Την ικανότητά τους στην αντιμετώπιση κάθε επιχειρηματικής πρόκλησης αποδεικνύουν καθημερινά οι γυναίκες που διοικούν ελληνικές επιχειρήσεις,. Σύμφωνα με έρευνα της ICAP, το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι ότι υπερτερούν έναντι των ανδρών συναδέλφων τους στην ενσυναίσθηση και στην κατανόηση όχι μόνο των οικονομικών ζητημάτων, αλλά και την επικοινωνία με τους εργαζόμενους και την αγορά.
Ωστόσο, το μεγάλο πρόβλημα της ανισότητας παραμένει καθώς οι έξι στις 10 γυναίκες μάνατζερ θεωρούν ότι υφίστανται διαφορετική μισθολογική μεταχείριση σε σχέση με τους άντρες συναδέλφους τους.
Οι διαπιστώσεις αυτές προέκυψαν από μεγάλη έρευνα της ICAP στις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις που διοικούνται από γυναίκες. Πατήστε εδώ για να διαβάσετε αναλυτικά τα αποτελέσματά της.
Οπως δήλωσε ο Νικήτας Κωνσταντέλλος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ICAP CRIF, από την έρευνα στις 1.200 μεγαλύτερες εταιρείες που διοικούνται από γυναίκες, προέκυψαν τα εξής:
♦ Οι γυναίκες επιχειρηματίες και τα ανώτατα στελέχη χαρακτηρίζονται από εργατικότητα – επιμονή και θεωρούν ότι υπερτερούν των ανδρών συναδέλφων τους στην ενσυναίσθηση και την κατανόηση (70%), στις επικοινωνιακές δεξιότητες (68%) και στο πνεύμα δημιουργικότητας (65%) που τις διακατέχει. Ωστόσο, δηλώνουν πιο επιφυλακτικές στην ανάληψη ρίσκου.
♦ H συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων που διοικούνται από γυναίκες (90%) έχει υιοθετήσει την παροχή ίσων ευκαιριών προς όλους τους εργαζόμενους και την εταιρική κουλτούρα εμπιστοσύνης και συμπερίληψης, με 8 στις 10 εταιρείες (79%) να ακολουθούν πρακτικές πολιτικής ίσων αμοιβών. Ωστόσο, το 59% των συμμετεχόντων γυναικών – ανώτατων στελεχών θεωρεί ότι υφίστανται διαφορετική μισθολογική μεταχείριση σε σχέση με τους άντρες συναδέλφους τους.
♦ Επτά στις δέκα γυναίκες που είναι ανώτατα στελέχη θεωρούν ότι οι οικογενειακές υποχρεώσεις, το βάρος των οποίων επωμίζονται, αποτελούν το μεγαλύτερο τροχοπέδη στην επαγγελματική τους ανέλιξη.
♦ H ενεργειακή κρίση παράλληλα με την πανδημία του κορονοϊού COVID-19 ενίσχυσαν τα επίπεδα ευαισθητοποίησης σε θέματα περιβάλλοντος, κοινωνίας και εταιρικής διακυβέρνησης (ESG), μεταβάλλοντας τις συνθήκες στο εγχώριο επιχειρηματικό περιβάλλον. Εντούτοις, οι γυναίκες ανώτατα στελέχη εμφανίζονται αρκετά αισιόδοξες για την επόμενη διετία (2023-2024) και προβλέπουν σημαντική αύξηση των εσόδων των εταιρειών που ηγούνται, με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 11%.
Οι γυναίκες επικεφαλής επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα είναι υψηλού μορφωτικού επιπέδου, αφού το 91% κατέχει πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και οι μισές εξ’ αυτών διαθέτουν και μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών. Το 75% των συμμετεχόντων γυναικών, εκτός από τη διευθυντική – διοικητική θέση που κατέχουν στην εταιρεία, συνδέονται και μετοχικά με αυτήν.