της αντιπολίτευσης, ενώ όπως υποστήριξε, με την πρόταση της κυβέρνησης (σ.σ. στο σχέδιο Προϋπολογισμού) και οι συντάξεις δεν θα μειωθούν και θα υπάρξει ποσό περίπου 800 εκατομμυρίων ευρώ που θα διατεθεί για θετικά αντίμετρα.
Η άγρια αντιπαράθεση είχε και συνέχεια, αυτή τη φορά επί προσωπικού με τον βουλευτή και κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο της ΔΗΣΥ, Ανδρέα Λοβέρδο.
Αφορμή αποτέλεσε η αναφορά του κ. Τσακαλώτου στο βιβλίο του Γιώργου Μαυρογορδάτου «Μετά το 1922, η Παράταση του Διχασμού» για τη σύγκρουση βενιζελικών και αντιβενιζελικών.
«Αρκεί να φύγει ο Τσίπρας»
«Η πρώτη μου άποψη ήταν ότι η ΝΔ είναι το πρώτο κόμμα που πήγε από το πελατειακό σύστημα και τον παλαιοκομματισμό στον ακραίο δεξιό λαϊκισμό, χωρίς το ενδιάμεσο στάδιο του σοβαρού συντηρητικού κόμματος», ανέφερε ο κ. Τσακαλώτος, αλλά όπως είπε η γνώμη του άλλαξε όταν διάβασε το βιβλίο τού καθηγητή Μαυρογορδάτου και προχώρησε σε αναγωγές στο σήμερα με εκείνες κατά τις οποίες η τότε Δεξιά έλεγε να καταστραφεί η χώρα αρκεί να φύγει ο Βενιζέλος.
«Από τότε δεν έχει αλλάξει τίποτα. Και σήμερα η ΝΔ λέει ας καταστραφεί η χώρα, αρκεί να φύγει ο Τσίπρας», υποστήριξε. «Επενδύετε στον εθνικό διχασμό», είπε ο κ. Τσακαλώτος, προκαλώντας τη σφοδρή αντίδραση των βουλευτών της ΝΔ.
«Δεν μας αφορούν αυτά που λέει το βιβλίο, είστε κατάπτυστος», φώναξε ο κ. Λοβέρδος στον υπουργό προκαλώντας την έκρηξή του.
«Ποτέ δεν έχετε επιχειρήματα κ. Λοβέρδο. Τα βιβλία είναι για όλους δεν είναι του ΠΑΣΟΚ τα βιβλία, αφήστε τα αυτά τα λαϊκίστικα, είστε και καθηγητής Πανεπιστημίου που ντροπιάζετε την πανεπιστημιακή ιδιότητα κάθε ημέρα. Πανεπιστημιακός δάσκαλος που λέει δεν είναι για μας αυτό το βιβλίο. Δεν ντρέπεστε; Σε όλο τον κόσμο θεωρούν οτι τα βιβλία είναι για όλους, μόνο στο ΠΑΣΟΚ έχετε αυτή τη νοοτροπία», του απάντησε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Παίρνοντας τον λόγο ο αντιπρόεδρος της ΝΔ Κωστής Χατζηδάκης θύμισε στον υπουργό ότι τον Αύγουστο του 2015 ήταν η δική του παράταξη που είχε χάσει 40 βουλευτές και η χώρα κινδύνευε «να πάει στο διάβολο».
«Η δική μας παράταξη στήριξε το Γ’ Μνημόνιο για να μείνει η χώρα στην Ευρωζώνη», σημείωσε και επιπρόσθετα φρέσκαρε και πάλι τη μνήμη του κ. Τσακαλώτου, επισημαίνοντας ότι «τον Δεκέμβριο του 2014, η χώρα ετοιμαζόταν να βγει από το μνημόνιο και να γίνει μια κανονική χώρα. Και ήταν η δική σας παράταξη που προκάλεσε πρόωρες εκλογές, με αποτέλεσμα όσα ζήσαμε το πρώτο εξάμηνο του 2015».
Γι αυτό, όπως είπε, «αν υιοθετούσα, που δεν το κάνω, την δική σας φρασεολογία, θα έλεγα πως η δική σας παράταξη έστειλε την χώρα στον διάολο. Όμως ας μην αμφισβητούμε ο ένας τον πατριωτισμό του άλλου. Γιατί κρινόμαστε από τους πολίτες στο επίπεδο της αποτελεσματικότητας».