Αν και η Κομισιόν δηλώνει (με πολλά και διάφορα στόματα) ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση οφείλει «να επανεξετάσει τις σχέσεις της με τα αυταρχικά καθεστώτα», οι Γερμανοί «δεν πιστεύουν ότι το ‘‘δόγμα’’ τους περί εκδημοκρατισμού της Κίνας μέσω του εμπορίου απέτυχε» έγραψε η Corriere della Sera. Και αυτό το απέδειξε η κουστωδία του καγκελαρίου Ολαφ Σολτς που ταξίδεψε στο Πεκίνο, δηλαδή «οι CEO των πιο σημαντικών γερμανικών βιομηχανιών» (Mercedes, BMW, Volkswagen, BASF, Bayer, κ.ά.) που τον συνόδευαν. Η όποια απομάκρυνση από την «αυταρχική» Κίνα πρέπει, λοιπόν, να γίνει όσο το δυνατόν πιο αργά, λέει το Βερολίνο.
Ο Σολτς, επισήμαναν οι αναλυτές, επανέλαβε το λάθος της Ανγκελα Μέρκελ. Οπως και εκείνη, ο νυν καγκελάριος καθοδηγείται από τα συμφέροντα μεμονωμένων εταιρειών. Είναι εντελώς αφελές να πιστεύουμε ότι η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία πρέπει απλώς να εργαστεί σκληρά αν θέλει να ανταγωνιστεί στις ευρωπαϊκές αγορές την επιδοτούμενη με άφθονο κρατικό χρήμα και έχουσα πλεονεκτική παραγωγική ικανότητα βιομηχανία των κινέζων ανταγωνιστών. Ηδη οι Κινέζοι έχουν υπερκεράσει την Tesla όσον αφορά τη παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων και κατέχουν τα σκήπτρα στον τομέα παγκοσμίως. Αλλά και ο Σολτς έχει τα δίκια του, αφού η γερμανική οικονομία εξαρτάται από το εμπόριο με την Κίνα.
Στις επαφές του με τον κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ ο Σολτς αναφέρθηκε στην πλημμυρίδα κινεζικών προϊόντων που κατακλύζει την Ευρώπη (ηλεκτρικά αυτοκίνητα, ανεμογεννήτριες, κ.λπ.) και έθιξε το θέμα των εμποδίων που συναντούν οι γερμανικές εταιρείες στην Κίνα. Ο Σι αγνόησε τις διαμαρτυρίες. Οι αναλυτές απέδωσαν την κωφότητα του Κινέζου στο γεγονός ότι δεν παίρνει στα σοβαρά τη γερμανική κυβέρνηση, καθώς γνωρίζει ότι το Βερολίνο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την Κίνα. Και τα κομματικά έντυπα στο Πεκίνο πανηγύρισαν τη γερμανική αδυναμία ωραιοποιώντας την κατάσταση: «Η σχέση της Κίνας με τη Γερμανία είναι ευκαιρία, όχι κίνδυνος» έγραψαν.
Μόνο που είναι ευκαιρία μόνο για την Κίνα. Από την άποψη της Κίνας αν κοιταχτούν τα πράγματα, η Γερμανία είναι δικλίδα ασφαλείας για το Πεκίνο, καθώς εγγυάται την άμβλυνση των όποιων εμπορικών κυρώσεων μπορεί να επιβάλει η ΕΕ. Ετσι εξωθούν το Βερολίνο «να κάνει παιχνίδι» μόνο του στις σινογερμανικές σχέσεις και ανεξάρτητα από τις Βρυξέλλες. Η Κομισιόν πάντως (της Γερμανίδας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σημειωτέον) εξετάζει το ενδεχόμενο να επιβάλει δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα που παράγονται σε τιμές ντάμπινγκ και απειλούν με καταστροφή τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό.
Είναι αναμφισβήτητο ότι με 5.000 γερμανικές εταιρείες παρούσες στην κινεζική αγορά και με εμπόριο αξίας 253,1 δισ. ευρώ το 2023, η Γερμανία κινδυνεύει να χάσει περισσότερα από όσα θα έχαναν άλλοι εταίροι της στο κλαμπ των Βρυξελλών αν η Κίνα αντιδρούσε κατά της ΕΕ. Εφόσον η Κομισιόν επιβάλει ειδικούς δασμούς, τα κινεζικά αντίμετρα θα καταστρέψουν τη Γερμανία και όχι, λόγου χάρη, τη Μάλτα.
Ετσι, η Γερμανία του Σολτς μοιάζει με τη Γερμανία της Μέρκελ: δεν επιθυμεί να μπουν τιμωρητικής φύσεως δασμοί Βρυξελλών στα κινεζικά προϊόντα. Αλλά και η ελπίδα των Γερμανών, και τότε και τώρα, ότι το Πεκίνο με δική του πρωτοβουλία θα εγκαταλείψει το ντάμπινγκ και τον αθέμιτο ανταγωνισμό, είναι εντελώς αβάσιμη.
Προσφάτως ο Μάριο Ντράγκι είπε ότι η αποκατάσταση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας είναι στόχος που μπορεί να επιτευχθεί μόνο με εσωτερική ομόνοια και με κοινή δουλειά. Απαιτεί από το κάθε μέλος της ΕΕ να ενεργεί εντελώς διαφορετικά εν συγκρίσει με το παρελθόν. Η παγκόσμια αντιπαλότητα μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων έχει επιστρέψει μετά την πανδημία και τους εν εξελίξει πολέμους, οι τρίτες χώρες δεν παίζουν με κανόνες, συνεπώς η Ευρώπη αιφνιδιάστηκε. Τα κράτη-μέλη του κλαμπ των Βρυξελλών δεν γίνεται να αντιμάχονται το ένα το άλλο, σχολίασε ο Ντράγκι. Πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να σχεδιάσουν συνολική στρατηγική για την Ενωση.