Η γαλλική οικονομία δεν είναι σε καλή κατάσταση, καταγράφει αύξηση της ανεργίας και εμφανίζει σημάδια ύφεσης. Το εμπορικό της έλλειμμα είναι περίπου 100 δισ. δολάρια, όμως το σοβαρότερο πρόβλημα είναι το κρατικό χρέος – προς το παρόν είναι ακόμη βιώσιμο, ωστόσο η δημοσιονομική πίεση είναι αφόρητη. Εντός του έτους το χρέος έχει κάνει άλματα, μάλιστα τον Ιούνιο έφθασε στα 3,159 τρισ. δολάρια, ενώ ακολούθησε σπέσιαλ επιβάρυνση 11 δισ. δολαρίων κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων.
Τέτοιο χρέος υπερβαίνει το 110% του ΑΕΠ. Η Γερμανία έχει χρέος 2,62 τρισ. δολάρια, συνεπώς το γαλλικό χρέος και σε απόλυτες τιμές είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη. Η εξυπηρέτησή του (60 δισ. δολάρια) κόβει κεφάλαια από τις δημόσιες δαπάνες σε βασικούς τομείς, μάλιστα υπερβαίνει τα κονδύλια για την εκπαίδευση. Το έλλειμμα στην παροχή νοσοκομειακών υπηρεσιών είναι 16,6 δισ. δολάρια ετησίως.
Ακριβώς την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων η Κομισιόν άνοιξε τη διαδικασία περί υπερβολικού ελλείμματος, κρίνοντας αυστηρά την απόκλιση για το 2023 (5,5% του ΑΕΠ) και τις προβλέψεις για τα επόμενα χρόνια. Η κατάσταση, όσο σοβαρή και αν είναι, θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με την εκτελεστική εξουσία λειτουργούσα ομαλώς, όμως η χώρα είναι ακυβέρνητη από τον Ιούλιο και σε πλαίσιο πολιτικού αδιεξόδου. Μάλιστα οι δύο δυνάμεις που αυτόν τον καιρό σαγηνεύουν τους Γάλλους, η Ακροαριστερά και η Ακροδεξιά, αντιτίθενται σε κάθε μέτρο περιορισμού των δημοσίων δαπανών.
Και όχι μόνο. Πλειοδοτούν στην αύξηση των κοινωνικών δαπανών, ενώ προπαγανδίζουν την κατάργηση της πρόσφατης συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης που ανέβασε κατά δύο έτη τα χρόνια εργασίας μέχρι τη συνταξιοδότηση. Πρόκειται για παζλ που προβληματίζει τον Εμανουέλ Μακρόν, έγραψε ο Μάσιμο Νάβα στην Corriere della Sera. Ο πρόεδρος της Γαλλίας πρέπει να ικανοποιήσει ανέφικτες υποσχέσεις ώστε να βρει πλειοψηφία. Πάντως η Γαλλία έχει περιθώριο έως τις 20 Σεπτεμβρίου να παρουσιάσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένα μεσοπρόθεσμο σχέδιο για τα μέτρα που σκοπεύει να λάβει ώστε να επαναφέρει τον Προϋπολογισμό της σε καλό δρόμο. Αλλιώς κινδυνεύει με βαριές οικονομικές κυρώσεις.
Εκτός από τα 10 δισ. ευρώ αποταμίευσης εφέτος και τα 25 δισ. ευρώ που θα βρεθούν μέχρι το 2025, μια έκθεση του Conseil d’Αnalyse Εconomique εκτιμά ότι η απαιτούμενη για τη σταθεροποίηση του δημοσίου χρέους προσπάθεια προσαρμογής θα κοστίσει 112 δισ. ευρώ σε διάστημα επτά ή 12 ετών. «Η απώλεια της ανάπτυξης», έγραψε ο οικονομολόγος Νικολά Μπαβερέζ στο Le Point, «θα αυξήσει τη φτωχοποίηση του πληθυσμού και την ερημοποίηση μεγάλων περιοχών της χώρας, καθώς η κατάσταση του δημοσίου χρέους δεν επιτρέπει την παροχή κρατικής βοήθειας». Συνεπώς, τα δημοσιονομικά στοιχεία καθιστούν τις εκλογικές υποσχέσεις απραγματοποίητες και πυροδοτούν ένα θερμό από απόψεως κοινωνικών εντάσεων φθινόπωρο.
Το γαλλικό δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί από το 20% του ΑΕΠ το 1980 σε άνω του 110% σήμερα. Οι οίκοι αξιολόγησης απειλούν με υποβάθμιση του γαλλικού χρέους, κάτι που συνεπάγεται αύξηση των επιτοκίων. Η S&P το έχει ήδη κάνει. Η Γαλλία μπορεί να παρηγορηθεί με το γεγονός ότι διαδικασίες περί υπερβολικού χρέους έχουν κινηθεί και εναντίον της Γερμανίας, όμως το γαλλικό δημόσιο χρέος είναι πιο ευάλωτο, αφού μεγάλο ποσοστό του, περί το 55%, κατέχουν ξένοι επενδυτές.
Επανάληψη προηγηθέντων
«Η Ελλάδα του Τσίπρα, η Ιταλία του Μπερλουσκόνι και η Πορτογαλία του Κόστα απέδειξαν ότι το ευρώ δεν παρέχει απόλυτη προστασία και ότι στο τέλος πάντα κερδίζουν οι αγορές» προφήτευσε δυσοίωνα ο Μπαβαρέζ. Εν ολίγοις, η Γαλλία κινδυνεύει να υποβληθεί σε κυρώσεις τόσο από τις αγορές όσο και από τους ευρωπαίους εταίρους της, καταστάσεις που θα προκαλέσουν απότομη μείωση του ΑΕΠ και έκρηξη της ανεργίας και της φτώχειας. Ο επόμενος υπουργός Οικονομίας, εφόσον υπάρξει κυβέρνηση, πρέπει να προετοιμάσει τον νέο Προϋπολογισμό, ο οποίος θα παρουσιαστεί στη Βουλή το αργότερο την πρώτη Τρίτη του Οκτωβρίου. Αθλος!
Το πιθανότερο σενάριο είναι η νέα κυβέρνηση να παρουσιάσει ένα «ελαφρύ» νομοσχέδιο, το οποίο θα τροποποιηθεί από τη Βουλή κατόπιν. Τι θα συμβεί αν η Γαλλία βρεθεί χωρίς εγκεκριμένο Προϋπολογισμό; Προσωρινότητα νόμου και κυβέρνησης. Τέτοιο παράδειγμα στην Ευρώπη είναι μόνο το Βέλγιο, το οποίο δεν είχε κυβέρνηση επί διετία. Είναι μια γκρίζα περιοχή. Η λύση μπορεί να είναι απλούστερη: ο πρόεδρος Μακρόν να κάνει χρήση του άρθρου 5, το οποίο τον καθιστά εγγυητή των θεσμών, ή του άρθρου 16, το οποίο του επιτρέπει να δίνει στον εαυτό του εξαιρετικές εξουσίες εφόσον κινδυνεύει το κράτος.
«Η πολιτική κρίση, μέσω της αστάθειας και των αβεβαιοτήτων που έχει δημιουργήσει, έπληξε καίρια και την αιμορραγούσα οικονομία» έγραψε ο Μπαβερέζ. Αλλά τα προβλήματα της Γαλλίας, που προστέθηκαν στη χρόνια κατάσταση της Ιταλίας και στη γερμανική ύφεση, αντηχούν σε όλη την Ευρώπη, την ανίκανη να προσαρμοστεί στις νέες προκλήσεις της χιλιετίας και στις νέες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που προέκυψαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Με άλλα λόγια, δεν είναι η Γαλλία που αντιμετωπίζει το φάσμα της Αργεντινής, αλλά ολόκληρη η Γηραιά Ηπειρος, σύμφωνα με τον Μπαβερέζ.