Ο τερματοφύλακας της Μπορούσια Ντόρτμουντ Γκρέγκορ Κόμπελ κάνει γκελάκια με ένα μπαλάκι του τένις. Το παιχνίδι με τη Φράιμπουργκ διεκόπη μετά από αυτήν την συμβολική διαμαρτυρία των φιλάθλων της Μπορούσια για τις αλλαγές στους κανονισμούς περί ιδιοκτησίας | Hesham Elsherif/Anadolu via Getty Images
Επικαιρότητα

Το «nein» των γερμανών οπαδών στους ξένους επενδυτές

Οι ευρηματικοί ακτιβιστές των γηπέδων, οι οποίοι από τις αρχές του έτους έχουν προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στην Μπουντεσλίγκα, νίκησαν. Η γερμανική λίγκα δεν άνοιξε την πόρτα στο fund που τη χτύπησε. Οι υποστηρικτές του κανόνα «50+1» επιμένουν να μένουν αμέτοχοι στην ποδοσφαιρική παγκοσμιοποίηση. Εχουν δίκιο;
Sportscaster

Το ματς της Μπορούσια Ντόρτμουντ με τη Φράιμπουργκ διακόπηκε δυο φορές όταν οπαδοί των γηπεδούχων πέταξαν στον αγωνιστικό χώρο του «Σίγκναλ Ιντούνα Παρκ» μπαλάκια του τένις και σοκολατένια νομίσματα.

Στη Β’ Κατηγορία της Γερμανίας ο αγώνας Αμβούργο – Αννόβερο ολοκληρώθηκε δύο ώρες και 40 λεπτά μετά την έναρξή του. Το προσωπικό του «Φόλκσπαρκσταντιον» χρειάστηκε πάνω από μισή ώρα για να κόψει τις αλυσίδες από τις κλειδαριές ποδηλάτων που κάποιοι από τους θεατές πέρασαν στα δοκάρια ενός από τα τέρματα στη διάρκεια του ημιχρόνου. Τον κωδικό που θα τις ξεκλείδωνε, οι υπάλληλοι τον έμαθαν εκ των υστέρων. Ηταν ο αριθμός 5001 και συμβόλιζε τον κανόνα «50+1», που διέπει το ιδιοκτησιακό καθεστώς των γερμανικών συλλόγων εδώ και 25 χρόνια. Σύμφωνα με αυτόν, το 50% συν μία (τουλάχιστον) των ψήφων που παίρνουν τις αποφάσεις σε ένα club πρέπει να βρίσκονται υπό τον έλεγχο των οπαδών – μελών του.

Το περασμένο Σάββατο, μασκοφόροι υποστηρικτές της Χάνσα Ροστόκ πήδησαν πάνω από τις διαφημιστικές πινακίδες που περιβάλλουν τον αγωνιστικό χώρο, στη διάρκεια της αναμέτρησης με το Αμβούργο, και απόθεσαν στο τερέν δυο τηλεκατευθυνόμενα αυτοκινητάκια, που έτρεχαν στο χορτάρι βγάζοντας καπνούς: μπλε και λευκό, στα χρώματα της ομάδας τους. Οι θεατές επιδοκίμασαν την πράξη τους με ενθουσιασμό, και ξέσπασαν σε γέλια όταν δυο υπάλληλοι του γηπέδου άρχισαν να τρέχουν πίσω τους για να τα ακινητοποιήσουν. Την ίδια στιγμή, στην εξέδρα των VIP, τα διοικητικά στελέχη της Ροστόκ έκρυβαν τα πρόσωπά τους ανάμεσα στις παλάμες τους. Σε κάποια άλλα γήπεδα τα καπνογόνα ήταν δεμένα πάνω σε τηλεκατευθυνόμενα αεροπλανάκια.

Οι ευρηματικοί ακτιβιστές, οι οποίοι από τις αρχές του έτους έχουν προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στην Μπουντεσλίγκα και την Μπουντεσλίγκα 2, διαδήλωναν κατά της απόφασης της Deutsche Fussball Liga (DFL) να επιτρέψει την είσοδο ξένων επενδυτών στο γερμανικό ποδόσφαιρο. Σύμφωνα με τον Guardian, είχαν στο πλευρό τους την πλειονότητα των φιλάθλων της χώρας, αλλά και μεγάλο μέρος της γερμανικής κοινωνίας, που αυτή την εποχή βρίσκεται σε μεγάλη αναταραχή. Και στο τέλος, οι οπαδοί νίκησαν.

Την περασμένη Τετάρτη η διοργανώτρια Αρχή της Μπουντεσλίγκα ανακοίνωσε ότι ματαιώνει τη διαδικασία για την παραχώρηση μειοψηφικού ποσοστού (8%) της θυγατρικής της εταιρείας, Deutsche Fussball Liga GmbH, που διαχειρίζεται τα μιντιακά δικαιώματα του γερμανικού πρωταθλήματος Α’ και Β’ Κατηγορίας, στο επενδυτικό fund CVC Capital Partners, το οποίο εδρεύει στο Λουξεμβούργο αλλά ελέγχεται από Σαουδάραβες.

«Το κλειδί αυτής της επιτυχίας ήταν οι ειρηνικές και ευφάνταστες διαμαρτυρίες μας», πανηγύρισε στο άκουσμα της είδησης η «Unsere Kurve» (Η εξέδρα μας), ο μεγαλύτερος σύνδεσμος φιλάθλων στη Γερμανία. Η εβδομαδιαία εφημερίδα Die Zeit σχολίασε: «Οι οπαδοί της χώρας πραγματοποίησαν την πιο συμπαθητική από όλες τις διαδηλώσεις – και την πιο διασκεδαστική».

Υπάρχουν, όμως, κι εκείνοι που δεν χάρηκαν με αυτή την εξέλιξη. Κυρίως οι διοικήσεις της Μπάγερν Μονάχου και της Μπορούσια Ντόρτμουντ, που από καιρό προσπαθούν να πείσουν την ποδοσφαιρική κοινότητα της Γερμανίας για την ανάγκη εισροής «ζεστού» χρήματος στα ταμεία των συλλόγων της. Οχι μόνο για να καλύψουν τις οικονομικές ζημιές που τους προκάλεσε η πανδημία, αλλά και για να είναι ανταγωνιστικοί στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.

Τις δυο τελευταίες δεκαετίες, άραβες Κροίσοι, ρώσοι ολιγάρχες, αμερικανικά funds, αλλά και εγχώριοι δισεκατομμυριούχοι, έχουν εξαγοράσει μεγάλα και μικρότερα club της Ευρώπης, συνεισφέροντας σε αυτά πάνω από 10 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023. Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας χρηματοοικονομικής ανάλυσης, PitchBook, που δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Αύγουστο, περίπου το 35% των συλλόγων στις πέντε κορυφαίες λίγκες της Ευρώπης χρηματοδοτούνται από ιδιωτικά κεφάλαια. Στη Γερμανία, όμως, οι αυστηροί κανόνες ιδιοκτησίας έχουν κρατήσει τους ξένους επενδυτές μακριά. Μάλλον όχι τυχαία, από όλες τις γερμανικές ομάδες μόνον η Μπάγερν Μονάχου έχει κατακτήσει το τρόπαιο του Τσάμπιονς Λιγκ στον 21ο αιώνα. Και τα έσοδα της Μπουντεσλίγκα, διαρκώς συρρικνώνονται – με εξαίρεση αυτά που προέρχονται από τις πωλήσεις εισιτηρίων.

Για την περίοδο 2021-2025, οι γερμανικοί σύλλογοι θα εισπράξουν από τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις των αγώνων τους 7% λιγότερα χρήματα σε σχέση με την προηγούμενη σύμβαση. Ακριβώς τα μισά, σε σύγκριση με τα club της Πρέμιερ Λιγκ, σύμφωνα με την Deloitte. Η συμφωνία της DFL με την CVC Capital Partners, την οποία είχαν υπερψηφίσει 24 από τους 36 συλλόγους Α’ και Β’ Κατηγορίας, θα καθιστούσε το επενδυτικό fund συνέταιρο στα κέρδη της επόμενης 20ετίας, με αντάλλαγμα μια «γερή» προκαταβολή ενός δισεκατομμυρίου ευρώ. Σκόνταψε, όμως, στην άρνηση των οπαδών, που έχουν μεγάλη δύναμη στη Γερμανία.

«Η Μπάγερν Μονάχου είναι ένας επιτυχημένος σύλλογος, αλλά είναι και εταιρεία», τόνιζε ο Καρλ-Χάιντς Ρουμενίγκε στα μέλη του βαυαρικού συλλόγου, προσπαθώντας να κατευνάσει τις έντονες αντιδράσεις τους για την προσέγγιση της αγαπημένης τους ομάδας με το Κατάρ τη δεκαετία του 2010. Το 2016 η Μπάγερν ανακοίνωσε χορηγική συμφωνία με το διεθνές αεροδρόμιο «Χάμαντ» του εμιράτου, ύστερα η Qatar Airways έγινε πλατινένιος χορηγός της ομάδας, όμως στο τέλος οι οπαδοί νίκησαν και πάλι.

Οι υποστηρικτές του γερμανικού μοντέλου ιδιοκτησίας επιμένουν να μένουν αμέτοχοι στην ποδοσφαιρική παγκοσμιοποίηση. Θέλουν να τηρήσουν μια μακροχρόνια παράδοση, να διατηρήσουν την ιδιαίτερη σχέση των συλλόγων με τις πόλεις στις οποίες εδρεύουν. Αλλά και φοβούνται, μήπως οι τιμές των εισιτηρίων ακριβύνουν, όπως συνέβη στα άλλα μεγάλα πρωταθλήματα που ακολούθησαν το ρεύμα της εποχής.