Οι δράστες της δολοφονίας του Γιαν Κούτσιακ, του 27χρονου ερευνητή δημοσιογράφου από τη Σλοβακία, και της συντρόφου του, Μαρτίνα Κουσνίροβα, οι οποίοι πυροβολήθηκαν εξ επαφής, έξω από το σπίτι τους, θα μπορούσαν να μιλάνε ιταλικά.
Αυτό τουλάχιστον πιστεύουν, και όχι αδίκως, οι συντάκτες του Aktuality, του ερευνητικού τμήματος της εφημερίδας Novy Cas στην οποία εργαζόταν τα τελευταία τρία χρόνια ο Κούτσιακ. «Δεν μπορούμε να δηλώσουμε με βεβαιότητα ποιο ήταν το κίνητρο της δολοφονίας του. Γνωρίζουμε, όμως, ότι για να το αναζητήσουμε, θα πρέπει να ανασυνθέσουμε το μωσαϊκό των άρθρων που έγραψε ο Γιαν έως την ημέρα του θανάτου του. Και τα άρθρα αυτά σχετίζονταν με την Ιταλία και την Ανατολική Σλοβακία», εξήγησαν, τόσο τηλεφωνικώς, μιλώντας στην La Repubblica, όσο και γραπτώς, στη διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας, οι συνεργάτες του.
Στην Ιταλία, οπότε, και συγκεκριμένα στην Καλαβρία είναι στραμμένη η προσοχή όλων όσοι επιθυμούν να διαλευκάνουν την υπόθεση. Τρία αδέλφια, ο Σεμπαστιάνο, ο Αντονίνο και ο Μπρούνο Βανταλά φέρονται ως οι κύριοι ύποπτοι, γνωρίζοντας ότι το επίθετό τους παραπέμπει στη Ντράνγκετα, τη διαβόητη καλαβρέζικη Μαφία. Οι αρχές της Σλοβακίας τους κατέγραψαν στα αρχεία τους το 2002, όταν μετέβησαν για πρώτη φορά στη χώρα. Εγκατέλειψαν την Μπόβα Μαρίνα, το χωριό όπου γεννήθηκαν, αφήνοντας πίσω τους την αέναα ανοιχτή βεντέτα μεταξύ των οικογενειών Βανταλά και Ντε Λούκα. Αλλά αποτελεί γεγονός ότι τα τρία αδέλφια έφυγαν με καθαρό ποινικό μητρώο και σκοπό να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στη Σλοβακία. Όπως και έκαναν. Κερδίζοντας έναν πακτωλό χρημάτων ως επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται κυρίως στους τομείς της γεωργίας και της ενέργειας. Έως τη στιγμή που άρχισε να ασχολείται μαζί τους ο Γιαν, ανακαλύπτοντας ότι ένα από τα αδέλφια Βανταλά, ο Αντονίνο, λάμβανε επιδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο κύριος αυτός εμφανίζεται ως ιδιοκτήτης 73 εταιρειών περιορισμένης ευθύνης ενώ η τριάδα φέρεται να ασχολείται με την αγοραπωλησία ακινήτων, την παροχή υπηρεσιών, την εκπαίδευση προσωπικού, το μάρκετινγκ, τις υπηρεσίες καθαριότητας, τη γεωργία και την ενέργεια. Έχοντας ως βάση τους πάντα την Ανατολική Σλοβακία. Και με τους συνεργάτες και τους υφισταμένους τους να είναι κατά κύριο λόγο Ιταλοί, από την Καλαβρία.
Ο Τομ Νίκολσον, ένας βρετανός ανεξάρτητος δημοσιογράφος και προσωπικός φίλος του Γιαν, για τον οποίο έγραψε ένα μακροσκελές κείμενο στo Politico.eu, επισήμανε πως «ο Γιαν ήταν πολύ νέος για να έχει ζήσει την εποχή της δεκαετίας του ’90, κατά την οποία, μετά την έλευση της δημοκρατίας, τα άτομα με τις σωστές διασυνδέσεις συμπεριφέρονταν ως λήσταρχοι των ιδιωτικοποιήσεων, μέσω της σκανδαλώδους μεταφοράς των περιουσιακών στοιχείων της Σλοβακίας σε χέρια ιδιωτών. Όταν ο Γιαν έγινε ρεπόρτερ, δεν υπήρχε πλέον τίποτα που θα μπορούσε να κλαπεί. Οπότε, αυτό που προσέλκυε τις μαφίες ήταν οι απάτες με την αγοραπωλησία ακινήτων και τη μεταφορά πόρων από την ΕΕ – περί τα 11 δισεκατομμύρια ευρώ από το 2007 έως το 2013».
Δουλεύοντας στις επιχειρήσεις του Αντονίνο -εξηγούν οι συντάκτες του Aktuality- ο Γιαν ανακάλυψε ότι το 2011 ο Καλαβρέζος «επιχειρηματίας» άρχισε να συνεργάζεται, μέσω της εταιρείας «Gia Management», με τη Μαρία Τρόσκοβα. Η εν λόγω κυρία αποτελεί σημαντική προσωπικότητα της άρχουσας και της πολιτικής τάξης τη χώρας της, γνωστή ήδη από την εποχή των αποκαλούμενων «Gorilla Files», μια έκθεση των μυστικών υπηρεσιών της χώρας σύμφωνα με την οποία μέλη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SMER – SD) εμπλέκονταν σε υποθέσεις διαφθοράς και είχαν σχέσεις με τις μαφίες της Ιταλίας. Εκείνη την περίοδο, η Τρόσκοβα, εργαζόταν στο υπουργείο Οικονομίας, πύλη διέλευσης των ευρωπαϊκών κονδυλίων στην πατρίδα της. Τέσσερα χρόνια μετά, ωστόσο, πραγματοποίησε ένα εντυπωσιακό άλμα, καταφέρνοντας να εισέλθει στην κυβέρνηση της χώρας ως σύμβουλος του πρωθυπουργού Ρόμπερτ Φίτσο.
Πάντως την Τρίτη, ο σλοβάκος ηγέτης, αφού κάλυψε τη στενή συνεργάτιδά του, υποσχέθηκε, όπως ακριβώς έκανε πριν από μερικούς μήνες ο μαλτέζος ομόλογός του Γιόζεφ Μουσκάτ μπροστά από το άψυχο σώμα της Ντάφνι Καρουάνα Γκαλίτσια, ανταμοιβή ενός εκατομμυρίου ευρώ σε όποιον προσφέρει στοιχεία για τη δολοφονία του Γιαν. Ο οποίος, πριν δολοφονηθεί, είχε ξεκινήσει να ενοχλεί και άλλους υψηλά υφιστάμενους Σλοβάκους, όπως τον Μάριαν Κότσνερ, έναν μεγαλοεπιχειρηματία, εργολάβο, μεταξύ άλλων, υπερπολυτελών διαμερισμάτων στη Μπρατισλάβα, τον οποίο ο αδικοχαμένος δημοσιογράφος ερευνούσε για φοροδιαφυγή.