Σίγουρα οι Αμερικανοί θα ήθελαν να παραμείνει διαιρεμένη. Αλλά η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας επιθυμεί διακαώς μέχρι το 2049 να έχει επιτύχει την εδαφική της ολοκλήρωση, προσαρτώντας πλήρως το Χονγκ Κονγκ, το Μακάο αλλά και την Ταϊβάν και επιβάλλοντας τη βούλησή της στις πιο ανυπότακτες από τις περιοχές της αχανούς επικράτειάς της, την επαρχία Σινγιάνγκ και το Θιβέτ.
Γιατί μέχρι το 2049; Επειδή τότε θα συμπληρωθούν εκατό χρόνια από την ίδρυση της μαοϊκής Κίνας.
Στόχος των Αμερικανών είναι να αποτρέψουν την ανάδειξη της Κίνας σε παγκόσμια υπερδύναμη. Εάν, ωστόσο, οι Κινέζοι επιτύχουν τους στόχους τους, ενδέχεται στα μέσα του τρέχοντος αιώνα η Ουάσινγκτον να αναγκαστεί να παραδώσει τη σκυτάλη της παγκόσμιας ηγεσίας στο Πεκίνο. Και σύμφωνα με τον Λούτσο Καράτσολο, αρθρογράφο της La Repubblica και έναν από τους πιο διακεκριμένους γεωπολιτικούς αναλυτές της Ιταλίας, σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ερμηνευτεί η εξέγερση των πολιτών του Χονγκ Κονγκ, του «μαργαριταριού της Ανατολής», το οποίο το 2047 πρόκειται να απολέσει την ημιαυτονομία που εξακολουθεί να απολαμβάνει και να υποταχθεί στις βουλές του Πεκίνου.
Η τοξικότητα, ωστόσο, της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις ενδέχεται να επισπεύσει τις όποιες εξελίξεις, υποστηρίζει ο ιταλός ειδικός, και η νέα τάξη πραγμάτων να έχει εγκαθιδρυθεί πριν από τα μέσα του αιώνα. Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο η πλάστιγγα θα γείρει προς τη μία ή την άλλη πλευρά ταχύτερα από όσο εκτιμάται. Γιατί οι πρωταγωνιστές της μάχης για την παγκόσμια κυριαρχία δείχνουν να μην είναι σε θέση να ελέγξουν όλες τις παραμέτρους. Η πολυπλοκότητα των μεταβλητών παραγόντων καθιστά αδύνατη κάθε πρόβλεψη, και το χάος που επικρατεί στο Χονγκ Κονγκ αποτελεί έναν προϊδεασμό σε μικρογραφία για ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει.
Στην πρωτοβουλία της τοπικής κυβέρνησης του Χονγκ Κονγκ περί εκδόσεως στην Κίνα διαφόρων κρατουμένων αντιτάχθηκε σημαντική μερίδα των πολιτών της πρώην βρετανικής αποικίας – ακτιβιστές για την ελευθερία και τα πολιτικά δικαιώματα αλλά και επιχειρηματίες και χρηματιστές οι οποίοι αισθάνονται πως απειλούνται τα όποια συμφέροντά τους.
Η συγκέντρωση διαμαρτυρίας που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή, 9 Iουνίου, με τη συμμετοχή περισσότερων από ένα εκατομμύριο (240 χιλιάδες σύμφωνα με τις Αρχές) ανθρώπων υπήρξε πιο μαζική στην Ιστορία του Χονγκ Κονγκ. Ενας στους επτά πολίτες βρισκόταν στον δρόμο, κραδαίνοντας πλακάτ με συνθήματα κατά του νομοσχεδίου και του Πεκίνου, κάποια από τα οποία είχαν νοσταλγική χροιά με συνθήματα όπως «Η βασίλισσα μάς μετέτρεψε σε ‘μαργαριτάρι της Ανατολής’, οι κομμουνιστές μας κατέστρεψαν», εννοώντας την βασίλισσα της Αγγλίας.
Βάση τη νομοθεσίας του Χονγκ Κονγκ αποτελεί το βρετανικό κοινό δίκαιο, το οποίο απέχει παρασάγγες από την κινεζική νομοθεσία την οποία ορίζει το κόμμα–κράτος. Και το χάος που επικράτησε την Τετάρτη στον Χονγκ Κονγκ με την αστυνομία να προβαίνει σε εκτεταμένη χρήση πλαστικών σφαιρών και δακρυγόνων σηματοδοτεί την όξυνση της αντιπαράθεσης.
Οσον αφορά την ευρύτερη στρατηγική του Πεκίνου, το νομοσχέδιο αποτελεί απλά ένα ακόμα βήμα προς την πλήρη ενσωμάτωση του Χονγκ Κονγκ στην Κίνα του Σι Τζινπίνγκ. Αδιάσειστη απόδειξη των προσδοκιών του κινέζου ηγέτη αποτελεί το αναπτυξιακό πρόγραμμα για την ευρύτερη «περιοχή του Μεγάλου Κόλπου» με στόχο την ένωση, οικονομική προς το παρόν, γεωπολιτική στο απώτερο μέλλον, του Χονγκ Κονγκ και του Μακάο με την επαρχία Κουανγκτούνγκ και τις αναπτυσσόμενες μητροπόλεις της με πρώτη την Σεντσέν. Η θαλάσσια γέφυρα που ενώνει το Χονγκ Κονγκ, το Τζουχάι και το Μακάο, και εγκαινίασε μεγαλοπρεπώς ο ίδιος ο κινέζος πρόεδρος τον περασμένο Οκτώβριο, απεικονίζει με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο τις γεωπολιτικές βλέψεις του Πεκίνου.
Ενώνοντας μεταξύ τους τις πόλεις που βρίσκονται στο δέλτα του ποταμού Τσου Κιάνγκ, το Πεκίνο συνθέτει ένα μοντέλο ενσωμάτωσης, το οποίο μια μέρα θα επιδιώξει να εφαρμόσει και στην Ταϊβάν, ενώνοντάς τη με την επαρχία Φουτζιάν. Οι Κινέζοι επιθυμούν η εδαφική ολοκλήρωση της πατρίδας τους να επέλθει ειρηνικά. Αλλά η ισχυρή εναντίωση του αμερικανικού ΥΠΕΞ στο νομοσχέδιο για την έκδοση πολιτών του Χονγκ Κονγκ στην Κίνα επιβεβαιώνει ξεκάθαρα πως οι Αμερικανοί προτιμούν να παραμείνει η Κίνα διαιρεμένη.
Οι διαφορές των δύο πλευρών είναι πλέον πολύ μεγάλες και η προσέγγιση σχεδόν αδύνατη, δεδομένου ότι ο ανταγωνισμός, είτε αφορά το εμπόριο και την τεχνολογία είτε τις διεκδικήσεις των Κινέζων στη Νότια Σινική Θάλασσα, κατέληξε να είναι ανηλεής. Οσον αφορά την Ευρώπη, «το να αυταπατώμεθα πως θα μπορέσουμε να μην εμπλακούμε ή να παίξουμε σε δύο ταμπλό ωσάν οι δύο αντίπαλοι να είναι ίσοι, είναι επικίνδυνο. Οσο ταχύτερα το αντιληφθούμε, τόσο μικρότερο θα είναι το τίμημα που θα πληρώσουμε κατά τη σύγκρουση των δύο τιτάνων» καταλήγει ο ιταλός αναλυτής.