Η διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας φυσικού αερίου μπορεί να περιορίσει και την ισχύ των χωρών παραγωγής του, όπως η Ρωσία | Shutterstock
Επικαιρότητα

Το ενεργειακό σοκ και τι γίνεται λάθος

Ανεπαρκείς επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε κάποια μεταβατικά ορυκτά καύσιμα, αυξανόμενοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι και εύθραυστες δικλίδες ασφαλείας στις ενεργειακές αγορές. Δίχως ταχείες μεταρρυθμίσεις θα σημειωθούν και άλλες ενεργειακές κρίσεις και, ενδεχομένως, μια λαϊκή εξέγερση κατά των κλιματικών πολιτικών, προειδοποιούν οι ειδικοί
Protagon Team

Τον επόμενο μήνα δεκάδες επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων, επιχειρηματικοί ηγέτες, ακτιβιστές αλλά και διασημότητες θα συνευρεθούν στην Γλασκόβη στο πλαίσιο των εργασιών της COP26, δηλαδή της 26ης συνόδου κορυφής του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή.

Οι παγκόσμιοι ηγέτες, μην μπορώντας να αγνοήσουν ή να υποβιβάσουν την κρισιμότητα της κατάστασης, δηλώνουν έτοιμοι και πρόθυμοι να καθορίσουν την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει η παγκόσμια κοινότητα στο σύνολο της για να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα (καθαρές μηδενικές εκπομπές άνθρακα) έως το 2050.

Πάντως σε κάθε περίπτωση αποτελεί γεγονός πως η COP26 θα διεξαχθεί εν μέσω του «του πρώτου μεγάλου ενεργειακού σοκ της πράσινης εποχής», όπως επισημαίνει ο Economist  (με συνδρομή) στο θέμα εξωφύλλου του τελευταίου τεύχους του. «Από τον Μάιο η τιμή του καλαθιού πετρελαίου, άνθρακα και φυσικού αερίου αυξήθηκε κατά 95%. Στη Βρετανία, όπου φιλοξενείται η COP26, τέθηκαν εκ νέου σε λειτουργία τα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που καίνε άνθρακα, στις ΗΠΑ η τιμή της βενζίνης ξεπέρασε τα 3 δολάρια το γαλόνι, μπλακ άουτ σημειώθηκαν στην Κίνα και στην Ινδία και ο Βλαντίμιρ Πούτιν μόλις υπενθύμισε στην Ευρώπη πως η τροφοδότησή της με καύσιμα εξαρτάται από την καλή θέληση της Ρωσίας», υπενθυμίζει το έγκυρο βρετανικό έντυπο.

Το ενεργειακό σοκ, αν όχι κρίση, αποτελεί καταρχάς μια υπενθύμιση ότι «η σύγχρονη ζωή χρειάζεται άφθονη ενέργεια, δίχως ενέργεια οι λογαριασμοί καθίστανται δυσβάσταχτοι, τα σπίτια παγώνουν και οι επιχειρήσεις αποτελματώνονται».  Συγχρόνως, όμως, αναδεικνύει κάποια βαθύτερα προβλήματα που έχουν προκύψει στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν, σύμφωνα με το περιοδικό, οι ανεπαρκείς επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε κάποια μεταβατικά ορυκτά καύσιμα, οι αυξανόμενοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι και οι εύθραυστες δικλίδες ασφαλείας στις ενεργειακές αγορές. «Δίχως ταχείες μεταρρυθμίσεις θα σημειωθούν και άλλες ενεργειακές κρίσεις και, ενδεχομένως, μια λαϊκή εξέγερση κατά των κλιματικών πολιτικών», προειδοποιούν οι Βρετανοί.

Προς το παρόν, ωστόσο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος έγκειται στο ενδεχόμενο αυτό το πρώτο ενεργειακό σοκ της πράσινης εποχής να επιβραδύνει τον ρυθμό εφαρμογής αυτών των πολιτικών. Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας ο πρωθυπουργός της Κίνας Λι Κετσιάνγκ δήλωσε πως η ενεργειακή μετάβαση πρέπει να είναι «εύλογη και εύρυθμη», υποδηλώνοντας, έτσι, πως η χώρα του θα συνεχίσει να καίει άνθρακα για περισσότερο καιρό. Και στη Δύση, παρότι η κοινή γνώμη εξακολουθεί να τάσσεται υπέρ της πράσινης ενέργειας, οι πρωτοφανείς αυξήσεις των τιμών ενδέχεται να την επηρεάσουν αρνητικά.

Τι μπορεί να γίνει, οπότε, ούτως ώστε και η ενεργειακή μετάβαση να συνεχιστεί απρόσκοπτα και να αποφευχθούν μελλοντικές ενεργειακές κρίσεις; «Οι κυβερνήσεις πρέπει να αντιδράσουν αναμορφώνοντας τις ενεργειακές αγορές», υποστηρίζει ο Economist.

Οι όποιες μελλοντικές ελλείψεις  μπορούν να αντιμετωπιστούν με την δραστική αύξηση των αποθεμάτων ασφαλείας – «οι προμηθευτές ενέργειας πρέπει να έχουν μεγαλύτερα ενεργειακά αποθέματα όπως οι τράπεζες έχουν κεφαλαιακά αποθέματα» – οπότε οι κυβερνήσεις μπορούν να ζητήσουν από τις ενεργειακές εταιρείες να αρχίσουν να κινούνται προς αυτήν την κατεύθυνση.

«Τα περισσότερα αποθέματα θα είναι σε φυσικό αέριο αλλά τελικά θα μπορούσαν να επικρατήσουν οι μπαταρίες και οι τεχνολογίες υδρογόνου. Περισσότεροι πυρηνικοί σταθμοί και η δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα η αμφότερα, είναι εξίσου σημαντικά για την παροχή ενός βασικού φορτίου καθαρής ενέργειας. Η διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας μπορεί να περιορίσει και την ισχύ αυταρχικών πετρελαιοπαραγωγών χωρών όπως η Ρωσία», αναφέρει ο Economist.

Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δοθεί έμφαση και στις τεχνολογίες παραγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου ενώ θα πρέπει να αυξηθεί και το διεθνές εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας, ούτως ώστε οι απομακρυσμένες ηλιόλουστες ή ανεμοδαρμένες χώρες να μπορούν να εξάγουν την καθαρή ενέργεια που παράγουν.

Για να συμβούν, όμως, όλα αυτά, οι επενδύσεις στην ενέργεια θα πρέπει να φτάσουν στα 4-5 τρισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο (από 1,9 τρισ. το 2021 σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας). «Ωστόσο από τη σκοπιά των επενδυτών, η πολιτική είναι αμήχανη και μπερδεμένη. Πολλές χώρες έχουν δεσμευτεί για μηδενικές εκπομπές αλλά δεν έχουν κανένα σχέδιο για το πώς το επιτύχουν ενώ καλούνται επίσης να πουν την αλήθεια στον κόσμο ότι οι λογαριασμοί και οι φόροι πρέπει να αυξηθούν».

Οπότε οι ηγέτες της διεθνούς κοινότητας θα πρέπει στη Γλασκόβη να ξεπεράσουν τις υποσχέσεις και τις εκκλήσεις και να επιδιώξουν να καθοριστεί λεπτομερώς πώς θα εφαρμοστεί στην πράξη η ενεργειακή μετάβαση. «Ειδικά εάν συναντηθούν, κάτω από λαμπτήρες που τροφοδοτούνται με ηλεκτρισμό που παράγεται από κάρβουνο», σημειώνει περιπαικτικά το βρετανικό έντυπο.