Οι μειώσεις από τη χονδρεμπορική τιμή ρεύματος δεν φτάνουν στους καταναλωτές καθώς με καθυστέρηση τουλάχιστον δύο ετών, ήρθε ο «λογαριασμός» για να καλυφθούν οι απώλειες του δικτύου από ρευματοκλοπές, τις οποίες δεν είχε υπολογίσει στην αρχική του μελέτη ο ΔΕΔΔΗΕ.
Οπως γράφει η «Καθημερινή», οι προμηθευτές έχουν ήδη συμπεριλάβει στα κοστολόγιά τους και έχουν ήδη μεταφέρει στους καταναλωτές κόστη από απώλειες του δικτύου για τα έτη 2021 και 2022 της τάξης των 800 εκατ. ευρώ συνολικά ανά έτος, που αντιστοιχούν στο σύνολο των απωλειών δικτύου, εκ των οποίων τα 400 εκατ. ευρώ ανά έτος σε ρευματοκλοπές.
Ωστόσο, λίγο πριν ανακοινώσουν τα τιμολόγια του Απριλίου, οι πάροχοι έλαβαν από τον ΔΕΔΔΗΕ ειδοποίηση για τον «συντελεστή κανονικοποίησης», όπως ονομάζονται τεχνικά οι απώλειες του πρώτου εξαμήνου του 2022.
Οι προμηθευτές για την κατάρτιση των τιμολογίων έχουν λάβει υπόψη τους έναν συντελεστή 13,54% για τις απώλειες της περιόδου 2021-2024, που έχει εγκρίνει για το δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ η ΡΑΑΕΥ από το 2020, βάσει μελέτης που της έχει υποβάλει ο διαχειριστής. Πληρώνουν δηλαδή στον ΔΕΔΔΗΕ ένα 13,54% επιπλέον της ενέργειας που περνούν από το δίκτυο για να εξυπηρετήσουν τους πελάτες τους.
Η ενέργεια αυτή καταναλώθηκε, αλλά δεν τιμολογήθηκε γιατί αντιστοιχεί σε τεχνικές απώλειες του δικτύου κατά τη μεταφορά της και σε ρευματοκλοπές από επιτήδειους που συνεχίζουν να δρουν ανεξέλεγκτα.
Από τα ειδοποιητήρια του ΔΕΔΔΗΕ διαπίστωσαν ότι ο συντελεστής κανονικότητας αποκλίνει το πρώτο εξάμηνο του 2022 κατά 3,28%, σχεδόν διπλάσιος από την απόκλιση του αντίστοιχου συντελεστή του πρώτου εξαμήνου του 2021, που ήταν 1,72%. Για τους παρόχους αυτό σημαίνει ότι υποτιμολόγησαν κατά περίπου 100 εκατ. τα τιμολόγια του 2021 και κατά περίπου 400 εκατ. ευρώ τα τιμολόγια του 2022, που η μέση τιμή της μεγαβατώρας ήταν κοντά στα 280 ευρώ.
Επειδή, όπως εξηγούν στην «Καθημερινή» εκπρόσωποι των παρόχων, αυτά τα κόστη δεν μπορούν να τα ζητήσουν αναδρομικά από τους πελάτες τους, αφού μετακινούνται και δεν μπορεί να ξέρουν ποιοι είναι, η ανάκτησή τους θα γίνει από τους νυν και μελλοντικούς πελάτες τους. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι οι πάροχοι θα συμπεριλάβουν στον υπολογισμό της χρέωσης της κιλοβατώρας για τους επόμενους μήνες –πρακτική που εγκαινιάστηκε από τον Απρίλιο– και τα επιπλέον κόστη για τις πραγματικές απώλειες και άλλες επιβαρύνσεις του δικτύου των ετών 2021 και 2022, «ροκανίζοντας» τις μειώσεις που φέρνει η αποκλιμάκωση της χονδρεμπορικής τιμής.
Η σημαντική αύξηση του συντελεστή κανονικοποίησης αποδίδεται από τους παρόχους αφενός στην αύξηση τεχνικών και μη τεχνικών (ρευματοκλοπών) απωλειών, αλλά και στην αδυναμία καταμέτρησης από τον ΔΕΔΔΗΕ ενός σημαντικού αριθμού μετρητών, με αποτέλεσμα και το κόστος αυτής της ενέργειας να μεταφέρεται στους συνεπείς καταναλωτές.
Κατά την άποψη των παρόχων, το κόστος τουλάχιστον των ρευματοκλοπών και των ελλιπών μετρήσεων θα πρέπει κατά το μεγαλύτερο μέρος να βαρύνει τον διαχειριστή, που είναι και ο αρμόδιος για τον περιορισμό του φαινομένου και το ζήτημα έχει τεθεί ήδη στη ΡΑΑΕΥ, η οποία έχει βάλει στόχους στον διαχειριστή για τη μείωση των ρευματοκλοπών κατά μέσον όρο 2% ετησίως το διάστημα 2021-2024, έναντι ποινών.
Οι στόχοι αυτοί, σύμφωνα με την αγορά, θεωρούνται εξαιρετικά χαμηλοί ενώ στο μεταξύ δεν έχουν επιτευχθεί. Αντιθέτως, όπως επιβεβαιώνουν από τον ΔΕΔΔΗΕ, οι μη τεχνικές απώλειες του δικτύου (ρευματοκλοπές) από 4,9% το 2021 αυξήθηκαν σε 5,32% της συνολικής κατανάλωσης το 2022 και οι τεχνικές από 5,1% το 2021 σε 5,88% το 2022.