Οπως αναφέρει το πρακτορείο Reuters, ο αριθμός των ανθρώπων παγκοσμίως που ενημερώνεται μέσω μιας ιστοσελίδας ή ενημερωτικής εφαρμογής έχει μειωθεί κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες από το 2018, καθώς οι νεότερες ηλικιακές ομάδες προτιμούν να «καταναλώνουν» ειδήσεις μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, σε πλατφόρμες όπως το TikTok, το Instagram και το Snapchat.
Σύμφωνα με την ετήσια Εκθεση για τις Ψηφιακές Ειδήσεις, που έδωσε την Τρίτη στη δημοσιότητα το Ινστιτούτο Reuters για τη Μελέτη της Δημοσιογραφίας, οι χρήστες ενδιαφέρονται περισσότερο για τις διασημότητες, τους influencers και τα πρόσωπα που εμφανίζονται στα social media, σε σύγκριση με τα όσα προσφέρουν οι ενημερωτικές ιστοσελίδες.
Διαβάστε εδώ ολόκληρη την Εκθεση του 2023.
Το TikTok είναι το ταχύτερα αναπτυσσόμενο μέσο κοινωνικής δικτύωσης που καταγράφεται στην έκθεση. Μάλιστα, χρησιμοποιείται για ενημέρωση από το 20% των χρηστών ηλικίας 18-24 ετών, ποσοστό αυξημένο κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον περασμένο χρόνο. Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι και οι πολιτικοί αρχηγοί στην Ελλάδα άνοιξαν λογαριασμούς στην πλατφόρμα για να προσεγγίσουν το νεότερο κοινό.
Μειώνεται το ενδιαφέρον για τις ειδήσεις
Λιγότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες στην έρευνα του Reuters εξέφρασαν μεγάλο ενδιαφέρον για τις ειδήσεις συνολικά, πολύ λιγότεροι δηλαδή από τους 6 στους 10 που ήταν το 2017. Αυτό σημαίνει ότι όλο και περισσότεροι πολίτες προτιμούν να επιλέγονται οι ειδήσεις που θα διαβάσουν από αλγορίθμους, αντί για δημοσιογράφους. Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα διαπίστωσε ότι 48% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι ενδιαφέρονται «πολύ ή υπερβολικά πολύ» για τις ειδήσεις, ποσοστό μειωμένο σε σχέση με το 63% που ήταν το 2017.
Το 56% των πολιτών που απάντησαν ανέφερε ότι ανησυχεί για το πώς θα διακρίνει τη διαφορά ανάμεσα στις πραγματικές και στις ψευδείς ειδήσεις στο ίντερνετ – ποσοστό κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες αυξημένο σε σύγκριση με τον περασμένο χρόνο.
«Δεν υπάρχει κάποια εύλογη αιτία για να περιμένει κανείς ότι εκείνοι που έχουν γεννηθεί από το 2000 και μετά θα αρχίσουν ξαφνικά να προτιμούν τις παλαιομοδίτικες ιστοσελίδες, πολλώ δε μάλλον τα έντυπα και τις τηλεοπτικές ειδήσεις, μόνο και μόνο επειδή μεγαλώνουν ηλικιακά» γράφει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Reuters, Ράσμους Νίλσεν. Η έκθεση βασίστηκε σε διαδικτυακή δημοσκόπηση που διενεργήθηκε σε δείγμα περίπου 94.000 ενηλίκων σε 46 χώρες, περιλαμβανομένων των ΗΠΑ.
Η εμπιστοσύνη στις ειδήσεις μειώθηκε κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες τον τελευταίο χρόνο, ανατρέποντας τα κέρδη που παρατηρήθηκαν σε πολλές χώρες κατά την κορύφωση της πανδημίας του κορονοϊού. Κατά μέσο όρο, το 40% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι εμπιστεύονται «τις περισσότερες ειδήσεις, τις περισσότερες φορές». Οι ΗΠΑ έχουν καταγράψει αύξηση έξι ποσοστιαίων μονάδων στην εμπιστοσύνη προς στις ειδήσεις, φθάνοντας στο 32%, αλλά παραμένουν μεταξύ των χαμηλότερων θέσεων στη σχετική κατάταξη.
Χαμηλή η εμπιστοσύνη στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα η εμπιστοσύνη στις ειδήσεις κινείται πολύ χαμηλά, μόλις στο 19%, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό μεταξύ των 46 χωρών που εξέτασε η έρευνα. Στην έκθεση σημειώνεται, μεταξύ άλλων, η υπόθεση των υποκλοπών και η καταδίκη του Νίκου Παππά από το Ειδικό Δικαστήριο. Ευρύτερα, η έκθεση αποτυπώνει ένα πολυδιασπασμένο τοπίο και προβαίνει στις παρακάτω παρατηρήσεις:
- Ψηφιακά Μέσα. Η αγορά ψηφιακών Μέσων στην Ελλάδα παραμένει εξαιρετικά κατακερματισμένη, με τους έλληνες ερωτηθέντες να χρησιμοποιούν πολύ μεγάλο αριθμό ειδησεογραφικών πηγών την εβδομάδα, σε σύγκριση με άλλες χώρες.
- Facebook και TikTok. Ο κατακερματισμός της προσοχής στο διαδίκτυο οφείλεται εν μέρει στον μεγάλο αριθμό ψηφιακών ειδησεογραφικών Μέσων, αλλά και στον μεγάλο αριθμό Ελλήνων που χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, για ειδήσεις, κάτι που σημαίνει ότι η κατανάλωση ειδήσεων γίνεται περισσότερο περιστασιακή και τυχαία. Εκτός από το Facebook, οι νέοι Ελληνες χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο το Instagram και το TikTok για να λαμβάνουν ενημερώσεις ειδήσεων από ειδησεογραφικούς οργανισμούς ή πολιτικούς παράγοντες επιρροής ή ακτιβιστές.
- Τηλεόραση. Ο κατακερματισμός του οικοσυστήματος των ελληνικών μέσων ενημέρωσης εκτείνεται πολύ πέρα από τα ψηφιακά Μέσα. Για παράδειγμα, το τηλεοπτικό κοινό μοιράζεται σε εννέα εμπορικούς και δημόσιους εθνικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς, με τη συντριπτική πλειονότητα των δελτίων ειδήσεων και των προγραμμάτων να πασχίζουν να ξεχωρίσουν στις μετρήσεις της Nielsen.
- Εφημερίδες. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση σε ό,τι αφορά τις εφημερίδες: Παρά την πολύ περιορισμένη αγορά της ειδησεογραφικής έντυπης ενημέρωσης, εξακολουθούν να κυκλοφορούν τουλάχιστον 20 ημερήσιες εφημερίδες εθνικής εμβέλειας και επτά αθλητικές εφημερίδες σε ολόκληρη τη χώρα, η πλειονότητα των οποίων έχει πολύ μικρό κοινό και καταγράφει ζημιές.