Μόλις έγραψε μια επική ιστορία αγάπης και χαμού που διαπερνάει πολλές γενιές | Guardian
Επικαιρότητα

Τώρα, που έμεινε μόνη…

Η Ιζαμπέλ Αλιέντε σε μια εκ βαθέων συνέντευξη, μιλάει ανοιχτά για τον πρόσφατο χωρισμό της, το αντίδοτο της μοναξιάς, τα βιβλία της, τον Ντόναλντ Τραμπ και την ξενοφοβία
Protagon Team

Η κοινοτοπία της μοναξιάς: να μπαίνεις σε ένα σπίτι, να ανοίγεις τα φώτα και κανένας να μην σε περιμένει.  Δεν κάνει διακρίσεις αυτή η πάλη με το τίποτα που αντικρύζεις μπροστά σου. Συμβαίνει σε καθημερινούς ανθρώπους και σε πετυχημένους. Η γνωστή συγγραφέας Ιζαμπέλ Αλιέντε, σε μια εκ βαθέων συνέντευξη που παραχώρησε στην βρετανική εφημερίδα Guardian, αναμετράται με τον δαίμονα της μοναξιάς, έχοντας αφήσει πίσω της μια μακροχρόνια σχέση που την σημάδεψε, αλλά που πλέον ανήκει στο παρελθόν.

Για τρεις δεκαετίες δοκίμαζε την ακριβή γεύση της ευλογίας που μετέδιδε και στους λογοτεχνικούς χαρακτήρες της: η αίσθηση της οικίας και της αγάπης που αντέχει στα πάντα. Η ίδια είχε κοντά της τον αμερικανό σύζυγό της, Γουίλιαμ Γκόρντον που της πρόσφερε την απαραίτητη ασφάλεια πως όλα όσα ζει θα κρατήσουν για πάντα. Φευ, τίποτα δεν κρατάει για πάντα.

Διατηρώντας ακόμη τη θωριά μιας καλοβαλμένης γυναίκας που προσέχει και την τελευταία λεπτομέρεια της εμφάνισής της και το χιλιανό ταπεραμέντο της, δεν κρύβει τη σκιά της θλίψης που την έχει καταβάλει, «πριν από ένα χρόνο μπορούσα να πω ότι το σπίτι μου βρίσκεται εκεί που είναι η αγάπη μου. Ομως, τώρα που δεν έχω αγάπη. δεν ξέρω πού είναι το σπίτι μου».

Επειτα από 27 χρόνια γάμου και μια ντουζίνα βιβλίων που αναζήτησαν την αγάπη, τη συνάφεια και την οικογένεια, η 73χρονη Αλιέντε ζει πλέον μόνη σε ένα σπίτι έξω από το Σαν Φρανσίσκο.

Κι όμως, δεν ζητάει τη λύπηση των άλλων. Ορθώνοντας στον βρετανό δημοσιογράφο τα ελάχιστα ψήγματα αυτοπεποίθησης που διαθέτει, παραδέχεται: «Δεν θέλω συλλυπητήρια. Είναι καλό να τελειώνει έτσι ένας γάμος. Ποτέ δεν χτυπήσαμε πόρτες ή δεν φωνάξαμε ο ένας στον άλλον. Δεν υπήρξε κανένα τρίτο πρόσωπο στη σχέση μας. Πέθανε με φυσιολογικό θάνατο».

Το 1985 στο Καράκας, μπροστά σε μια γραφομηχανή

Ο δημοσιογράφος Ρόρι Κάρολ που της πήρε τη συνέντευξη διέκρινε έναν φιλοσοφικό τόνο στα λόγια της. Εχοντας βιώσει την εγκατάλειψη, την εξορία, τη θλίψη, τη φήμη και τον πλούτο – έχει πουλήσει πάνω από 65 εκατομμύρια αντίτυπα-, η Αλιέντε δείχνει να είναι έτοιμη να αποδεχθεί το νέο, αδόκητο, κεφάλαιο στη ζωή της. Κι όμως, η θλίψη παραμένει: «Είναι τόσο παράξενο να μπαίνει σπίτι σου, να ανάβεις τα φώτα και να υπάρχει σιωπή και παγωνιά. Είναι περίεργο να μην υπάρχει εκεί άλλη παρουσία, ένα άλλο σώμα. Ωστόσο, έχω αρχίσει να το συνηθίζω».

Το τελευταίο διάστημα έχει δοθεί στην προώθηση του νέου της βιβλίου («The Japanese Lover») κάνοντας περιοδεία σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Πρόκειται για μια επική ιστορία αγάπης και χαμού που διαπερνάει τις γενιές και εκτείνεται χρονικά από το σήμερα έως την εισβολή των ναζί στην Πολωνία και το Περλ Χάρμπορ. Το έγραφε τη στιγμή που η γάμος της με τον Γκόρντον έπνεε τα λοίσθια, αποδεχόμενη στο μεταξύ την πικρή αλήθεια ότι καμία αγάπη δεν κρατάει για πάντα.

«Είναι τόσο παράξενο να μπαίνει σπίτι σου, να ανάβεις τα φώτα και να υπάρχει σιωπή και παγωνιά. Είναι περίεργο να μην υπάρχει εκεί άλλη παρουσία, ένα άλλο σώμα. Ωστόσο, έχω αρχίσει να το συνηθίζω»

Η Αλιέντε, με διάθεση να δει την ιστορία της ζωής της ως ένα άλλο αφήγημα, δεν διστάζει να μιλήσει στη συνέντευξη για τον πατέρα της που την εγκατέλειψε όταν ήταν τριών χρονών, για το ταξίδι που έκανε με τη μητέρα της και τον πατριό της έως την Ν. Αφρική  την επιστροφή στο Σαντιάγκο και την αναγκαστική εξορία όταν ο δικτάτορας Πινοσέτ έριξε την κυβέρνηση του θείου της Σαλβαδόρ Αλιέντε με το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1973.

Η Αλιέντε δοκίμασε την τύχη της στη δημοσιογραφία, χώρισε με τον πρώτο της άνδρα και έγραψε το πρώτο της βιβλίο το best seller «Το σπίτι των πνευμάτων», το οποίο είναι εμπνευσμένο από τις αναμνήσεις της από το σπίτι των παππούδων της.

Πέρυσι ο Μπαράκ Ομπάμα την τιμήσε με το μετάλλιο της ελευθερίας

Το 1989 γνώρισε τον Γκόρντον και εγκαταστάθηκε στην Καλιφόρνια. Ηδη, είχε αρχίσει να γίνει γνωστή παγκοσμίως, τα βιβλία της να γίνονται ένα εκδοτικό φαινόμενο και να μεταφράζονται σε περισσότερες από τριάντα γλώσσες. Επιπλέον, ήταν εκείνη που έδωσε τα πρώτα «μαθήματα» λογοτεχνικής γραφής στον άνδρα της, που από τη δικηγορία προσπάθησε να μεταπηδήσει στη λογοτεχνία.

Ο Γκόρντον είχε να αντιμετωπίσει τους δικούς του δαίμονες: τα δύο από τα τρία παιδιά του είχαν πεθάνει από ναρκωτικά και προσπαθούσε να γαντζωθεί από το τρίτο, αλλά μάταια.

«Οταν πέθανε ο πιο μικρός του γιος, πριν από τρία χρόνια, έχασε κάθε ενδιαφέρον για τα πάντα. Κλείστηκε στον εαυτό του και δεν άφησε ούτε κι εμένα να τον πλησιάσω. Η μοίρα του έστειλε πολλές καταστροφές. Είχαμε χάσει τρία παιδιά. Δύο εκείνος, ένα εγώ. Ελάχιστα ζευγάρια επιβιώνουν μετά από τον θάνατο του παιδιού τους, πόσο μάλλον από τρεις».

Παραδέχεται πως προσπάθησε να σώσει τον γάμο της με κάθε τρόπο, αλλά το συμπέρασμα που αποκόμισε ήταν ότι «ένας άνθρωπος δεν μπορεί να σώσει έναν γάμο. Είναι κάτι που πρέπει να το θέλουν και οι δύο». Το πραγματικό κουράγιο για την Αλιέντε βρίσκεται όταν αποφασίζεις να φύγεις από μια νεκρή σχέση και όχι να μείνεις σε αυτήν. «Στην αρχή μπορεί να τρομάξεις, αλλά μετά το συνηθίζεις. Ακόμη εύχομαι να μπορούσε να κρατήσει η σχέση μας, το έχω δει να συμβαίνει σε άλλους και να γερνούν μαζί. Είναι πιθανό να συμβεί».  Ετσι, το μόνο που της μένει πλέον είναι το να βρεθεί μπροστά της ένας εραστής, αλλά όχι ένας σύζυγος.

Μόνη δεν είναι, ίσως λίγο περισσότερο μοναχική από ότι είχε συνηθίσει να είναι.

Για τον Ντόναλντ Τραμπ, η Αλιέντε στάζει χολή: «Είναι ένας μανιασμένος τρελός. Είναι ικανός να καταστρέψει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Μπορεί να ακούγεται γκροτέσκος ή αστείος, αλλά στην πραγματικότητα είναι επικίνδυνος»

Η Αλιέντε απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα το 1993 και έβαλε το προεδρικό μετάλλιο της ελευθερίας σε μια ειδική εκδήλωση που διοργάνωσε πέρυσι ο Λευκός Οίκος για να την τιμήσει. Ξέρει πως θα πεθάνει στην Καλιφόρνια, αλλά δεν νιώθει «gringa» (ξένη). Πηγαίνοντας από τόπο σε τόπο έμαθε να ζει ωσάν μετανάστρια, σαν να μην έχει κανένα τόπο για να ριζώσει. Και είναι κάτι που το αποδέχεται.

Αυτό που την ανησυχεί, όμως, είναι η άνοδος του ξενοφοβικού ρεύματος στην αμερικανική πολιτική. Ειδικά για τον Ντόναλντ Τραμπ, η Αλιέντε στάζει χολή: «Είναι ένας μανιασμένος τρελός. Είναι ικανός να καταστρέψει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Μπορεί να ακούγεται γκροτέσκος ή αστείος, αλλά στην πραγματικότητα είναι επικίνδυνος. Κάπως έτσι ξεκίνησαν και οι ναζί».

Το ίδιο επικριτική είναι και για τις αριστερές κυβερνήσεις στη Ν. Αμερική. Τα βέλη της στρέφονται προς την Κριστίνα Κίρχνερ στην Αργεντινή: «Ηταν δεδομένο πως θα ανέβουν στην εξουσία οι συντηρητικοί. Υπήρξε πολλή διαφθορά και ανικανότητα από την Κίρχνερ. Επίσης, τα όσα ακούω που συμβαίνουν στη Βενεζουέλα δεν είναι καλά. Η χώρα έχει καταρρεύσει οικονομικά και πολιτικά».

Η καθημερινότητα της Αλιέντε περιλαμβάνει πολλές διαφορετικές ασχολίες, με το γράψιμο να ανήκει εκ των πραγμάτων σε αυτές. Η ίδια θέλει να αποτραβηχτεί λίγο, καθώς επιθυμεί να ζήσει, αλλά γνωρίζει πως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό.

Πάντως, παρά την δεδηλωμένη επιτυχία της, μόλις πρόσφατα άρχισε να αποδέχεται τον εαυτό της και τις ικανότητες που έχει στο γράψιμο. «Τώρα μπορώ να καταλάβω ότι ξέρω να λέω μια ιστορία. Το ότι έχει τις δυνατότητες και την εμπειρία με το μέρος μου».

Το παράδοξο είναι ότι αν και συγγραφέας της αρέσει να βλέπει στην τηλεόραση σειρές όπως «Breaking Bad» και «Game of Thrones».

Τώρα που έμεινε μόνη της, πάντως, προτιμάει να διαβάζει παρά να βλέπει τηλεόραση. Δεν είναι μια αρτίστικη επιλογή, απλώς «δεν ξέρω πώς ανοίγει».