Ο Μαγκουάιρ με την φανέλα της Λέστερ. Τελικά, άξιζε τόσα χρήματα; | Reuters
Επικαιρότητα

Το ερώτημα των 90 εκατομμυρίων ευρώ

Ταλέντο υπήρξε μόνο... στα μαθηματικά. Πριν από πέντε χρόνια έπαιζε στη Γ' Κατηγορία της Αγγλίας. Στο Euro 2016, στη Γαλλία, πήγε ως απλός φίλαθλος. Αξίζει, άραγε, ο Χάρι Μαγκουάιρ τα περισσότερα χρήματα που δόθηκαν, ποτέ, για αμυντικό - και για άγγλο ποδοσφαιριστή γενικώς;
Sportscaster

Το 2014, στα 21 του, κόστιζε δυόμισι εκατομμύρια λίρες. Το 2017, που τον απέκτησε η Λέστερ, 17 εκατομμύρια. Ενα παιδί – άριστος μαθητής, που θα γινόταν σπουδαίος μαθηματικός, εάν οι γονείς του δεν τον παρακινούσαν να γίνει ποδοσφαιριστής(!), φαινόταν να αγγίζει την οροφή της (μάλλον αδιάφορης) καριέρας του. Κανείς -ούτε ο ίδιος- δεν πίστευε πως δύο χρόνια μετά θα συμπρωταγωνιστούσε με την «ομάδα της καρδιάς του», τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, σε μια ιστορική μεταγραφή.

Η Γιουνάιτεντ δέχτηκε να πληρώσει για χάρη του Χάρι Μαγκουάιρ περίπου 90 εκατομμύρια ευρώ: τα περισσότερα χρήματα που δόθηκαν, ποτέ, για άγγλο παίκτη, αλλά και για αμυντικό οποιασδήποτε εθνικότητας. Στα 26 του, έπειτα από μια σειρά εξαιρετικών εμφανίσεων με τα «Λιοντάρια» στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας (2018), ο γιγαντόσωμος στόπερ θα φορέσει τη φανέλα με το «5», του Ρίο Φέρντιναντ. Ενός θρύλου του «Ολντ Τράφορντ» που αποχώρησε το 2014, έχοντας πανηγυρίσει 14 τρόπαια σε 12 χρόνια. Ανάμεσά τους και τον τελευταίο -μέχρι σήμερα- τίτλο που κατέκτησε η Γιουνάιτεντ στην Premier League (2013).

Η μεταγραφή -ιδίως το κόστος της- έκανε πάταγο. Είναι πολλά τα λεφτά, για έναν παίκτη που στα 21 του έπαιζε, ακόμη, στη Γ’ Κατηγορία της Αγγλίας. Που πήγε στο Euro της Γαλλίας (2016) ως απλός φίλαθλος. Που μέχρι πέρυσι το καλοκαίρι δεν είχε αναγνωριστεί ως σούπερ ταλέντο. Στα 18 του η Χάντερσφιλντ δεν είχε δεχτεί να πληρώσει γι’ αυτόν ούτε ένα εκατομμύριο λίρες – τον έβρισκε υπερβολικά αργό. Οσα καλά λόγια είχαν ακουστεί για τον νεαρό Χάρι, ήταν από τους καθηγητές του στο σχολείο για το μαθηματικό του μυαλό. Το μέλλον του θα ήταν οι αριθμοί, εάν ο πατέρας του, που υπήρξε κι αυτός ποδοσφαιριστής, δεν τον προέτρεπε να σπουδάσει… την μπάλα.

Γράφτηκε στις ακαδημίες της Γιουνάιτεντ της περιοχής του, της Σέφιλντ, και άρχισε την καριέρα ως μέσος. Δούλευε πολύ στις προπονήσεις, κι αυτό τον έκανε να ξεχωρίσει στη League One (Γ’ Κατηγορία). Πήγε στη Χαλ (η οποία τώρα θα εισπράξει το 15% της αξίας της μεταγραφής του στη Γιουνάιτεντ), έπειτα δανεικός στη Γουίγκαν και το καλοκαίρι του 2017 στη Λέστερ, που το 2016 είχε καταπλήξει τον κόσμο, κατακτώντας τον τίτλο στην Premier League. Οι «Αλεπούδες» δεν ήταν στα καλύτερά τους, όμως αυτό του βγήκε σε καλό. Κέρδισε θέση βασικού (με 76 συμμετοχές σε δύο σεζόν, σε όλες τις διοργανώσεις), ξεχώρισε μέσα στη μετριότητα για τη δύναμη και το πάθος του, κλήθηκε στην εθνική ομάδα της Αγγλίας, «έλαμψε» πέρυσι στο Παγκόσμιο Κύπελλο, κι έτσι το όνομά του μπήκε στη λίστα των καλύτερων κεντρικών αμυντικών.

Οχι αδίκως. Ο Μαγκουάιρ είναι δυνατός, ανίκητος στον αέρα (έχει ύψος 1,95), δεν κάνει «γκάφες», έχει καλή μακρινή πάσα και μπορεί να κρατήσει την μπάλα στα πόδια του. Εχει, όμως, και σοβαρές αδυναμίες (που φάνηκαν και στον ημιτελικό Αγγλίας – Ολλανδίας, στον ημιτελικό του Nations League). Κυρίως όταν πρέπει να αμυνθεί χαμηλά. Δεν είναι Κουλιμπαλί, ντε Λιχτ, Κιελίνι, Τιάγκο Σίλβα, Μουστάφι, Νταβίντ Λουίζ, Μάτιπ, ή Σέρχιο Ράμος στα νιάτα του. Και, σίγουρα, δεν είναι φαν Ντάικ, ή Λαπόρτ, στην ανάπτυξη του παιχνιδιού. Είναι πολύ καλός, όμως η Γιουνάιτεντ τον πλήρωσε ως τον καλύτερο αμυντικό του Κόσμου – που δεν είναι. Γιατί;

Για διάφορους λόγους. Πρώτα απ’ όλα, επειδή μετά την αποχώρηση του Φέρντιναντ και του Νεμάνια Βίντιτς, εδώ και μια πενταετία, υποφέρει στην άμυνα. Ιδίως πέρυσι, είχε τα χάλια της. Ετσι, ο Σόλσκιερ αποφάσισε να ξοδέψει το μεγαλύτερο μέρος του μεταγραφικού του μπάτζετ για να συμμαζέψει τα μετόπισθεν. Πριν από ένα μήνα έδωσε 56 εκατ. ευρώ για τον 21χρονο δεξιό μπακ της Κρίσταλ Πάλας, Ααρον Γουάν Μπιζάκα, που δεν έχει παρά 46 συμμετοχές στην Premier League. Στη συνέχεια πρόσφερε μια γενναία αύξηση στον τερματοφύλακα Ντε Χέα, για να τον κρατήσει στο Μάντσεστερ. Είδε τον Ερίκ Μπαϊγί να τραυματίζεται σοβαρά (θα μείνει πέντε μήνες εκτός), και τον ντε Λιχτ να προτιμά τη Γιουβέντους. Η Λέστερ βρήκε τη Γιουνάιτεντ σε μεγάλη ανάγκη, και της πούλησε τον Μαγκουάιρ 73 εκατομμύρια ευρώ ακριβότερα απ’ ό,τι της είχε κοστίσει πριν από δύο καλοκαίρια.

Οι «Κόκκινοι Διάβολοι» χρειάζονταν αυτή τη μεταγραφή και για επικοινωνιακούς λόγους. Ο Μαγκουάιρ είναι ο ένας από τους δύο σέντερ-μπακ της εθνικής Αγγλίας. Το όνομά του κάνει «γκελ» στους οπαδούς, που περίμεναν «πώς και πώς» ένα καλό νέο έπειτα από μια σεζόν γεμάτη απογοητεύσεις.

Αλλά, ίσως ο σπουδαιότερος λόγος γι’ αυτήν την οικονομική υπέρβαση, είναι τα παραδείγματα της Σίτι και της Λίβερπουλ. Ο Πεπ Γκουαρντιόλα ήταν ο πρώτος που επένδυσε σε αμυντικούς που ξέρουν καλή μπάλα. Ο Λαπόρτ, ο Μαντί, ο Ουόκερ και ο Στόουνς, του κόστισαν -στο σύνολο- πάνω από 200 εκατ. ευρώ (τις τέσσερις από τις επτά ακριβότερες μεταγραφές αμυντικών, τις έχει κάνει η Σίτι). Κι όταν ο Γίργκεν Κλοπ πλήρωσε 85 εκατ. ευρώ για τον φαν Ντάικ, πριν από ενάμισι χρόνο, όλοι πίστεψαν ότι… τρελάθηκε. Ο Ολλανδός, όμως, άλλαξε το status της ομάδας του.

Ο Μαγκουάιρ ανέβασε τη συνολική μεταγραφική δαπάνη της Γιουνάιτεντ, από το 2013 (που κατέκτησε το τελευταίο της Πρωτάθλημα) μέχρι σήμερα, στα 950 εκατομμύρια ευρώ. Αλλά, «ένας κούκος δεν φέρνει την Ανοιξη». Το είπε -με το δικό του, μοναδικό τρόπο- και ο Γκάρι Λίνεκερ (οπαδός της Λέστερ), σχολιάζοντας τη μεταγραφή στα social media: «Καλή τύχη στον Χάρι. Ηταν απίθανος παίκτης για τη Λέστερ. Ατυχία που τον χάσαμε. Θα βελτιώσει τη Γιουνάιτεντ πάρα πολύ, καθώς της έλειπε ένας αμυντικός που να είναι καλός με την μπάλα στα πόδια. Θα τους δώσει την ευκαιρία να τερματίσουν πάνω από τη Λέστερ».