Κάτω από μια εικόνα κανονικότητας και ευημερίας, τα προβλήματα της Γερμανίας επιμένουν και οφείλονται στην πολιτική ηγεσία και ειδικά στην καγκελάριο, τονίζει αρθρογράφος του Guardian. Η αλλαγή, για το καλό της χώρας αλλά και της Ευρώπης, πρέπει να έλθει μόνο από την αλλαγή ηγεσίας, γράφει.
Ο Τίμοθι Γκάρτον Ας ανοίγει το κείμενο του με μια αξιοπρόσεκτη παρομοίωση: αν η Γερμανία είναι η καρδιά της Ευρώπης, αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι οι αργοί παλμοί της καρδιάς ενός καλοταϊσμένου επιχειρηματία μετά από πλούσιο γεύμα. Καλό θα ήταν να αρχίσει να χτυπά λίγο πιο γρήγορα, λέει.
Σαφές το μήνυμα του σχολιαστή: η Γερμανία είναι άρρωστη και πρέπει να βρει τρόπο να ξεπεράσει την κατάστασή της και για το καλό της Ευρώπης και για το δικό της. Το μήνυμα πρέπει να λάβουν οι γερμανικές ελίτ, συνεχίζει. Ιδέες και δεξαμενές σκέψης κάθε είδους υπάρχουν πολλές στο Βερολίνο, λείπει όμως η αίσθηση του επείγοντος. Κάπως, δηλαδή, να μεταφραστούν όλα όσα λένε επί παντός επιστητού σε πολιτικές που θα κληθούν να ψηφίσουν οι Γερμανοί.
Ολη αυτή η αδράνεια, κατά τον σχολιαστή, οφείλεται στο ότι όλα πάνε καλά στη Γερμανία και για την Γερμανία – ή μάλλον στο ότι οι πολίτες της νομίζουν ότι όλα πάνε καλά.
Λίγο από τύχη, λίγο οι περιστάσεις και λίγο από το πλαίσιο νόμων που κληροδότησε ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, τα 14 χρόνια υπό τη Μέρκελ ήταν σε γενικές γραμμές πολύ καλά. Η «κρίση» είναι σχεδόν άγνωστη λέξη, ενώ ακόμη και οι λιγότεροι προνομιούχοι Γερμανοί στα ανατολικά δεν παραπονιούνται ιδιαίτερα για την οικονομία. Τα θηριώδη εμπορικά πλεονάσματα και η εμμονή στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς «έχτισαν» μια οικονομία που τη ζηλεύουν πολλοί.
Κάτω από το χαλί βέβαια έχουν αρχίσει να συσσωρεύονται προβλήματα. Τα θέτει με μια σειρά ερωτημάτων ο Ας: Μήπως δεν ανανεώθηκαν οι υποδομές; Μήπως η χώρα έχασε το τρένο της ψηφιακής επανάστασης; Μήπως κινδυνεύει να χάσει όσα πέτυχε λόγω του Μεταναστευτικού, των εμπορικών πολέμων του Τραμπ και των αβεβαιοτήτων της εποχής μας;
Εν ολίγοις: μήπως η Γερμανία σπατάλησε τα καλά της εποχής των παχιών αγελάδων;
Ο Ας λέει ότι η πολιτική, αλλά και οι πολιτικοί, δίνουν την ίδια «κοιμισμένη» εικόνα. Η σταθερότητα των κυβερνήσεων Μέρκελ, που είναι συμμαχικές στα 10 από τα 14 χρόνια της θητείας της, στέρησαν από την πολιτική σκηνή την διαμάχη που είναι απαραίτητη στη δημοκρατία. Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες έχουν αρχίσει να μοιάζουν, ενισχύοντας την Αριστερά και τη Δεξιά.
Ολοι γνωρίζουν ότι είμαστε στο τέλος της εποχής της Μέρκελ. Και όμως τα δύο τρίτα των πολιτών θέλουν να τη δουν να εξαντλεί τη θητεία της ως το 2021. «Αυτό δεν θα είναι προς το καλύτερο συμφέρον ούτε της Γερμανίας ούτε της Ευρώπης», τονίζει ο αρθρογράφος.
Με ή χωρίς στους Σοσιαλδημοκράτες στην κυβέρνηση, με ή χωρίς άλλους κυβερνητικούς συμμάχους, είτε γίνουν πρόωρες εκλογές ή όχι, το συμπέρασμα του Ας είναι ότι πρέπει να έλθει η ώρα της αλλαγής. Και η οδός είναι μόνο μία: πρέπει να ξεκινήσει από τη Μέρκελ και την αποχώρησή της.