Πέρα από την παρέμβαση (εδώ) του υπουργού Εσωτερικών Μάκη Βορίδη, η πρωτοφανής δήλωση από τον αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χρήστο Τζανερίκο, προκάλεσε ομοβροντία αντιδράσεων από συνταγματολόγους που εκτίμησαν ούτε λίγο ούτε πολύ ότι είναι μάλλον προτιμότερο να… απέχει των αρμοδιοτήτων του.
Μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο Χαράλαμπος Ανθόπουλος, καθηγητής Δημοσίου Δικαίου Ε.Α.Π. δεν έκρυψε την έκπληξή του:
«Μένω έκπληκτος με το μάλλον επιθετικό ύφος και πάντως απροσδόκητο. Ένα ύφος λόγου απροσδόκητο για ανώτατο δικαστή. Το δε επιχείρημα ότι αυτό δεν έχει ξαναγίνει δεν είναι εύλογο διότι ούτε είχε ξαναγίνει μία τέτοια υπόθεση και μία τέτοιου είδους κρίση μέχρι τώρα το Α1 κατά την ανακήρυξη των συνδυασμών των κομμάτων λειτουργούσε με εντελώς επικό κατά κανόνα τρόπο. Άρα λοιπόν Η ρύθμιση αυτή είναι δικαιολογημένη λόγω της κρισιμότητας του θέματος ενώ μου φαίνεται αδικαιολόγητη η παρέμβαση του κυρίου Τζανερίκου».
Αντίστοιχα, ο Πάνος Λαζαράτος, καθηγητής Διοικητικού Δικαίου Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών χαρακτήρισε «θεσμικά απαράδεκτο να διεξάγονται τέτοιες συζητήσεις ιδίως την πρωτοβουλία του ανώτατου δικαστή σε μία τέτοια στιγμή που αν θέλετε τον οδηγεί σε αυτοεξαίρεση , θεωρώ πως θα κάνει δήλωση αποχής από τη διαδικασία που έρχεται σε λίγες ημέρες. Μιλάει για φωτογραφική αντιμετώπιση ως προς το πρόσωπό του. Αυτό κατά τη γνώμη μου δεν ισχύει δεν πρόκειται για φωτογραφική ρύθμιση σε καμία περίπτωση πρόκειται και πάλι για γενική και αφηρημένη ρύθμιση η οποία εξοπλίζει με πολύ περισσότερες εγγυήσεις αυτή την απόφαση».
Σαφής ήταν και ο Βαγγέλης Βενιζέλος ως προς την οδό που οφείλει να ακολουθήσει εφεξής ο κ. Τζανερίκος:
«Θεωρώ αυτονόητο ότι ο κ. Αντιπρόεδρος του ΑΠ θα προβεί σε δήλωση αποχής από οποιαδήποτε σχετική διαδικασία. Είναι η πρώτα φορά που ένας εν ενεργεία δικαστικός λειτουργός παίρνει τέτοια θέση, κάνει δημόσια τη δικαστική του κρίση, πριν δικάσει και πριν αποφανθεί».
Από την πλευρά του ο Αντώνης Μανιτάκης, ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ, Επικεφαλής Επιτροπής Επιστημονικού Συμβουλίου Νομικής Λευκωσίας. παρατήρησε για το θέμα της τροπολογίας :
«Δεν βλέπω εκ πρώτης όψεως ανεπίτρεπτη συνταγματικά παρέμβαση ούτε στο έργο ούτε στην οργάνωση ούτε στην λειτουργία του δικαστηρίου. Η αύξηση αυτή που αποφασίζεται πιστεύω ότι παρέχει μεγαλύτερα εχέγγυα και αντικειμενικότητας και απρόσωπης και ορθής κρίσης. Αφού θα αποφασίζει ένας διπλάσιο αριθμό δικαστών. Η ρύθμιση έχει στόχο την διασφάλιση της όποιας απόφασης του Αρείου Πάγου, έναντι πιθανών ενστάσεων».
Τέλος, ο συνταγματολόγος Κώστας Μποτόπουλος επεσήμανε: «Το ότι αυτό δεν έχει ξαναγίνει δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι είναι παράνομο πάντως πράγματι, και το είπα και λέγοντας πριν ότι δεν ήταν αναγκαία, αυτό ήταν ένα ζήτημα που αποτελεί interna corporis. Δηλαδή και εσωτερική λειτουργία του δικαστηρίου. Όμως ξαναλέω κατά τη γνώμη μου από μόνη της η νομοθετική αυτή ρύθμιση όσο και αν έχει τα προβλήματα που είπαμε δηλαδή δεν είναι αναγκαία και συνιστά κακή νομοθέτηση δε νομίζω ότι είναι παράνομη».