Ομπράντοβιτς και Σπανούλης σε μία ακόμα επική μάχη που έβγαλε νικητή τον πρώτο | IntimeSports
Επικαιρότητα

Το «μπρα ντε φερ» του Ζέλικο με τον Σπανούλη

Η Φενέρ του Ομπράντοβιτς είναι η τελειότητα. Κατασκευασμένη για θριάμβους. Ο Ολυμπιακός του Σπανούλη, η «τρέλα». Προορισμένη για «άθλους». Οταν χώρισαν, ο ένας κράτησε το μυαλό κι ο άλλος την καρδιά. Ισως γι' αυτό μισήθηκαν τόσο. Κρίμα που η κορυφή χωράει μόνον έναν
Sportscaster

Η Φενέρμπαχτσε ήταν (σχεδόν) αδύνατο να χάσει. Είχε – και τι δεν είχε. Τον προπονητή των εννέα τροπαίων, μαζί με το χθεσινό. Μια επτάδα σπουδαίων και πανάκριβων αθλητών. Διαβολεμένη «φόρμα» από τα play-offs κι έπειτα. Τη δίψα να γευτεί -για πρώτη φορά- το νέκταρ από το ιερό δισκοπότηρο της Ευρωλίγκας. Το 80% των θεατών στο πλευρό της. Στο «Σινάν Ερντέμ Ντομ» -σωστή ρωμαϊκή αρένα- το πιο φανατισμένο κοινό στα χρονικά του ευρωπαϊκού μπάσκετ παρήγαγε ντεσιμπέλ που πονάνε τ’ αυτιά και «τρελαίνουν» το μυαλό. Εάν δεν το ζήσεις, είναι αδύνατον να το φανταστείς. Αλλά, ακόμη κι αν ο Τελικός γινόταν σε ουδέτερη έδρα, ο Ολυμπιακός θα άρχιζε το παιχνίδι με τα μαύρα πιόνια, όχι με τα λευκά.

Αυτή τη φορά, το όγδοο μπάτζετ της εφετινής Ευρωλίγκας δεν είχε να αντιμετωπίσει, απλώς, μία πάμπλουτη ομάδα -όπως στον ημιτελικό με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας- αλλά την τέλεια μπασκετική μηχανή του Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Ηταν η πιο άνιση μάχη στην ιστορία της διοργάνωσης. Γι’ αυτό, αν και ο Ολυμπιακός αδίκησε τον εαυτό του (ιδίως στο δεύτερο ημίχρονο), και φορτώθηκε μία ήττα ασυνήθιστα βαριά στα Φάιναλ-Φορ, οι μελαγχολικοί οπαδοί του που τον ακολούθησαν στην Κωνσταντινούπολη, τον ξεπροβόδισαν με ένα θερμό χειροκρότημα.

O «μελιτζανί» Ομπράντοβιτς δείχνει πραγματικά ανίκητος

Για όσους γνωρίζουν το παρασκήνιο, το σαρκαστικό χαμόγελο του «Ζοτς» και το γεμάτο θυμό βλέμμα του Σπανούλη στο τέλος του αγώνα, ήταν τα highlights της σεζόν. Η αντιπάθεια του ενός για τον άλλον έχει βαθιές ρίζες. Ο Ομπράντοβιτς είναι αυτός που είχε ξεχωρίσει τον Σπανούλη ανάμεσα στους πολλούς, και τον είχε πάρει (από το Μαρούσι) στον Παναθηναϊκό. Ακόμη κι όταν ο «Kill Bill» επέστρεψε άπραγος από το ΝΒΑ, ο «Ζοτς» τον δέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες. Ο έρωτάς τους έγινε μίσος, όταν ο παίκτης αποφάσισε να φύγει για τον Ολυμπιακό, τον Ιούλιο του 2010, χωρίς να πει στον σέρβο τεχνικό το παραμικρό για τις προθέσεις του.

Ο Ομπράντοβιτς, που δεν ξεχνά, δεν του το συγχώρεσε. Ισως να τον πείραξε, περισσότερο απ’ όλα, το ότι ο Σπανούλης έγινε αυτό που ο κόουτς ποτέ δεν του αναγνώρισε: ένας σολίστας που μπορεί να «κάνει τη διαφορά». Φεύγοντας, του πήρε το Πρωτάθλημα (2012), κατέκτησε δυο Ευρωλίγκες (2012, 2013), κι έφτασε σε άλλους δύο Τελικούς – και σε δύο, ακόμα, τίτλους στην Ελλάδα (2015, 2016). Ο παίκτης που ο Ομπράντοβιτς έβλεπε σαν ένα πολύτιμο γρανάζι της μηχανής του -έτσι τους βλέπει όλους- πήγε στον Ολυμπιακό και έγραψε την ιστορία αλλιώς. Εκτοτε, έχουν βρεθεί αντιμέτωποι 22 φορές -μαζί με τη χθεσινή- κι έχουν από 11 νίκες.

Ο Βασίλης Σπανούλης δεν κατάφερε να νικήσει τον πρώην προπονητή του στον Παναθηναϊκό

Το μίσος του «Ζοτς» για τον Σπανούλη ήταν η μεγάλη ευκαιρία του Ολυμπιακού να «κλέψει» την Κούπα. Κόντρα στη Ρεάλ, ο σέρβος κόουτς δεν πολυασχολήθηκε με τον Γιούλ, και ο τρομερός Ισπανός παραλίγο να κάνει ρεκόρ καριέρας στο σκοράρισμα. Τον «δικό μας», όμως, τον περικύκλωσε κανονικά. Κάθε φορά που κατόρθωνε να ξεφορτωθεί τον προσωπικό του φρουρό, έβρισκε μπροστά του τον κορυφαίο αμυντικό των ευρωπαϊκών γηπέδων -ο Ούντο δεν έχασε ούτε μία προσωπική μονομαχία- και υποχρεωνόταν σε επιλογές απελπισίας: 0/5 δίποντα, 2/7 τρίποντα. Ο Ολυμπιακός θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί την πρεμούρα του Σέρβου να «σβήσει» τον Σπανούλη, όμως το supporting cast αποδείχτηκε ανεπαρκές. Ο Πρίντεζης και ο Παπανικολάου δεν «τράβηξαν». Οι τρεις πρωταγωνιστές των «ερυθρόλευκων» μαζί είχαν μόλις 6/30 σουτ. Δεν υπήρχε καμία ελπίδα. Αυτά τα ματς δεν μπορούν να τα κερδίσουν ο Μπερτς, ο Μιλουτίνοφ και ο Μάντζαρης…

Το αποτέλεσμα ήταν το αναμενόμενο: απέναντι στη Φενέρ, η οποία έφτασε να παίζει με τέσσερα γιγάντια κορμιά (Βέσελι, Ούντο, Κάλινιτς, Ντατόμε), οι πέντε ψηλοί του Ολυμπιακού πήραν όλοι μαζί οκτώ ριμπάουντ. Οσα μάζεψε μόνος του ο Βέσελι. Οι τάπες ήταν 9-2 υπέρ των Τούρκων και το ποσοστό του Ολυμπιακού στα δίποντα, απελπιστικό (40%). Τα 13/25 τρίποντα της Φενέρ αποτελείωσαν τους «ερυθρόλευκους». Ο Αμερικανός σέντερ και σούπερ-σταρ των πρωταθλητών Τουρκίας το είχε πει: «We have to Kill Bill». Το είπε και το έκανε.

Ο Ομπράντοβιτς έφυγε, το καλοκαίρι του 2012, από τον Παναθηναϊκό και πήγε σε μια χώρα που έμοιαζε με την Ελλάδα των ’90s, τότε που οι σύλλογοί μας… σφάζονταν για το ποια θα φέρει το πρώτο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Μέσα σε τέσσερα χρόνια έδειξε τον δρόμο στους Τούρκους, που μέχρι χθες είχαν πετάξει στον Βόσπορο 500 εκατομμύρια ευρώ -όλες οι ομάδες τους μαζί- χωρίς να έχουν κερδίσει τίποτα. Τώρα θα τον έχουν σαν σουλτάνο, όπως κι εμείς τον είχαμε σαν βασιλιά μετά το 1996, που ο Παναθηναϊκός ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου.

Αλλη μια ευρωπαϊκή Κούπα στα χέρια του Ζέλικο

Ο «Ζοτς» πέτυχε… τα συνηθισμένα, αλλά με έναν ασυνήθιστο τρόπο. Κάποτε ο κέρδιζε τα ευρωπαϊκά τρόπαια ποντάροντας σε σπουδαίους εγκεφαλικούς γκαρντ. Τώρα άλλαξε φιλοσοφία, για να ταιριάξει το σύστημα με τους αξιόλογους ψηλούς που είχε στα χέρια του, και έφτιαξε μία ομάδα γεμάτη από χαρισματικούς πολεμιστές – γίγαντες. Κατάφερε να βρεθεί ξανά στην κορυφή χωρίς τις μεγάλες προσωπικότητες που είχε στον Παναθηναϊκό, μ’ ένα στιλ παιχνιδιού που λίγα χρόνια πριν θα ορκιζόμασταν πως δεν θα παίξει ποτέ. Αλλά, το πιο φοβερό με αυτόν τον απίθανο τύπο είναι άλλο: το ανεξάντλητο κίνητρό του για την επιτυχία. Το ότι κυνήγησε (και πήρε) την ένατη Κούπα του με το ίδιο πάθος που τον διέκρινε όταν διεκδικούσε την πρώτη. Ουρλιάζοντας στους παίκτες του και αλλάζοντας χρώματα, ενώ η διαφορά είχε φτάσει στους +19 και το ματς είχε κριθεί. Η νίκη της Φενέρ μας πόνεσε, επειδή σημειώθηκε σε βάρος ελληνικής ομάδας, όμως ήταν ένας θρίαμβος της τελειότητας. Του μπάσκετ που όλοι οι φίλοι του σπορ απολαμβάνουν.

Ο Ολυμπιακός μας χρωστάει τον μοναδικό άθλο που δεν έχει κάνει ακόμα: να σηκώσει την Κούπα στο «σπίτι» του αντιπάλου του. Ολα τ’ άλλα, τα έχει κατορθώσει. Εχει κατακτήσει την κορυφή της Ευρώπης από τη θέση του φαβορί, με την κατά FIBA «καλύτερη ομάδα της δεκαετίας» (1997). Εχει πετύχει επικές ανατροπές, επιστρέφοντας ακόμη και από τους -19 πόντους σε Τελικό, όταν όλα έδειχναν ότι το ματς έχει κριθεί (2012). Εχει εκμηδενίσει την απόσταση μεταξύ φαβορί και αουτσάιντερ, κερδίζοντας αγώνες στους οποίους οι πάντες τον είχαν ξεγραμμένο (2013, 2015, 2017). Εχει νικήσει με όλους τους πιθανούς και απίθανους τρόπους, κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, κόντρα σε εχθρικές διαιτησίες και σε πείσμα κάθε λογικής. Εάν τον περασμένο Σεπτέμβριο, που άρχιζε την προετοιμασία του για τη σεζόν, μας έλεγε κάποιος πως στις 21 Μαΐου θα βρεθεί 40 λεπτά μακριά από την κατάκτηση της πιο δύσκολης Ευρωλίγκας όλων των εποχών, έχοντας «σκοτώσει» την ΤΣΣΚΑ με την υπερτριπλάσια αξία για τέταρτη φορά την τελευταία πενταετία, χωρίς τον Χάκετ και τον Λοτζέσκι, ασφαλώς θα τον είχαμε πάρει για τρελό.

Ο υπαρχηγός του Ολυμπιακού, Γιώργος Πρίντεζης, αποκαμωμένος

Οπως ο Παναθηναϊκός του Ομπράντοβιτς, έτσι και ο σημερινός Ολυμπιακός είναι μια ομάδα – πρότυπο για όλους τους Ελληνες, ένα παράδειγμα προς μίμηση, από κάθε άποψη. Είναι όλα όσα οι οπαδοί του ονειρεύτηκαν, αλλά και όσα οι αντίπαλοί του αναγνωρίζουν, σέβονται και θαυμάζουν. Ενας επιπλέον λόγος είναι πως ο Ολυμπιακός του μπάσκετ δεν χρησιμοποίησε ποτέ την εμπρηστική ρητορική του «μόνοι μας και όλοι τους», δεν προσβάλλει τους αντιπάλους του, δεν τους επιτίθεται μέσω ανακοινώσεων ή των social media, δεν πληρώνει στελέχη του για να διατυμπανίζουν μπροστά σε κάμερες και μικρόφωνα, πόσο ανάξιες και ασήμαντες είναι όλες οι άλλες ομάδες μπροστά στο μεγαλείο της δικής τους. Καταρρίπτει τον μύθο ότι η Ελλάδα, γενικώς, είναι χωρισμένη σε Ολυμπιακούς και αντι-Ολυμπιακούς (όπως πράγματι συμβαίνει στο ποδόσφαιρο), επειδή αποτελεί μια ήρεμη δύναμη που όλοι οι υγιείς φίλαθλοι παραδέχονται, γουστάρουν και ζηλεύουν (όσοι υποστηρίζουν κάποια άλλη ομάδα).

Για να καταφέρει, τον επόμενο Μάιο στο Βελιγράδι, αυτό που δεν κατόρθωσε χθες -να ράψει στη φανέλα του το τέταρτό του αστέρι-, ο Ολυμπιακός χρειάζεται ενίσχυση στο ρόστερ του και καλύτερη δουλειά στην επίθεση: να γίνει πιο αποτελεσματικός, πιο σύγχρονος. Από την άλλη, όμως, βλέποντας τους παίκτες του να… σκοτώνονται για ένα ριμπάουντ και να βουτάνε στο παρκέ για την κατοχή της μπάλας, αντιλαμβάνεσαι γιατί αυτή την ομάδα τη λατρεύουν οι οπαδοί της: γιατί δεν έχει να παλέψει μόνο με τον (όποιο) αντίπαλο, αλλά και με τον εαυτό της, με τις αδυναμίες της. Εάν κάποια στιγμή ο Ολυμπιακός ήταν πλήρης, αν μπορούσε να αγοράσει όσους και όποιους παίκτες του έλειπαν, όπως κάνει η Φενέρ και η ΤΣΣΚΑ, αυτή η τελειότητα θα εξαφάνιζε τη μαγεία: το να ζει και να αγωνίζεται «στα κόκκινα». Τους ήρωές του, τους έχουν αναδείξει οι μάχες του για το ακατόρθωτο. Που συχνά τις κερδίζει, κι άλλοτε -όπως χθες- τις χάνει.

Η Φενέρ του Ομπράντοβιτς είναι η καλύτερη ομάδα της Ευρώπης. Κατασκευασμένη για θριάμβους. Ο Ολυμπιακός του Σπανούλη είναι η πιο συναρπαστική. Προορισμένη για «άθλους». Κι αυτό το οφείλει στην «τρέλα» της, όχι στις νίκες της.