Ο ουρανός του Τελ Αβίβ νωρίς το βράδυ της Τρίτης 1 Οκτωβρίου | Reuters
Επικαιρότητα

Το Ιράν και ο εξ ουρανού θάνατος

Σε αντίθεση με την περασμένη 13η Απριλίου, ημέρα που η Τεχεράνη επιτέθηκε για πρώτη φορά στο Ισραήλ με περισσότερους από 300 πυραύλους και drones, στοχεύοντας κυρίως στρατιωτικούς στόχους, το απόγευμα της Τρίτης οι αγιατολάδες είχαν βάλει στο στόχαστρό τους ακόμη και την κατοικημένη περιοχή του Τελ Αβίβ
Protagon Team

«Πηγαίνετε αμέσως σε έναν προστατευμένο χώρο και μείνετε εκεί μέχρι νεωτέρας». Αυτό είναι το μήνυμα που έλαβαν εκατομμύρια Ισραηλινοί στα κινητά τους τηλέφωνα το απόγευμα (γύρω στις επτά) της 1ης Οκτωβρίου, πριν ακόμη αρχίσουν να ουρλιάζουν οι σειρήνες της αεράμυνας, προειδοποιώντας για τη βροχή από ιρανικούς βαλλιστικούς πυραύλους που επρόκειτο να πέσει. Την επόμενη ώρα μια σειρά από ισχυρές εκρήξεις, ακόμα και εντός του Τελ Αβίβ, συγκλόνισε ολόκληρο το εβραϊκό κράτος.

Οσοι βρέθηκαν υπό τον καταιγισμό πυραύλων κυριεύτηκαν από φόβο, σκεπτόμενοι ακόμα και ότι θα πέθαιναν. «Κάθε φορά που ακουγόταν ένας κρότος, πιστεύαμε ότι θα μπορούσε να είναι ο τελευταίος για εμάς» ανέφερε ένας οικογενειάρχης από την πόλη Ραανανά, στο κεντρικό Ισραήλ.

Σε αντίθεση με την περασμένη 13η Απριλίου, ημέρα που η Τεχεράνη επιτέθηκε για πρώτη φορά στο Ισραήλ με περισσότερους από 300 πυραύλους και drones, στοχεύοντας κυρίως στρατιωτικούς στόχους, το απόγευμα της Τρίτης οι αγιατολάδες είχαν βάλει στο στόχαστρό τους ακόμη και την κατοικημένη περιοχή του Τελ Αβίβ.

«Η πρόθεση ήταν να προκληθεί μια σφαγή αμάχων την παραμονή του Ρος Ασανά, της εβραϊκής Πρωτοχρονιάς, όταν οι οικογένειες μαζεύονται και τρώνε μήλα βουτηγμένα σε μέλι» γράφει ο Μαουρίτσιο Μολινάρι, διευθυντής της La Repubblica, στο κύριο άρθρο της ιταλικής εφημερίδας την επομένη της ιρανικής επίθεσης.

Ισραηλινοί κάθε ηλικίας σε καταφύγιο, την ώρα της ιρανικής επίθεσης με βαλλιστικούς πυραύλους στο κεντρικό τμήμα της χώρας, την Τρίτη 1 Οκτωβρίου (REUTERS/Ronen Zvulun)

Οταν η Τεχεράνη ανέλαβε την ευθύνη για τη βροχή πυραύλων, έκανε λόγο για «εκδίκηση για τη δολοφονία του Χασάν Νασράλα και του Ισμαήλ Χανίγια» και ανέθεσε τις περαιτέρω εξηγήσεις στους Φρουρούς της Επανάστασης, το πανίσχυρο σώμα στρατού που λογοδοτεί αποκλειστικά στον αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.

Οπως θυμίζει ο ιταλός δημοσιογράφος, στους Φρουρούς της Επανάστασης ανήκει και η Δύναμη Κουντς, η οποία εκπαιδεύει και εξοπλίζει όλες τις τρομοκρατικές οργανώσεις που έχουν βάλει στο στόχαστρό τους το Ισραήλ από την επομένη των σφαγών της 7ης Οκτωβρίου 2023: τη Χαμάς στη Γάζα, τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο και στη Συρία, την Ισλαμική Τζιχάντ στη Δυτική Οχθη και στη Γάζα, τους Χούθι στην Υεμένη και την Καταΐμπ Χεζμπολάχ στο Ιράκ.

Λαμβάνοντας υπόψη και τις συνεχιόμενες εχθροπραξίες σε διάφορες τοποθεσίες στον Νότιο Λίβανο μεταξύ της επίλεκτης 98ης μεραρχίας των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων και της ειδικής μονάδας αλ Ραντβάν της Χεζμπολάχ, «ολοκληρώνεται ο χάρτης του πρώτου ανοιχτού πολέμου μεταξύ Ιράν και Ισραήλ» γράφει ο Μαουρίτσιο Μολινάρι. «Και καλύπτει ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, από τη Μεσόγειο έως τον Περσικό Κόλπο. Αν η αραβο-ισραηλινή σύγκρουση κυριαρχούσε από το 1948, σήμερα βρισκόμαστε στην εποχή της σύγκρουσης Ισραήλ-Ιράν» προσθέτει.

Πριν από έναν χρόνο η Χεζμπολάχ διέθετε στρατηγικές, άνδρες, όπλα, τεχνολογίες και σήραγγες για να εξαπλωθεί στη Γαλιλαία (Βόρειο Ισραήλ), αλλά δεν κατάφερε να ανοίξει ένα δεύτερο χερσαίο μέτωπο –όπως ανέμενε η ηγεσία της Χαμάς– καθώς το Ισραήλ εξαπέλυσε μια εκστρατεία σφοδρών αεροπορικών επιδρομών εναντίον της, κατά την οποία εξοντώθηκαν πλήθος διοικητών της οργάνωσης, ενώ ακολούθησε η μαζική επίθεση με τους βομβητές και τους ασυρμάτους και, τελικά, η εξόντωση του ηγέτη της Χασάν Νασράλα.

«Με τη Χεζμπολάχ αποδυναμωμένη το Ιράν αναλαμβάνει την άμεση ηγεσία των στρατιωτικών επιχειρήσεων εναντίον του εβραϊκού κράτους» σημειώνει ο Μολινάρι. «Το κάνει επειδή η Μέση Ανατολή είναι μια χώρα αίματος και τιμής που τιμωρεί τους αδύναμους: χωρίς να μπορούν πλέον να βασίζονται στη Χαμάς και στη Χεζμπολάχ, οι αγιατολάδες φοβούνται ότι θα φανούν ευάλωτοι (στα μάτια των πολιτοφυλακών και των συμμάχων) στην αντιπαράθεση με την ντε φάκτο συμμαχία μεταξύ Ισραηλινών και σουνιτικών χωρών, που υποστηρίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Ιράν θέλει να χτυπήσει στην καρδιά του Ισραήλ για να αποδείξει ότι εξακολουθεί να είναι αξιόπιστο στο πλαίσιο του πανσιιτικού σχεδίου με στόχο την περιφερειακή ηγεμονία», εξηγεί.

Δύο είναι, λοιπόν, τα κρίσιμα ερωτήματα, όπως τα θέτει στην ανάλυσή του ο διευθυντής της La Repubblica. Το πρώτο σχετίζεται με τις εξελίξεις στην Τεχεράνη. Την απόφαση να επιτεθεί το Ιράν ανοιχτά και μαζικά εναντίον του Ισραήλ, δύο φορές μέσα σε λιγότερο από έξι μήνες, την έλαβε ο ίδιος ο ανώτατος ηγέτης της Ισλαμικής Δημοκρατίας, αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, ενώ την εκτέλεση ανέλαβαν οι πιστοί του Φρουροί της Επανάστασης. «Εκφράζει, όμως, η επιλογή αυτή πραγματικά ολόκληρο το σιιτικό καθεστώς ή αποκαλύπτει μια πρωτοφανή στρατηγική αποδυνάμωση της θεοκρατίας, η οποία είναι αντιμέτωπη με μια παρακμάζουσα οικονομία και μια εξέγερση των γυναικών ενάντια στο χιτζάμπ που δεν μπορεί να σταματήσει;».

Το δεύτερο ερώτημα αφορά το Ισραήλ: «Αφού κατάφερε να γονατίσει τη Χεζμπολάχ και τη Χαμάς για πρώτη φορά μετά από 18 χρόνια, θα εκμεταλλευθεί την ευκαιρία να απαντήσει απευθείας στο Ιράν με επιθέσεις σε στρατιωτικές βάσεις και πυρηνικές εγκαταστάσεις ή θα επιλέξει την προτεινόμενη από τον απερχόμενο πρόεδρο Τζο Μπάιντεν αποκλιμάκωση;»

Ισραηλινά στρατεύματα και πολεμικά οχήματα κοντά στα βόρεια σύνορα της χώρας, θέατρο εχθροπραξιών, τον τελευταίο καιρό, μεταξύ Ισραήλ και Χεζμπολάχ (REUTERS/Jim Urquhart)

«Από κοινού αυτά τα δύο ερωτήματα σκιαγραφούν το σενάριο πολέμου στη Μέση Ανατολή: η αναμέτρηση μεταξύ του εβραϊκού κράτους και του σιιτικού Ιράν βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Και θα τερματιστεί μόνον όταν οι αντίπαλοι θα έχουν επιτύχει μια νέα ισορροπία δυνάμεων» εκτιμά ο ιταλός αρθρογράφος.

Δεν παραλείπει να αναφέρει, φυσικά, ότι η στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων της περιοχής δεν αφορά μόνο τη Μέση Ανατολή: αφενός οι ΗΠΑ παρέχουν απόλυτη πολιτική και στρατιωτική υποστήριξη στο Ισραήλ, αφετέρου η Ρωσία είχε ενημερωθεί εκ των προτέρων από την Τεχεράνη για την επίθεση. Αλλωστε Ουάσιγκτον και Μόσχα ανταγωνίζονται μεταξύ Ορμούζ και Τελ Αβίβ, όπως ακριβώς συμβαίνει κατά μήκος των όχθεων του Δνείπερου.

«Διακυβεύεται η παγκόσμια αρχιτεκτονική ασφάλειας, την οποία το Κρεμλίνο θέλει να επανακαθορίσει υποστηρίζοντας όποιον επιτίθεται σε μια δημοκρατία παντού στον κόσμο. Για την Ευρώπη, που επιδιώκει τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή και υποστηρίζει τόσο την ισραηλινή ασφάλεια όσο και τα δικαιώματα των Παλαιστινίων, η επιλογή δεν θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρη: οι Συμφωνίες του Αβραάμ οδηγούν σε εκείνη τη συνύπαρξη μεταξύ λαών και εθνών που το καθεστώς του αγιατολάχ θεωρεί τον χειρότερο εχθρό του» καταλήγει ο Μαουρίτσιο Μολινάρι της Repubblica.