Οταν ο Μπάιντεν βρέθηκε για τελευταία φορά στην Ευρώπη, μόλις λίγες εβδομάδες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, είχε ως αποστολή τη συγκρότηση μιας συμμαχίας που, παρότι αρχικά έμοιαζε αβέβαιη, ενισχύθηκε από την απροσδόκητη επιτυχία της ουκρανικής αντίστασης.
Τώρα ο αμερικανός πρόεδρος βρίσκεται ξανά στην ευρωπαϊκή ακτή του Ατλαντικού για δύο συνόδους κορυφής με διαφορετική ατζέντα: πρέπει να κρατήσει τους ευρωπαίους συμμάχους του προσηλωμένους στον στόχο, καθώς η ρωσική εισβολή, που ξεκίνησε σαν «πόλεμος-αστραπή» έχει μετατραπεί σε μια εξαντλητική, αιματηρή μάχη φθοράς που μπορεί να διαρκέσει για πολλούς ακόμη μήνες και να προκαλέσει διαρκή και ασφυκτική πίεση στην παγκόσμια οικονομία.
Από πολλές απόψεις, αναφέρει το Politico, η δουλειά του Μπάιντεν τις επόμενες μέρες θα είναι πολύ πιο δύσκολη. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ πρέπει να πείσει τους άλλους ηγέτες, οι οποίοι προσπαθούν με νύχια και με δόντια να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό που καλπάζει, να συνεχίσουν να διοχετεύουν χρήματα και όπλα στην Ουκρανία.
Το πράγμα δεν είναι τόσο απλό, ειδικά όταν πόλεμος διολισθαίνει από την κορυφή της διεθνούς ειδησεογραφίας, με τα πρωτοσέλιδα να αφιερώνονται κατά κανόνα σε οικονομικά ζητήματα και επιπτώσεις στην καθημερινότητα των πολιτών. Ορισμένοι από τους ομολόγους του, μάλιστα, έχουν πληγεί από σκάνδαλα και ήττες και η πολιτική τους θέση έχει αποδυναμωθεί. Ακόμη και ο ίδιος ο Μπάιντεν είδε τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις να πέφτουν καθώς το κόστος ζωής αυξάνεται…
«Προς το παρόν, οι Ευρωπαίοι σφίγγουν τα δόντια, παρόλο που έχουν μεγαλύτερα προβλήματα με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο από ό,τι εμείς» δήλωσε ο Γουίλιαμ Τέιλορ, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ουκρανία, ο οποίος ωστόσο παραδέχθηκε ότι η δουλειά που πρέπει να γίνει τις επόμενες ημέρες δεν είναι εύκολη. «Ο μόνος τρόπος για να διατηρηθεί η συμμαχία ενωμένη είναι να χαράξουμε έναν δρόμο προς τα εμπρός, έναν δρόμο προς την επιτυχία. Αυτό είναι που πρέπει να κάνει ο πρόεδρος», πρόσθεσε.
Ο Μπάιντεν έχει πάρει υψηλούς βαθμούς – ακόμη και από ορισμένους Ρεπουμπλικανούς – για τη διαχείριση του πολέμου, ωστόσο το επιτελείο του γνωρίζει καλά ότι αυτό ίσως να μην του δώσει ούτε μία ψήφο στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου. Οσο περνάει ο καιρός γίνεται ξεκάθαρο ότι στην κάλπη θα καταγραφεί η άνοδος του πληθωρισμού καθώς και άλλα ζητήματα της καθημερινότητας, όπως οι αμβλώσεις.
Διπλό μήνυμα
Σύμβουλοι του Λευκού Οίκου εκτιμούν ότι ο αμερικανός πρόεδρος κατά την παραμονή του σε ευρωπαϊκό έδαφος θα επιχειρήσει να στείλει ένα διπλό μήνυμα. Αφενός προς τη Ρωσία καθιστώντας σαφές ότι η Συμμαχία παραμένει ισχυρή και αφετέρου προς την Κίνα, υπογραμμίζοντας ότι οι ενωμένες δημοκρατίες του Δυτικού Κόσμου δεν θα ανεχτούν την επιθετικότητα κανενός αυταρχικού καθεστώτος.
Ο Μπάιντεν, σύμφωνα πάντα με το Politico, σκοπεύει να εκφράσει την υποστήριξή του στις αιτήσεις της Φινλανδίας και της Σουηδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ, ενώ παράλληλα θα προσπαθήσει να κατευνάσει τις αντιρρήσεις της Τουρκίας.
Οταν, πριν από ένα χρόνο, ο Μπάιντεν συναντήθηκε με τους ομολόγους του στη G-7, στις ακτές της Κορνουάλης, εγκαινίασε την επιστροφή στην κανονικότητα μετά την ταραχώδη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ. Εκείνη την εποχή, ο Πούτιν – τον οποίο ο Μπάιντεν θα συναντούσε στη Γενεύη λίγες μέρες αργότερα – θεωρούνταν ενοχλητικός παράγοντας, ωστόσο ωχριούσε μπροστά στις προκλήσεις που έθετε η Κίνα και ο αγώνας για τον εμβολιασμό του πλανήτη κατά της Covid-19. Αυτό έχει αλλάξει.
Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία ανέτρεψε την παγκόσμια τάξη, πυροδοτώντας τη μεγαλύτερη σύγκρουση στην Ευρώπη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ταυτόχρονα, όμως, ώθησε τις δημοκρατικές δυνάμεις να ορθώσουν το ανάστημά τους απέναντι στη Μόσχα.
Κυρώσεις και διεύρυνση
Η Δύση εξαπέλυσε μια σειρά κυρώσεων κατά της Ρωσίας και κατέστησε τον Πούτιν παρία στην παγκόσμια σκηνή. Ενδεικτικό είναι ότι όχι μόνο ενισχύθηκαν οι δεσμοί μεταξύ των δυτικών κρατών αλλά χώρες παραδοσιακά ουδέτερες, όπως η Φινλανδία και η Σουηδία, σπεύδουν να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ, φοβούμενες ότι μπορεί να είναι τα επόμενα θύματα του ρωσικού επεκτατισμού. Κι αυτό το ζήτημα αναμένεται να κυριαρχήσει στη σύνοδο κορυφής της Συμμαχίας, στη Μαδρίτη, όσο κι αν εκνευρίζεται η Μόσχα…
Αλλά ο Πούτιν δεν εγκατέλειψε τον πόλεμό του. Αν και ο ρωσικός στρατός υπέστη τεράστιες απώλειες, η Μόσχα ανακατεύθυνε τις προσπάθειές της στο Ντονμπάς, όπου οι γραμμές ανεφοδιασμού της είναι συντομότερες και ο ρωσικός στρατός μπορεί να εκμεταλλευτεί καλύτερα την αριθμητική του υπεροχή. Με αυτόν τον τρόπο η Ρωσία σημείωσε αργή αλλά αναμφισβήτητη πρόοδο στο μέτωπο, ωθώντας το Κίεβο να ζητήσει επειγόντως περισσότερα όπλα, καθώς οι απώλειες των ουκρανικών δυνάμεων αυξάνονται.
Αλλά καθώς ο πόλεμος γίνεται όλο και πιο άγριος, έχουν αρχίσει να καταγράφονται διάφορες τάσεις μεταξύ των συμμάχων. Αν και η Ουάσινγκτον, λόγου χάρη, έχει εγκρίνει χρηματοδότηση δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων για την Ουκρανία, έχουν προκύψει ερωτήματα σχετικά με το αν ορισμένες χώρες, όπως η Γερμανία, έχουν συνεισφέρει το μερίδιο που τους αναλογεί στο Κίεβο.
Ο αποκλεισμός των λιμανιών της Ουκρανίας από τη Ρωσία έχει συμβάλει στην εκτίναξη των τιμών των τροφίμων που τώρα επιδεινώνουν τον πληθωρισμό που τροφοδοτείται από την πανδημία και καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του κόσμου. Και οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, καθώς και οι απαγορεύσεις σε μέρος του ενεργειακού της τομέα, έχουν οδηγήσει σε εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου.
«Υπάρχει η αίσθηση ότι οι κυρώσεις δεν πλήττουν στην πραγματικότητα την ικανότητα του Πούτιν να διεξάγει τον πόλεμο, αλλά έχουν ενισχυτικές επιπτώσεις στις τιμές της ενέργειας και στον γενικό πληθωρισμό», δήλωσε στο Politico η Αλίνα Πολιάκοβα, πρόεδρος του Κέντρου Ανάλυσης Ευρωπαϊκής Πολιτικής.
Ο Ζελένσκι αντιστέκεται
Ορισμένοι στην Ευρώπη έχουν προσπαθήσει να ωθήσουν τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, πιστεύοντας ότι μια λύση με μεσολάβηση θα μπορούσε να γλιτώσει ζωές και να σταθεροποιήσει τις οικονομίες. Αλλά ο Ζελένσκι έχει αρνηθεί να παραχωρήσει έδαφος στον Πούτιν, ιδιαίτερα μετά τα στοιχεία για τις ρωσικές πολεμικές θηριωδίες, δημιουργώντας την αίσθηση ότι η σύγκρουση στα ανατολικά θα μπορούσε να διαρκέσει μήνες, αν όχι χρόνια.
Ο ίδιος ο Μπάιντεν είναι πιο αδύναμος πολιτικά από ό,τι στο τελευταίο του ταξίδι στην Ευρώπη, τον Μάρτιο, με το ποσοστό αποδοχής του να έχει τορπιλιστεί από τον πληθωρισμό. Ορισμένοι από τους στενότερους συμμάχους του Μπάιντεν έχουν υποστεί πρόσφατες πολιτικές αποτυχίες – ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον επέζησε μόλις και μετά βίας μιας ψήφου δυσπιστίας, ενώ ο Γάλλος πρωθυπουργός Εμανουέλ Μακρόν υπέστη μια σημαντική κοινοβουλευτική ήττα – γεγονός που θα μπορούσε να να τους κάνει πιο διστακτικούς.
«Παρόλο που ο γάλλος πρόεδρος ασκεί σημαντική επιρροή σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, η αποδυναμωμένη θέση του πιθανόν να δημιουργήσει μια πιο προσεκτική στάση», δήλωσε στο Politico ο Τσαρλς Κούπτσαν, συνεργάτης του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν και σχολίασε πως αυτό «δεν είναι καλό νέο για τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Ο Μπάιντεν, ο οποίος όπως λένε έμπειροι διπλωματικοί παράγοντες, μάλλον αποκλείεται να μεταβεί στο Κίεβο στην παρούσα φάση, θα συνεχίσει να ακούει τα παράπονα του Ζελένσκι. Ο ουκρανός πρόεδρος αναμένεται να απευθύνει χαιρετισμό και στις δύο Συνόδους Κορυφής και να επαναλάβει τις επείγουσες εκκλήσεις προς τους συμμάχους να συνεχίσουν να στέλνουν όπλα και χρήματα στην Ουκρανία.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να στείλουν ένα σαφές μήνυμα για την υποστήριξη της Ουκρανίας. Η συμμετοχή του Ζελένσκι στη Σύνοδο Κορυφής θα πρέπει να υπογραμμίσει αυτό το σημείο» σχολίασε ο Τζεφ Ράτκε, πρόεδρος του Αμερικανικού Ινστιτούτου Σύγχρονων Γερμανικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, «ειδικά αν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους μπορούν να δείξουν πρόοδο μέσω παροχής οπλικών συστημάτων ή μέτρων για την επιβολή νέων κυρώσεων στη Ρωσία».