Ηταν Ανατολικογερμανός. Ομως το Σάββατο που ανακοινώθηκε ο θάνατός του Κουρτ Μαζούρ, στην Αμερική θρήνησαν τον άνθρωπο που αναμόρφωσε την Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης και τους έμαθε ότι για να αλλάξεις, πρέπει πρώτα να το λέει η καρδιά και μετά να το γράφει η παρτιτούρα.
Ηξερε να διευθύνει με την μπαγκέτα του τους πλέον ατίθασους κι απείθαρχους μουσικούς και με τον ψύχραιμο, συμφιλιωτικό του λόγο να ξεχωρίζει στις πιο δύσκολες κοινωνικές συγκυρίες. Ο Κουρτ Μαζούρ, υπήρξε ένας από τους μεγάλους μαέστρους της εποχής κι από εκείνους που δεν επένδυσαν μόνο στην μουσική αλλά έβαλαν γερά θεμέλια στην σχέση μεταξύ κλασικής μουσικής και κοινωνίας. Τρεις κορυφαίοι και διεθνείς Ελληνες αρχιμουσικοί θυμούνται τους πολλούς λόγους για τους οποίους τον θαύμαζαν.
«Διευθύνοντας χωρίς μπαγκέτα»
Ο Γιώργος Πέτρου, αρχιμουσικός και διευθυντής της Καμεράτα-Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής, εστιάζει στον τεράστιο καταγεγραμμένο πλούτο ηχογραφήσεων που δημιούργησε: «Την πρώτη φορά που είδα τον Κουρτ Μαζούρ ήμουν ακόμα σπουδαστής στο Λονδίνο. Ηταν κάπου την δεκαετία του ’90, κι εκείνος είχε καταφθάσει με την Ορχήστρα Γκεβαντχάους της Λειψίας. Μέχρι σήμερα είναι αποτυπωμένη στο μυαλό μου η δυνατή εντύπωση που μου είχε κάνει ο τρόπος που διεύθυνε αλλά και η ατμόσφαιρα εκείνο το βράδυ στο Barbican. Μερικά χρόνια μετά διεύθυνα εγώ την ίδια ορχήστρα στην “Αλκηστη” του Γκλουκ και κατάλαβα, από άλλη θέση, την αύρα που άφηνε αυτός ο άνθρωπος στα σύνολα από τα οποία περνούσε.
Hταν πολύ σπουδαίος μαέστρος, με πολύ ισχυρό στίγμα και τελείως προσωπικό στυλ καθώς διεύθυνε χωρίς μπαγκέτα. Επίσης, επειδή συνέπεσε με την πολύ μεγάλη άνθιση των ηχογραφήσεων και την χρυσή εποχή της δισκογραφίας, συνέβαλε με πολύ σπουδαίες ηχογραφήσεις στον τεράστιο καταγεγραμμένο πλούτο που έχουμε πια στα χέρια μας. Μπορεί να μην ήταν τόσο προβεβλημένος όσο άλλοι αρχιμουσικοί αυτής της περίφημης κατηγορίας των μαέστρων – σταρ, αλλά σε κάθε περίπτωση ήταν ένας από τους σημαντικότερους διευθυντές ορχήστρας της εποχής μας”.
«Αφησε σπουδαία παρακαταθήκη του»
Ο Μύρων Μιχαηλίδης, διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, εστιάζει στην μεγάλη κληρονομιά που άφησε κυρίως, για τα έργα των Μπετόβεν και Μπραμς: «Εφυγε ένας από τους τελευταίους μεγάλους γερμανούς αρχιμουσικούς. Πέρα από τη σπουδαία εντεκάχρονη θητεία του στη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, ο Κουρτ Μαζούρ άφησε διακριτό καλλιτεχνικό στίγμα, που εντοπίζεται ακόμη και στις μέρες μας, ως επικεφαλής για πολλά χρόνια της ορχήστρας Γκεβάντχάουζ της Λειψίας! Τον θεωρώ σπουδαίο καλλιτέχνη, με πολύ σπουδαία παρακαταθήκη (σε ό,τι αφορά στο ρεπερτόριο) κυρίως τα έργα των Μπετόβεν και Μπραμς».
«Δεν ανήκε στους τελευταίους δικτάτορες του βάθρου»
Ο Βασίλης Χριστόπουλος, μαέστρος, πρώην διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, εστιάζει στην πίστη του Μαζούρ στην ανθρωπιστική αξία της μουσικής: «Ο Κουρτ Μαζούρ ήταν ένας σεμνός και έντιμος μουσικός, από τους σημαντικότερους Γερμανούς μαέστρους της εποχής μας. Μεταξύ άλλων ευκαιριών, είχα την χαρά να τον απολαύσω με την Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών την δεκαετία του ’90. Η καριέρα του είχε εντυπωσιακή διάρκεια. Δεν εκτοξεύθηκε στην κορυφή, αλλά ανήλθε σε βάθος χρόνου, περνώντας απ’ όλες τις βαθμίδες της τυπικής γερμανικής σταδιοδρομίας (από μουσικός εκγυμναστής σε μικρά θέατρα έως γενικός μουσικός διευθυντής).
Το γεγονός ότι αναγνωρίστηκε, τιμήθηκε και αγαπήθηκε από όλον τον μουσικό κόσμο (Νέα Υόρκη, Παρίσι, Λονδίνο) σε σχετικά μεγάλη ηλικία, οφείλεται, κατά την γνώμη μου, σε τρεις κυρίως παράγοντες. Κατέχοντας κρίσιμες θέσεις σε ιστορικές συγκυρίες, έδρασε με ψυχραιμία, ευθυκρισία και ανθρωπισμό. Στην μεν Λειψία η ήρεμη, συμφιλιωτική στάση του συνέβαλε στην εκτόνωση της έντασης και στην αποφυγή αιματοχυσίας κατά τις διαδηλώσεις του Οκτωβρίου του ’89, ενώ στην Νέα Υόρκη εμψύχωσε και παρηγόρησε τους άφωνους και συγκλονισμένους πολίτες μετά την 11η Σεπτεμβρίου.
Η πίστη του στην ανθρωπιστική αξία της μουσικής ήταν ακλόνητη. Ως ενσάρκωση μιας παραδοσιακής γερμανικής αισθητικής, κόμιζε στην παγκοσμιοποιημένη μουσική σκηνή, με ολοένα και πιο ομοιογενή –λαμπερό και δεξιοτεχνικό μεν, όμως συχνά επιφανειακό και αδιάφορο– ορχηστρικό ήχο, μία προσωπική, πολύτιμα μοναδική, συγκινητική ερμηνεία.
Παρά το καθεστώς προελεύσεώς του, δεν ανήκε στους τελευταίους «δικτάτορες» του βάθρου, αλλά σε εκείνους τους μαέστρους που επιδιώκουν να εμπνεύσουν τους μουσικούς της ορχήστρας και να τους καθοδηγήσουν ως «πρώτοι μεταξύ ίσων». Το ήθος του και η ειλικρίνεια των εκτελέσεών του θα μείνουν αξέχαστα».