Στο κυριακάτικο ντέρμπι με τον Αρη ο ΠΑΟΚ γύρισε πολλά χρόνια πίσω. Στην εποχή του «εμείς, ή κανείς». Τότε που τα καλόπαιδα της ασπρόμαυρης εξέδρας προτιμούσαν να κάνουν το γήπεδο… Κούγκι, παρά να αποδεχτούν μια οδυνηρή ήττα, ή άλλη μια σεζόν χωρίς τίτλο. Αυτή την «τρέλα» (μερίδας) των οπαδών του ο «Δικέφαλος του Βορρά» την έχει πληρώσει πολύ ακριβά. Μόνο την τριετία 2015-2018, του κόστισε -σε τιμωρίες- 17 ολόκληρους βαθμούς, και αρκετούς αγώνες στην άδεια από κόσμο Τούμπα.
Τουλάχιστον, για τα αυτοκαταστροφικά «ντου» στον αγωνιστικό χώρο υπήρχε, πάντοτε, κάποια αφορμή. Τον Μάρτιο του 2016, στον ημιτελικό Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό, ήταν μια ανατροπή (του Μακ από τον Καπίνο). Αντί να καταλογίσει πέναλτι, ο διαιτητής (Παππάς) είχε αποβάλει τον παίκτη του ΠΑΟΚ για διαμαρτυρία. Τον Μάρτιο του 2018, στο ντέρμπι με την ΑΕΚ, το οποίο θα έκρινε τον πρωταθλητή, ο διαιτητής (Κομίνης) είχε ακυρώσει γκολ του Βαρέλα στο 90′. Ενώ χθες, ο διαιτητής (Ρόμπερτ Μάντεν) ήταν Σκωτσέζος – και δεν έδωσε το παραμικρό δικαίωμα. Οι «μπαχαλάκηδες» εισέβαλαν στο τερέν και πήραν στο κυνήγι τους παίκτες (και της δικής τους ομάδας), επειδή, απλώς, οι προσδοκίες τους για μια πρωταθληματική σεζόν κατέρρευσαν, ήδη, από την 11η αγωνιστική. Το «ή εμείς, ή κανείς» πιο ξεκάθαρο, πιο απροκάλυπτο παρά ποτέ.
Η «έκρηξη» στην Τούμπα, που ντρόπιασε διεθνώς το ελληνικό ποδόσφαιρο για ακόμη μια φορά, οφείλεται σε μια μεγάλη «παρεξήγηση», η οποία έχει τις ρίζες της στο περασμένο καλοκαίρι. Η επιστροφή του Ραζβάν Λουτσέσκου, του προπονητή που υπέγραψε την πιο επιτυχημένη διετία του ΠΑΟΚ και τον οδήγησε -αήττητο- στο πρώτο νταμπλ της ιστορίας του, δημιούργησε μια εντελώς αυθαίρετη βεβαιότητα: ότι μαζί του θα επιστρέψει, εφέτος, στη Θεσσαλονίκη και ο τίτλος του πρωταθλητή. Ο ρουμάνος τεχνικός φρόντισε να καλλιεργήσει αυτήν την πεποίθηση, πιστεύοντας και ο ίδιος ότι τα πρωτοπαλίκαρα εκείνων των θριάμβων (ο Βιεϊρίνια, ο Μπίσεσβαρ, ο Κρέσπο, ο Βαρέλα, ο Πασχαλάκης…) θα μπορούσαν να επαναλάβουν το θαύμα τους. Το συναίσθημα τού έκρυψε την πραγματικότητα, πως ο κύκλος εκείνου του ΠΑΟΚ έχει κλείσει.
Σήμερα, ο «Δικέφαλος του Βορρά» πορεύεται με ένα από τα πιο γερασμένα ρόστερ στην Ευρώπη, με τον Λουτσέσκου, μάλιστα, να εμπιστεύεται τους παλιούς σε βαθμό που δεν αντέχουν οι δυνάμεις τους. Η περίπτωση του Ντιέγκο Μπίσεσβαρ είναι, ίσως, η πιο χαρακτηριστική. Ο 33χρονος «μαέστρος» έχει αγωνιστεί και στα 20 εφετινά παιχνίδια του ΠΑΟΚ – στα 17 από αυτά, ως βασικός. Είναι ο δεύτερος σε χρόνο συμμετοχής παίκτης της ομάδας μετά τον τερματοφύλακα, Αλέξανδρο Πασχαλάκη.
Ηταν σχεδόν αδύνατον, ο ΠΑΟΚ του 2021 να διεκδικήσει το πρωτάθλημα με τους ίδιους πρωταγωνιστές που το κατέκτησαν το 2018-2019. Επιπλέον, παρά τα περίπου 20 εκατομμύρια ευρώ που απέφεραν οι παραχωρήσεις του Γιαννούλη και του Τζόλη, οι ανάγκες για νέους παίκτες «πρώτης γραμμής» δεν καλύφθηκαν επαρκώς. Η ΠΑΕ ήταν υποχρεωμένη να ισοσκελίσει τα έξοδα με τα έσοδά της, ώστε να μην έχει ζητήματα με το Financial Fair Play, όμως κανείς δεν μίλησε γι’ αυτό στους ΠΑΟΚτσήδες. Ούτε ο Λουτσέσκου πίεσε για ενισχύσεις, ίσως γιατί περίμενε πως, τουλάχιστον μέχρι το «παζάρι» του Ιανουαρίου η ομάδα θα τα κατάφερνε με τους υπάρχοντες ποδοσφαιριστές. Ακόμη και για παίκτες που ανήκουν στον ΠΑΟΚ, 17 συμβόλαια είναι «στον αέρα». Μια καθαρά μεταβατική περίοδος επικοινωνήθηκε ως χρονιά πρωταθλητισμού.
Η χθεσινή ήταν η τέταρτη ήττα του ΠΑΟΚ στη δεύτερη θητεία του Ρουμάνου, σε 11 αγωνιστικές. Στην προηγούμενη, τη διετία 2017-2019, είχε υποστεί πέντε, όλες κι όλες, σε 60 ματς της Σούπερ Λιγκ. Τους δύο τελευταίους μήνες έχει νικήσει μόνο τον Απόλλωνα Σμύρνης στην άλλοτε απόρθητη Τούμπα. Και η στατιστική μαρτυρά ότι η αμυντική του λειτουργία είναι η τέταρτη χειρότερη, πίσω από εκείνη του Παναιτωλικού, του Βόλου και του Ατρόμητου. Οι υψηλές προσδοκίες για την εφετινή χρονιά γκρεμίστηκαν με πάταγο. Πίσω από την ακραία αντίδραση των λίγων, την οποία ο σύλλογος θα πληρώσει με μερικά ματς «κεκλεισμένων των θυρών», κρύβεται κάτι ακόμα χειρότερο: το «ξενέρωμα» των πολλών.
Σε αυτά τα δέκα χρόνια του Ιβάν Σαββίδη στο τιμόνι του, ο ΠΑΟΚ έζησε τις πιο ευτυχισμένες του μέρες: κατέκτησε τα περισσότερα τρόπαια στην ιστορία του (ένα Πρωτάθλημα και τέσσερα Κύπελλα την τελευταία πενταετία), έγινε σταθερός διεκδικητής του τίτλου, μηδένισε τα χρέη του, απέκτησε σπουδαίους ποδοσφαιριστές, όμως δεν άλλαξε νοοτροπία. Τώρα κινδυνεύει να μπει σε έναν νέο κύκλο εσωστρέφειας, μιζέριας, απαξίωσης των πάντων και αυτοκαταστροφής. Θα είναι κρίμα, να ξαναγίνει ο παλιός ΠΑΟΚ. Αυτός που σε κάθε ματς το οποίο «στράβωνε»… πυροβολούσε τα πόδια του.